fbpx

Ράφτης Κυριών στο θέατρο Από μηχανής, Κριτική της Παράστασης

  • Κριτική Κάτια Σωτηρίου

Ένα από τα διασημότερα έργα του Ζώρζ Φεντώ, ο Ράφτης Κυριών, παρουσιάζεται στο Από Μηχανής Θέατρο, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Μυλωνά.

Η υπόθεση

Ο Ζεράρ Μουλινό, επιφανής γιατρός, είναι παντρεμένος με την Υβόν ενώ παράλληλα διατηρεί ερωτική σχέση με τη Σουζάν, σύζυγο του Ωμπέν. Ο Ωμπέν απατά τη Σουζάν με τη Ρόζα, σύζυγο του Μπασσινέ, φίλου του Μουλινό. Ο Μουλινό προκειμένου να μπορεί ανενόχλητος να ζήσει τον παράνομο έρωτά του, νοικιάζει από τον Μπασσινέ ένα διαμέρισμα το οποίο μέχρι πρότινος λειτουργούσε ως ραφτάδικο κι εκεί κανονίζει να συναντήσει τη Σουζάν. Από το «αμαρτωλό» διαμέρισμα περνάνε νόμιμοι σύζυγοι και παράνομοι εραστές, μια πελάτισσα του πρώην ραφτάδικου η οποία επιμένει να της πάρει ο «ράφτης» Μουλινό μέτρα για το καινούριο της φόρεμα, η μητέρα της Υβόν, κυρία Αιγκρεβίλ, υποψιασμένη για τις πονηρές προθέσεις του γαμπρού της και φυσικά ο μπάτλερ του Μουλινό, Ετιέν, το πρόσωπο που θα ανακατώσει ακόμα περισσότερο τα νερά προκαλώντας ξεκαρδιστικές καταστάσεις.

Υπάρχει ένα πλήθος ανθρώπων που συναντιούνται, που δεν γνωρίζουν ο ένας τον άλλον, κάτι που οδηγεί σε μια σειρά από ανατροπές των ρόλων, πολλές συγχύσεις μεταξύ ορισμένων ονομάτων και διαμερισμάτων. Ένα μικρό ψέμα, που προφέρεται στην αρχή του έργου, θα εισαγάγει όχι μόνο επίπεδη δικαιολογία, αλλά και μια ολόκληρη σειρά παρεξηγήσεων, αστείες καταστάσεις, και κωμικά επεισόδια. Ωστόσο, τα πάντα τελικά φτάνουν ποιητική αδεία στην κάθαρση και τη γενική ικανοποίηση.

Το έργο

Ο ράφτης κυριών είναι ένα από τα καλύτερα έργα του Φεντώ, ίσως το πιο ζωντανό, και ρυθμικό, που έγραψε στην ηλικία των 23 καταφέρνοντας την πρώτη μεγάλη επιτυχία του. Με το Ράφτη Κυριών ανακαλύπτουμε για πρώτη φορά τη διάσημη διαβολική μηχανική της γραφής του στην υπηρεσία των παράλογων καταστάσεων.
Ο ράφτης κυριών ονομάστηκε “απολαυστικά λαϊκό” έργο, μια ιστορία μπερδεμένη “με απιστίες, λανθασμένες ταυτότητες, άτακτους πρωταγωνιστές ανώτερης τάξης και εξίσου καχύποπτους υπηρέτες, καθώς και πόρτες που χτυπούν και διατηρούν την αόριστη δράση κινούμενη. Αυτή η σύγχρονη εκδοχή του έργου είναι μια φάρσα που συνδυάζει το εκλεπτυσμένο χιούμορ με την πιο τραχιά κωμωδία.

Ο Φεντώ, κρατώντας τις αποστάσεις του από το βωντβίλ για να συνθέσει συζυγικές κυρίως φάρσες όπου το κωµικό είναι ανελέητο και σπαραξικάρδιο, ανανεώνει το θεατρικό αυτό είδος µε µια βαθύτερη σπουδή των χαρακτήρων. Στα έργα του καυτηριάζει κυρίως την αστική τάξη την οποία και γελοιοποιεί. Το κωµικό στα έργα του Φεντώ εµπεριέχει πάντοτε και κάποια αλήθεια, και είναι στην αλήθεια αυτή που η αστική τάξη του τέλους του 19ου αιώνα αναγνωρίζει τον εαυτό της· αναγνωρίζει τις φαντασιώσεις της και τους ανικανοποίητους πόθους της.
Όλα σχεδόν τα θεατρικά έργα του Φεντώ γνώρισαν µεγάλη επιτυχία αλλά και µιµητές και εξακολουθούν να παίζονται µέχρι σήµερα. Εαν και θεωρείται ο κυρίαρχος του θεάτρου του µπουλβάρ στα τέλη του 19ου αιώνα, η αίσθηση που έχει της παρεξήγησης και η ικανότητά του να µετατρέπει µια τετριµµένη κατάσταση σε σκηνικό ντελίριο οδήγησε πολλούς στο να τον θεωρήσουν προάγγελο του µπουρλέσκου και του θεάτρου του παραλόγου του Ιονέσκο.

