Επάγγελμα πόρνη – *κριτική Κάτια Σωτηρίου
Το έργο «Επάγγελμα πόρνη», βασισμένο στο ομότιτλο βιβλίο της Λιλής Ζωγράφου σε σκηνοθεσία Ένκε Φεζολλάρι με την Αλεξάνδρα Παλαιολόγου, που παίζεται στις θεατρικές σκηνές για τέταρτη συνεχόμενη χρονιά, ανεβαίνει στο Tempus Verum εν Αθήναις.
Κομψή, φιλοσοφημένη, εκκεντρική, εστέτ, μαγκιόρα, σκληρή, τρυφερή η Λιλή Ζωγράφου περνάει δια πυρός και σιδήρου και βγαίνει νικήτρια -μιας και η ουσία της δεν αλλοιώνεται- καταμαρτυρώντας πως η ζωή νικά.
Έχοντας το μότο αυτό ως πηγή έμπνευσης, ο Ένκε Φεζολλάρι σκηνοθετεί την Αλεξάνδρα Παλαιολόγου στις ιστορίες «Της Χούντας» από το βιβλίο «Επάγγελμα Πόρνη» της Λιλής Ζωγράφου. Δύο ιστορίες αυτοβιογραφικές που δίνουν το στίγμα της εποχής και σκιαγραφούν τη συγγραφέα-ορόσημο της Ελλάδας της μεταπολίτευσης: μίας γυναίκας αγωνίστριας ενάντια σε κάθε μορφή βίας. Σε κάθε καθεστώς που εξαθλιώνει την ανθρώπινη υπόσταση και σε κάθε αυτεπάγγελτη εξουσία που στερεί τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα.
Ιστορία πρώτη
Χούντα. Στη συγγραφέα απαγορεύεται να εξέλθει της χώρας λόγω πολιτικών πεποιθήσεων με πρόφαση τη μη άσκηση του επαγγέλματος της δημοσιογραφίας που αναγράφεται στο διαβατήριό της. Η Ζωγράφου πολεμώντας με χιούμορ το παράλογο καθεστώς, αλλάζει ιδιόγραφα το επάγγελμά της σε «Πόρνη-ελευθερίων ηθών» με συνέπειες τραγελαφικές.
Ιστορία δεύτερη
1973. Μετά την απόπειρα αυτοκτονίας τις παραμονές πρωτοχρονιάς, νοσηλεύεται σε ψυχιατρική κλινική. Εκεί γινόμαστε μάρτυρες της απάνθρωπης συμπεριφοράς του προσωπικού, που φτάνει στα όρια του εξευτελισμού: η συγγραφέας -δεμένη στο κρεβάτι- πέφτει θύμα βιασμού από νυχτερινούς φύλακες. Εντούτοις δεν αποδυναμώνεται: η τραυματική της εμπειρία την εξωθεί στη κατά μέτωπο σύγκρουση με τους ιθύνοντες και την καταγγελία της σαθρής λειτουργίας του νοσηλευτικού οργανισμού.
Το έργο
Τόσο το πρωτότυπο λογοτεχνικό κείμενο όσο και η παράσταση προτείνουν μιαν αποσπασματική, αλλά στέρεη αλληλουχία ζωής. Πίσω από μια φαινομενικά απλή και προσιτή γραφή υποκρύπτεται μια αδιαμφισβήτητη δυναμική που συνδυάζει την κοινωνική και πολιτική κριτική με τον αδυσώπητο σαρκασμό αλλά και τον καυστικό και συνεπώς ανηλεή σπαραγμό μιας γυναίκας που γνώρισε το σκληρό πρόσωπο της Χούντας, και που βίωσε έναν καταιγισμό κακοποίησης και συντριβής.
Η Ζωγράφου επιλέγει την πρωτοπρόσωπη αφήγηση, που βοηθάει να αναδειχτεί το χιούμορ της αλλά και το πείσμα της , μέσα από μία λεπτομερή περιγραφή συναισθηματικών καταστάσεων και προσώπων και που αναδεικνύει την τρομερή ικανότητα της συγγραφέως μας να χειρίζεται την γλώσσα και να ζωγραφίζει με τις λέξεις.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η λεπτομερής συναισθηματική κατάσταση της και το τρομερό αδιέξοδο στο οποίο υπεισέρχεται με την άρνηση της χούντας να της δώσει διαβατήριο, αλλά και της λεπτής ειρωνείας με την οποία αντιμετώπισε τους ανθρώπους του καθεστώτος.
Και διακηρύττει με παρρησία διαρκώς μέσα σ΄ αυτά τη μοναδικότητα της ανθρώπινης οντότητας, την αυτοτέλεια και την αυθυπαρξία της, αλλά και την καθολική της άρνηση να ενταχθεί στις δομές των κρατούντων εξουσιαστικών μηχανισμών και να γίνει «γρανάζι και μηχανή» σε ένα άκαρδο και άνοστο κόσμο.
