fbpx

12 Ένορκοι Θεατρική Κριτική [2015]

Κριτική Κάτια Σωτηρίου

Το Θέατρο Αλκμήνη παρουσιάζει για δεύτερη χρονιά το πολυβραβευμένο έργο του Reginald Rose «12 ένορκοι».

Το έργο τοποθετείται στη Νέα Υόρκη το 1957, και στο σύνολό του διαδραματίζεται σε ένα ζεστό απόγευμα και βράδυ στην αίθουσα συσκέψεων των ενόρκων του δικαστηρίου. Οι δυο πράξεις καλύπτουν ακριβώς το χρονικό διάστημα της συζήτησης των ενόρκων. Η δράση είναι συνεχής, χωρίς αλλαγή της τοποθεσίας, η οποία συμβάλλει στη συντριπτική αίσθηση της παράστασης, στη συναισθηματική ένταση και κλειστοφοβία.

12 enorkoi kritiki 1

Οι Δώδεκα Ένορκοι ξεκινούν τη στιγμή που το κύριο μέρος της ακροαματικής διαδικασίας έχει τελειώσει, με ένα δεκαεξάχρονο αγόρι από το γκέτο να δικάζεται για τη δολοφονία του πατέρα του. Η ομάδα των ενόρκων που αποτελείται από δώδεκα άνδρες κλειδώνεται σε ένα δωμάτιο για να αποφασίσει για την τύχη του νεαρού αγοριού. Όλα τα στοιχεία είναι εναντίον του αγοριού και η καταδικαστική απόφαση θα το έστελνε να πεθάνει στην ηλεκτρική καρέκλα. Ο δικαστής ενημερώνει τους ενόρκους ότι βρίσκονται αντιμέτωποι με μια σοβαρή απόφαση και ότι το δικαστήριο δεν θα δείξει καμία επιείκεια για το αγόρι, αν κριθεί ένοχο.

Το να φτάσουν όμως σε μια ομόφωνη ετυμηγορία δεν είναι κάτι που φαίνεται τόσο εύκολο, αν και οι 11 από τους 12 είναι πεπεισμένοι για την ενοχή του παιδιού. Η ομάδα των ενόρκων συναντά πολλές δυσκολίες στο να μάθει να επικοινωνεί και να συναλλάσσεται. Αυτό που φαίνεται να είναι μια αποφασισμένη καταδικαστική απόφαση σιγά-σιγά αρχίζει να αμφισβητείται, λόγω της αρχικής διαφωνίας του ενόρκου νο8, ο οποίος εξαρχής αρνείται να πάρει ελαφρά τη καρδία μια απόφαση που θα οδηγήσει αναπόφευκτα ένα νεαρό παιδί στο θάνατο. Η θεωρητική βάση του δισταγμού του είναι ότι τα κενά της υπόθεσης δεν εξετάστηκαν από την αρχή όσο θα έπρεπε, άρα δεν εξετάστηκε η πιθανότητα τα γεγονότα να μην έγιναν όπως παρουσιάστηκαν. Αυτός ο δισταγμός του όμως να λάβει μια τόσο σοβαρή απόφαση τον φέρνει αντιμέτωπο με τους υπόλοιπους ενόρκους, που βιάζονται, ο καθένας για το δικό του λόγο να καταδικάσει το παιδί.