Ο Φεντώ υφαίνει το έργο του γύρω από την κωμωδία των εμφανίσεων. Παίζει με τις μάσκες που φορούν οι σύζυγοι και οι εξαπατημένες γυναίκες. Απολαμβάνει τις υπερβολικές προσπάθειες που κάνουν όλοι οι ήρωες για να μην αποκαλύψουν τις πραγματικές τους προθέσεις, έτσι ώστε η αστική κωμωδία να συνεχιστεί. Γελάει για την υποκρισία γύρω από το γάμο και τις σεξουαλικές επιθυμίες που έρχονται να απειλήσουν τις ηθικές επιταγές.
Κι αν το κείμενο σε πρώτη ανάγνωση δείχνει ξεπερασμένο, στην πραγματικότητα είναι η κριτική και ο σαρκασμός του απέναντι στα αστικά ήθη, τη σεμνοτυφία και την υποκρισία της εποχής. Ο κόσμος που παρουσιάζει ο Φεντώ δεν έχει σχέσεις με τη ηθική ή το ρομαντισμό γιατί απλά αδιαφορεί για το συναίσθημα και την ηθικότητα. Και το ότι η τιμή, ενώ δεν θριαμβεύει, σχεδόν πάντα σώζεται, είναι φανερό πως οφείλεται και μόνο στη θεατρική σύμβαση.

Η παράσταση

Η σκηνοθεσία του Δημήτρη Μυλωνά χρωματίζει την εικόνα των απεγνωσμένων πράξεων για να δώσει έμφαση στην υποκρισία και την ανάγκη να φανεί προς τα έξω ένας ανούσιος καθωσπρεπισμός. Η παραμικρή χαλάρωση, η παραμικρή απώλεια έντασης ή ακρίβειας θα μπορούσε να καταστρέψει την έννοια της φάρσας, κι έτσι οι ρυθμοί παραμένουν υψηλοί καθόλη τη διάρκεια του έργου. Ένας φρενήρης ρυθμός , απροσδόκητες και εκρηκτικές συναντήσεις, συμφιλιώσεις ασυμβίβαστων καταστάσεων, χαρακτήρες που συγκρούονται … Ο θεατής δεν έχει χρόνο να αναπνεύσει, καθώς οι χαρακτήρες τρέχουν από μια παρεξήγηση στην άλλη, από την τύχη στην αποτυχία, ενώ οι πόρτες που χτυπούν κρύβουν εραστές και παρεξηγήσεις. Έτσι, ο Δημήτρης Μυλωνάς σκηνοθετεί με ακρίβεια ένα … χάος… που ναι μεν εκτρέπεται συχνά στην υπερβολή και τη φασαρία επί σκηνής όπως επιβάλλουν οι σεναριακές διευκολύνσεις, αλλά εντούτοις αποφεύγει την ασυνάρτητη κίνηση έστω και αν η κωμική ένταση αυτού του είδους συντηρείται φυσικά με έμφαση στο γκροτέσκο.

Οι ερμηνείες του έργου ακολουθούν τους υψηλούς ρυθμούς της σκηνοθεσίας.

Ο Αλέξανδρος Μπουρδούμης καταφέρνει να ακολουθήσει τον καταιγιστικό ρυθμό του έργου, κινείται συνεχώς, διατηρεί το κωμικό μέτρο, ενώ ταυτόχρονα αποδεικνύει ότι έχει μια ιδιαίτερα ζεστή σχέση με τους θεατές, αφού καταφέρνει, χωρίς να χάνει τη συγκέντρωση του, να ποζάρει συχνά προς το κοινό, με τη δέουσα αυταρέσκεια και τον ελεγχόμενο ναρκισσισμό που επιβάλλει ο ρόλος του.

