- Παρουσίαση, Βίντεο, Κριτική Θεατρικής Παράστασης Κάτια Σωτηρίου
Το θέατρο γεννιέται και αναπνέει σε μικρές και μεγάλες ομάδες, σε επαγγελματίες και μη. Κάπως έτσι, η θεατρική ομάδα του Δήμου Πεύκης – Λυκόβρυσης παρουσίασε πριν λίγες ημέρες μια σπουδή στην Ιφιγένεια εν Ταύροις του Ευριπίδη, εμβαθύνοντας στο μύθο και τον λόγο του ποιητή, υπό την καθοδήγηση και επιμέλεια της θεατρολόγου, ηθοποιού και εκπαιδευτικού Μαρίας Χριστοδούλου.
Το Έργο
Ο Ευριπίδης στηρίζεται για την Ιφιγένεια του στην περιγραφή του Ηροδότου, αλλά εισαγάγει σημαντικές αλλαγές στην παράδοση. Στην ευριπίδεια εκδοχή η Ιφιγένεια είναι μια θνητή γυναίκα, η οποία γίνεται ιέρεια της Αρτέμιδος, πρώτα στην Ταυρίδα και κατόπιν στη Βραυρώνα. Στην Ταυρίδα αναγκάζεται να τελεί ανθρωποθυσίες• ένα από τα υποψήφια θύματά της είναι ο αδερφός της Ορέστης. Αφού τον αναγνωρίσει, δραπετεύει μαζί του παίρνοντας το άγαλμα της Αρτέμιδος και ακολουθώντας τις οδηγίες της Αθηνάς το φέρνει στην Αττική για να εξιλεωθεί ο Ορέστης για το φόνο της μάνας του, Κλυταιμνήστρας.
Η Ιφιγένεια εν Ταύροις είναι ένα εμβληματικό έργο, που έχαιρε υψηλής εκτίμησης μεταξύ των αρχαίων για την ομορφιά του και την υπέροχη παρουσίαση της φιλίας και της αδελφικής αγάπης. Η περίφημη σκηνή στην οποία η Ιφιγένεια είναι έτοιμη να θυσιάσει τον αδελφό της αλλά στέκεται εν αγνοία της στο χείλος της αμοιβαίας αναγνώρισης, με τη μακρά αγωνία της και τις διάφορες απροσδόκητες στροφές της τύχης, και στη συνέχεια την εκστατική χαρά της αποκάλυψης της ταυτότητας των δυο πρωταγωνιστών, αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα επιτεύγματα της δραματικής τέχνης. Δεν είναι τυχαίο ότι την ιστορία αυτή μιμήθηκαν πολλοί δραματουργοί, κυρίως ο Γκαίτε στο έργο του “Iphigenie auf Tauris”.
Την εποχή του Ευριπίδη, οι θρύλοι των ανθρωποθυσιών σε μια θεά γνωστή ως Άρτεμις Ταυροπόλος, οι θρησκευτικές πρακτικές των ανθρώπων της Ταυρίδας, αυτής της άγριας και μακρινής περιοχής της Μαύρης Θάλασσας , και η ύπαρξη της κόρης του Αγαμέμνονα που ονομάζεται Ιφιγένεια, ήταν αλληλένδετα. Με το συνδυασμό και την κατάταξη των μπερδεμένα νημάτων, και με την προσθήκη φρέσκων εφευρέσεων, ο Ευριπίδης παρήγαγε έναν εντυπωσιακό θρύλο και ένα από τα καλύτερα έργα του. Πράγματι, τα τρία συστατικά στοιχεία του μύθου (οι παλιές ελληνικές τελετές, η Ταυρική λατρεία και οι παραδόσεις σχετικά με την Ιφιγένεια) διασώθηκαν από την προηγούμενη σύγχυση τους και συνδυάστηκαν σε μια ιστορία, ρίχνοντας την απέχθεια τηςπρωτόγονης μορφής της θυσίας σταθερά πάνω στους βαρβάρους και τους ξένους.
Η Παρουσίαση
Η Σπουδή πάνω στην Ιφιγένεια της θεατρικής ομάδας του Δήμου Πεύκης – Λυκόβρυσης ήταν μια εμπνευσμένη παράσταση, που στήθηκε μέσα σε τρεις μήνες ανάλυσης και προβών , με ανθρώπους που είχαν λίγες ή καθόλου θεατρικές εμπειρίες στο παρελθόν. Το αποτέλεσμα δικαίωσε την προσπάθεια τους, καθώς η παράσταση που προέκυψε ήταν δεμένη, σωστά δομημένη, με στιγμές συγκίνησης, αλλά και την απαραίτητη αγωνία στη σκηνή της αναγνώρισης.