Αυτοί οι 12 άνθρωποι δεν έχουν ποτέ μιλήσει πριν κλειστούν στην αίθουσα για να συζητήσουν. Κάθε ένας από αυτούς προέρχεται από διαφορετικές καταστάσεις με ατομικές και μοναδικές εμπειρίες. Ο δημόσιος χώρος τους αποτελείται μόνον από τις κοινές πληροφορίες που παρέχονται κατά τη διάρκεια της δίκης. Είναι το μέγεθος της ασυνείδητης περιοχής που θα διαφέρει περισσότερο μεταξύ των ανδρών και που θα επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό τη διαδικασία λήψης αποφάσεων των περισσότερων από αυτούς. Επειδή οι πληροφορίες που περιέχονται στην περιοχή του ασυνείδητου έχει αναγνωριστεί ότι είναι συχνά οι πιο δύσκολες να ξεπεραστούν, το να καταδείξει ένας άνθρωπος σε έναν άλλο ότι δεν κρίνει σωστά τα γεγονότα, ή τα ερμηνεύει με βάση τα δικά του βιώματα και όχι την πραγματικότητα είναι κάτι εξαιρετικά δύσκολο και πολύπλοκο. Αυτό είναι το σημείο στο οποίο το έργο φέρνει μια τομή: τι από αυτά που ακούμε μπορούμε τελικά να κρίνουμε; Γιατί επιτρέπουμε στο μυαλό μας να αποφασίζει χωρίς κριτική αξιολόγηση; Μήπως το προσωπικό βίωμα είναι πιο σημαντικό από την αντικειμενικότητα; Και τελικά πόσο εύκολα μπορούμε να φύγουμε από την ασφάλεια της σιγουριάς της απόφασης μας, για να καταλήξουμε σε μια «αιτιολογημένη αμφιβολία»; Αυτά είναι τα ερωτήματα με τα οποία ο θεατής έρχεται αντιμέτωπος καθόλη τη διάρκεια του έργου.

Ένα άλλο ζήτημα το οποίο εξετάζεται στο έργο είναι η προκατάληψη, που ορίζεται κοινωνιολογικά ως η πρόωρη κρίση ή μεροληψία. Κι έτσι, ενώ από τους ενόρκους ζητείται να εξετάσουν μόνο τα αποδεικτικά στοιχεία που τους παρουσιάζονται, χωρίς να επιτρέψουν τις ατομικές προκαταλήψεις να επηρεάσουν τη διαδικασία λήψης αποφάσεων, καταδεικνύεται αμέσως ότι το να αφήσει κανείς τις προκαταλήψεις του έξω από την αίθουσα του δικαστηρίου είναι σχεδόν αδύνατο. Αυτό που διαφαίνεται μέσα από τις συζητήσεις και τα ξεσπάσματα των ενόρκων είναι ότι η προκατάληψη μπορεί να στρεβλώσει τις απόψεις μας και να έχει επιπτώσεις σε μεγάλο βαθμό στην ικανότητά μας να κάνουμε ακριβή εκτίμηση των γεγονότων.

Ο ρατσισμός των ενόρκων είναι δεδομένος, χωρίς ίχνος δημαγωγίας από πλευράς του συγγραφέα. Μέσα από το παραλήρημα του 10ου ενόρκου «”αυτοί γεννοβολάνε παιδιά σαν τα ζώα”, καταλαβαίνουμε αμέσως το πώς οι άνθρωποι παίρνουν θέση διαχωρίζοντας το «εμείς» και «αυτοί».

12 enorkoi kritiki

Οι 12 ένορκοι κυκλοφόρησαν σε μια εποχή με έντονη πολιτική αναταραχή και ζητήματα κοινωνικής δικαιοσύνης. Σε μια εποχή κοινωνικής, επιστημονικής και ηθικής ανάπτυξης, το έργο φαίνεται αρχικά να αντανακλά τα αυξανόμενα αισθήματα των Ηνωμένων Πολιτειών στα τέλη της δεκαετίας του πενήντα, φωτίζοντας διάφορες κοινωνικών ψυχολογικές θεωρίες που παρέχουν μια βάση για την κριτική εξέταση και την κατανόηση των στάσεων των ατόμων, και της διαδικασίας της ομάδας. Εξήντα σχεδόν χρόνια μετά, διαφαίνεται ωστόσο ότι η έννοια της προκατάληψης, και του κοινωνικού ρατσισμού παραμένουν αναλλοίωτες, όπως και η ευκολία του ανθρώπου, πέρα από κοινωνική τάξη, μορφωτικό επίπεδο ή χώρα, να «καταδικάσει» εύκολα έναν άνθρωπο, χωρίς να σκεφτεί, να αναλύσει, και να ξεφύγει από το ασφυκτικό «εγώ» του. Όπως όμως τονίζει η σκηνοθέτις της παράστασης «Αυτό, κάνει το έργο επίκαιρο και διαχρονικό, δείχνοντας μας ότι ο ρατσισμός αντιστέκεται σθεναρά ακόμη σε ιδέες περί φιλελευθερισμού. Αλλά, οι ιδέες αυτές παρά του ότι απαιτούν δυνατούς υπερασπιστές, υπάρχουν ευτυχώς Άνθρωποι που αγωνίζονται για την αλήθεια, την αγάπη και τη συγχώρεση με όλο τους το είναι.»