Η Μαρούσκα Παναγιωτοπούλου έχει μια ιδιαίτερη σκηνική ευφυΐα, που σπανίζει, καθώς έχει την ικανότητα όχι μόνο να αντιλαμβάνεται την πιθανή εκτροπή του ρυθμού μιας παράστασης, αλλά κυρίως να επαναφέρει τις εντάσεις στον πρέποντα τόνο. Έξοχη κα Αιγκρεβίλ, δημιουργεί ιδιαίτερο αισθητικό «χώρο» στη σκηνή με το αιχμηρό ύφος και τα εξαίσια κουστούμια της, ερμηνεύοντας με κομψότητα τη δεσποτική πεθερά.

Η Ελεάννα Στραβοδήμου ερμηνεύει με ακρίβεια την ευαίσθητη, ενοχική, και ελαφρώς αφελή σύζυγο που αμφιταλαντεύεται για το σωστό και το λάθος στη σχέση της, ενώ ο Ευθύμης Μπαλαγιάννης (απολαυστικός στην είσοδο των θεατών) έχει μια σοβαρότητα ακόμα και στις πιο κωμικές στιγμές του, και διατηρεί επίσης το κωμικό μέτρο χωρίς να καταφεύγει σε φωνές και οχλαγωγία.

Η Ελένη Βαΐτσου ως Ρόζα, έχει το μπρίο μιας femme fatale ικανής να φέρει αναστάτωση στον ανδρικό πληθυσμό. Η Άννα Ελεφάντη με μετρημένα ακκίσματα και φίνετσα γαλλικής πορσελάνινης, ερμήνευσε την στα όρια της υστερίας Σουζάν, ενώ η Μαρία Χανου έχει κάτι το απόκοσμο και γοητευτικό ως αλλοπαρμένη Νύφη.

Ο Δημοσθένης Φίλιππας φέρει όλη την αμηχανία αλλά και αφέλεια του ήρωα του στην επιφάνεια, ενώ ο Γιάννης Σαμψαλακης ενώ έχει στιγμές που επιτυγχάνει τη στιβαρότητα που απαιτείται, παρασύρεται συχνά σε υπερβολικές φωνές και ενοχλητικά υψηλούς τόνους που αφαιρούν την κωμικότητα από το ρόλο του.
Τα κοστούμια του MILTOS είναι πραγματικά εξαίσια, πολυτελή, πολύχρωμα και θεαματικά, ταιριαστά όχι μόνο με την εποχή, αλλά κυρίως την ένταση και την υπέρβαση που προτείνει ο Φεντώ. Οι σωστοί φωτισμοί του Γιώργου Αγιαννίτη και η μουσική μπουρλέσκ με γαλλικές πινελιές του Παύλου Κατσιβέλη δίνουν επίσης έμφαση στο γκροτέσκο στοιχείο της φάρσας που ενισχύεται ακόμα περισσότερο από την καταιγιστική κίνηση που επιμελήθηκε η Ειρήνη Κυρμιζάκη.

Στο σύνολο της η παράσταση αφήνεται στην καλπάζουσα πλοκή και αναδεικνύει τη σκηνικά οργιαστική υπερβολή της ιστορίας με τρόπο που θα ενθουσιάσει κυρίως τους λάτρεις της αυθεντικής γαλλικής φάρσας.

Συντελεστές Παράστασης:

  • Σκηνοθεσία-μετάφραση: Δημήτρης Μυλωνάς
  • Σκηνικά: Αμαλία Αντώνη
  • Κοστούμια: MILTOS
  • Φωτισμοί: Γιώργος Αγιαννίτης
  • Μουσική: Παύλος Κατσιβέλης
  • Επιμέλεια κίνησης: Ειρήνη Κυρμιζάκη
  • Βοηθος Σκηνοθετη: Βίκυ Παναγιωτοπούλου
  • Βοηθοί Σκηνογράφου: Ιωάννα Γιαννακοπούλου και Ανριέττα Γκιώνη

Παίζουν:

  • Αλέξανδρος Μπουρδούμης: Μουλινό
  • Μαρούσκα Παναγιωτοπούλου: κυρία Αιγκρεβίλ
  • Ελένη Βαΐτσου: Ρόζα
  • Άννα Ελεφάντη: Σουζάν
  • Ευθύμης Μπαλαγιάννης: Ετιέν
  • Δημοσθένης Φίλιππας: Μπασσινέ
  • Ελεάννα Στραβοδήμου: Υβόν
  • Μαρία Χανου: Πομπινέτ
  • Γιάννης Σαμψαλάκης: Ωμπέν

Σχολιάστε

Θέατρο - mytheatro.gr