Η καινοτομία της Σπουδής στην Ιφιγένεια ήταν ότι ο κεντρικός ρόλος μοιράστηκε σε έξι ηθοποιούς – Ιφιγένειες, που σήκωσαν το βάρος της τραγικής ηρωίδας επάξια. Η Σοφία Γαβριηλίδου , η Φωτεινή Πικραμένου, η Βάσια Λαπατσάνη, η Αυγή Μάσχα, η Ντέμη Αντωνοπούλου και η Ελένη Λέκκα οδήγησαν την ηρωίδα τους σταδιακά, από την αφήγηση του ονείρου της για το χαμό του Ορέστη μέχρι την φυγή της Ιφιγένειας από την Ταυρίδα, με ευγένεια και σεβασμό στην ηρωίδα τους. Αξίζει να σημειωθεί η ξεχωριστή ερμηνεία της Ντέμης Αντωνοπούλου στη σκηνή της αναγνώρισης, που κατάφερε να συγκινήσει με τις πολλαπλές αποχρώσεις της.
Ο ρόλος του Ορέστη βρήκε εξαίσιο ερμηνευτή στο πρόσωπο του Παύλου Δρίτσα, που με τη δωρική του εμφάνιση παρουσίασε έναν τραγικό, αλλά και στιβαρό ήρωα, που δε χάνει το θάρρος του και το στόχο του, αλλά πασχίζει ταυτόχρονα να δεχθεί την τραγική του μοίρα που τον έφερε σε μια βάρβαρη χώρα, βορά στις επιθυμίες των ξένων. Με σωστό στήσιμο, και εκφορά λόγου έπλασε έναν συμπαθή για τα πάθη του ήρωα. Πολύ τρυφερή ήταν και η αλληλεπίδραση του με την Ουρανία Πλαφουντζή, που στο ρόλο του Πυλάδη προσπάθησε να αποδώσει την αδελφική αγάπη και αφοσίωση στο πρόσωπο του Ορέστη.
Εξαιρετικός στο ρόλο του γελαδάρη – αγγελιοφόρου ο Ανδρέας Αραπογιάννης, που έφερε την απαραίτητη ένταση στη σκηνή, με τη γλαφυρότητα και έντονη περιγραφικότητα του λόγου του. Ως γελαδάρης υιοθέτησε τον πιο λαϊκό τρόπο έκφρασης, ενώ ως αγγελιοφόρος φάνηκε πιο μετρημένος.
Αξιόλογες και οι ολιγόλεπτες παρουσίες του Ντίνου Μπούρα ως Θόαντα, και της Ντέπης Σκαμπά ως Θεάς Αθηνάς. Σοβαρές και συνεπείς οι Βίλμα Σιελή και Λιάνα Νίκολη στο ρόλο των κορυφαίων του χορού. Η έλλειψη χορού και η αφαίρεση των χορικών στα πλαίσια της Σπουδής δεν ξένισε, λόγω της σωστής δομής και της οργάνωσης του κειμένου με τέτοιο τρόπο ώστε να μη χαθεί το νόημα του ευριπίδειου λόγου. Συνολικά πρόκειται για μια ιδιαίτερα αξιόλογη προσπάθεια, και ιδιαίτερη μνεία χρήζει η επιμέλεια της Μαρίας Χριστοδούλου που κατάφερε να γεφυρώσει το χάσμα ανάμεσα στην απειρία κάποιων ερμηνευτών, με το κείμενο, και να παρουσιάσει ένα σύνολο που απέδωσε το λόγο του ποιητή με λίγα μέσα, αλλά μεγάλη διάθεση. Η υπόσχεση για επανάληψη του έργου στην πλήρη του μορφή είναι παραπάνω από καλοδεχούμενη, και γεννά μεγαλύτερες ακόμα προσδοκίες.
Μετάφραση : Θρασύβουλος Σταύρου
Διδασκαλία – Σκηνοθετική Επιμέλεια Μαρία Χριστοδούλου
Επιμέλεια Σκηνικών Κουστουμιών : Πολυάννα Βλατή
Μουσική Σύνθεση: Ηρακλής Τσουκλείδης