Η Παράσταση

Η παράσταση που έστησε η Κωνσταντίνα Νικολαΐδη είναι άρτια, με συνεχή ροή και σαφή ζητούμενα από τους ηθοποιούς: έπρεπε να στήσουν μια ομάδα, με αντιθέσεις, στοιχεία συνοχής, με συνεχείς εναλλαγές συναισθημάτων, με οργή, κατανόηση και πειθώ. Όλα δηλαδή τα στοιχεία που θα έχει ένα καλό δικαστικό δράμα. Με όπλο το εξαιρετικό κείμενο που δεν περιέχει περιττές ατάκες και διαλόγους, οι 12 ηθοποιοί, με το μερίδιο του ο καθένας, ξεδιπλώνουν τις πτυχές του χαρακτήρα τους, προκαλώντας ακραία συναισθήματα στο θεατή: αντιπάθεια, οίκτο, περιέργεια, κατανόηση, συμπάθεια, συμπόνια.

Ο 8ος ένορκος Χριστόδουλος Στυλιανού, είναι πράος, αλλά αποφασιστικός, περνώντας την αίσθηση ενός ανθρώπου με βαθιά συναίσθηση του κοινωνικού του ρόλου, αλλά κυρίως ενός ανθρώπου με οξυδέρκεια και κατανόηση. Χωρίς να ξεφεύγει από το μέτρο δίνει μια υποδειγματική ερμηνεία γεμάτη ευγένεια – μοιάζοντας ίσως περισσότερο στην ερμηνεία του Τζακ Λέμον στη δεύτερη μεταφορά του έργου στην τηλεόραση πριν 20 χρόνια.

Ο 3ος ένορκος, Κώστας Τριανταφυλλόπουλος είναι το κύριο αντίπαλο δέος. Ένας άνθρωπος που θέλει να πάρει την προσωπική του εκδίκηση για την αποτυχία της οικογένειας του μέσα από την υπόθεση, καταδικάζοντας το παιδί γιατί ήταν ατίθασο και αντιδρούσε στον πατέρα που το κακοποιούσε. Ξεκινά τη δική του σταυροφορία και συντρίβεται στο τέλος. Εξαιρετική και στιβαρή ερμηνεία, που καταφέρνει να μετατρέψει την αντιπάθεια του θεατή σε βαθιά συμπόνια για το προσωπικό του θέμα.

Ο Τρύφωνας Καρατζάς στο ρόλο του 9ου ενόρκου ενσαρκώνει τη σοφία και την κατανόηση του γηραιότερου ενόρκου, με σοβαρότητα και μέτρο.

Ο Γιώργος Γιαννόπουλος στο ρόλο του 10ου ενόρκου ξεχωρίζει για το ρατσιστικό του παραλήρημα, προβάλλοντας τους – δυστυχώς – γνωστούς τύπους που χωρίς κανένα λογικό επιχείρημα καταφέρονται με βαρείς ρατσιστικούς χαρακτηρισμούς για τους «άλλους».

Ο Βασίλης Παλαιολόγος είναι επίσης εξαιρετικός στο ρόλο του συντηρητικού 4ου ένορκου, που δεν πείθεται παρά μόνο όταν αντιλαμβάνεται ότι η ανεπάρκεια κάποιων άλλων είναι απλά και προσωπική του ανεπάρκεια.

Ο Κωνσταντίνος Μουταφτσής στο ρόλο του 1ου ενόρκου είναι επαρκής και σωστός, όπως και ο Χάρης Μαυρουδής ως 2ος ένορκος. Ο Αυγουστίνος Κούμουλος, ως 5ος ένορκος με μικρότερο ρόλο, ξεχωρίζει για τις στιγμές της σιωπής του, ενώ ο Μανώλης Ιωνάς, είναι ο πιο λαϊκός 6ος ένορκος που δείχνει σεβασμό στον γηραιό ένορκο, και δεν φοβάται να παραδεχθεί το λάθος του στην εκτίμηση των γεγονότων, σε μια πολύ ήπια και συμπαθητική ερμηνεία. Ο Αλέξανδρος Πέρρος ως ο νεαρός 8ος ένορκος, που είναι αρκετά απερίσκεπτος και βιαστικός, ήταν αρκετά υπερβάλλων και πληθωρικός, ίσως σε κάποια σημεία λίγο παραπάνω από όσο θα έπρεπε. Ο Περικλής Λιανός ως ένορκος 11, δίνει επίσης μια επαρκέστατη ερμηνεία, ταυτιζόμενος με το νεαρό υπόδικο, κατανοώντας το ρατσισμό που υφίσταται ως ξένος. Ο Απόλλων Μπόλλας, αν και υποδύεται τον ένορκο που αλλάζει γνώμη πιο εύκολα από όλους διατηρεί το μέτρο χωρίς να γίνεται αστείος, ενώ κατά τη διάρκεια της «σύσκεψης» των ενόρκων είναι ιδιαίτερα εκφραστικός εξωλεκτικά.

Στο σύνολο της η παράσταση είναι καλοδουλεμένη, δίνει την αίσθηση μιας καλής ομαδικής δουλειάς, και καταφέρνει να δημιουργήσει ατμόσφαιρα, κάτι που είναι πολύ δύσκολο ειδικά σε μια μεταφορά ταινίας στο θέατρο. Ακόμα και οι θεατές που έχουν λατρέψει και την πρωτότυπη ταινία του ’57 και το remake της, θα αγαπήσουν ιδιαίτερα αυτήν την παράσταση. Αν δεν την είδατε πέρυσι, έχετε μια ευκαιρία ακόμα. Μην τη χάσετε.

Στοιχεία της Παράστασης

Κείμενο: Reginald Rose
Μετάφραση / Σκηνοθεσία: Κωνσταντίνα Νικολαΐδη
Δραματουργική Επεξεργασία: Κωνσταντίνα Νικολαΐδη & Νότης Παρασκευόπουλος
Α’ βοηθός σκηνοθέτη: Μαγδαληνή Παλιούρα
Β’ βοηθός σκηνοθέτη: Κατερίνα Κωνσταντέλλου
Σκηνικά: David Negrin
Κοστούμια: Κική Μήλιου
Βοηθός ενδυματολόγου: Δανάη Ανεζάκη
Φώτα: Αλέξανδρος Αλεξάνδρου
Κίνηση: Χριστίνα Φωτεινάκη
Μουσική: Γιώργος Περού
Sound design: Νίκος Τσέκος
Video art: Λάμπης Ζαρουτιάδης
Promo video: Γρηγόρης Πανόπουλος
Γραφιστική επιμέλεια: Σπύρος Δαπέργολας
Οι 12 ένορκοι είναι:
Χριστόδουλος Στυλιανού, Τρύφων Καρατζάς, Κώστας Τριανταφυλλόπουλος, Γιώργος Γιαννόπουλος, Περικλής Λιανός, Βασίλης Παλαιολόγος, Χάρης Μαυρουδής, Μανώλης Ιωνάς, Απόλλων Μπόλλας, Αλέξανδρος Πέρρος, Κωνσταντίνος Μουταφτσής, Αυγουστίνος Κούμουλος
Συμμετέχει ο Αλέξης Σταυριανός
Τη φωνή της χαρίζει η Νένα Μεντή
Χώρος: Θέατρο Αλκμήνη
Αλκμήνης 8, Γκάζι (μετρό Κεραμικός)

Σχολιάστε

Θέατρο - mytheatro.gr