Γράφει στο οπισθόφυλλο του βιβλίου της “Προειδοποίηση: Δεν πουλώ ύφος, στυλ, λογοτεχνία. Δεν γράφω διηγήματα. Καταθέτω γεγονότα και συμπτώματα της εποχής που ζω. Όλα όσα γράφω συνέβησαν. Σε μένα ή σε άλλους. Η ζωή περνά από μέσα μου, με διαποτίζει με την ασκήμια της, με γεμίζει λύσσα με την αδικία της την οργανωμένη, με ταπεινώνει με την ανημποριά μου ν’ αντιδράσω, να επαναστατήσω αποτελεσματικά, να υπερασπιστώ τον μαζικό μας εξευτελισμό. Αν ξαναγινόμουν είκοσι χρονών θα ξεκινούσα από τις κορφές των βουνών, αντάρτης, ληστής, ν’ ανοίξω τα μάτια εκείνων που δέχονται αδιαμαρτύρητα τη μοίρα τους, όσο και κείνων που εθελοτυφλούν. Όχι, η επανάστασή μου, δε θα στρεφόταν κατά του κατεστημένου και του συστήματός μου, αλλά εναντίον εκείνων που το ανέχονται. Θα σκότωνα, θα τσάκιζα την κακομοιριά, την υποταγή, την ταπεινοφροσύνη. Η γη έτσι κι αλλιώς δε χωρά άλλους ταπεινούς και καταφρονεμένους. Όπως δε χωρά άλλα φερέφωνα..”
Η παράσταση
Παρακολουθώντας την παράσταση, πιάνεις τον εαυτό σου να μειδιά, να γελά, να συγκινείται, να συλλογίζεται τις όχι και τόσο μακρινές στιγμές ενός ανθρώπου και μιας χώρας…. Η δύναμη της πένας της συγγραφέως συναντά τη συναισθηματική ευφυΐα του Ενκε Φεζολλάρι που με τη σκηνοθεσία του ανασαλεύει με τρυφερότητα, απλότητα και ωριμότητα το λόγο της Ζωγράφου, και κάπως έτσι, ήδη από τον πρώτο μονόλογο η παράσταση καταλύει τις αντιστάσεις σου, χωρίς να το αντιληφθείς, και αφήνεσαι στο λόγο. Είναι σπουδαίο προτέρημα η σκηνοθεσία να μπορεί να αναδείξει την καθαρότητα, και την ανθρωπιά του κειμένου, και αυτό είναι ένα στοίχημα που ο Ένκε Φεζολλάρι το έχει κερδίσει, γιατί επέλεξε έναν κατευθυντήριο τρόπο με λεπτότητα, χωρίς παρεμβάσεις που θα υπερκάλυπταν το λόγο ή την έκφραση της ηθοποιού του.
Η Αλεξάνδρα Παλαιολόγου μεταφέρει με καθαρότητα τα αισθήματα που τη διακατέχουν καθώς εξιστορεί τις καταστάσεις της ηρωίδας της. Ο θεατής αισθάνεται την καχυποψία της, την αγωνία, τον πανικό της, την πίστη της. Σκιαγραφεί λιτά, εσωτερικά, χωρίς θεατρινισμούς, την σημειολογικά φορτισμένη προσωπικότητα ενός ανθρώπου που φέρει μια σπουδαία λεβεντιά, και γίνεται σπαρακτική στην συνάντησή της με την απόγνωση. Μετακινείται από το δραματικό στο κωμικό ύφος ανεπαίσθητα, ώστε να αποδεικνύει κάθε στιγμή τη άρρηκτη σχέση του κωμικού με το τραγικό στη ζωή. Είναι μια συναρπαστική ερμηνεία.
Η επιλογή του σκηνικού απλή, με δυο παλέτες, ένα μικρόφωνο για να εντείνει το λόγο σε μια εποχή απαγόρευσης, και ένα σεντόνι λέξεων και εικόνων πίσω από την ηρωίδα, να μας φέρνει πίσω το χρόνο, αλλά και να συνδέει το γραπτό και προφορικό λόγο με τη μνήμη και την ιστορία.
Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει στο μουσικό κομμάτι της παράστασης, με το τραγούδι του Σταμάτη Κραουνάκη, που με το αγαπημένο ύφος, τον ευθύβολα πολιτικό στίχο, και την πορώδη φωνή του ντύνει το συγκινητικό τέλος της παράστασης.
Στο σύνολο της πρόκειται για μια παράσταση που μέσα από την απλότητα και την αμεσότητα της καταφέρνει να δώσει πνοή στις αναμνήσεις που κρύφτηκαν στα συρτάρια της μνήμης, και μέσα από το γενναίο λόγο της Ζωγράφου, να αναμοχλεύσει τα βιώματα που χάνονται συχνά στη λήθη αλλά και την άγνοια, να προκαλέσει τον καθένα ξεχωριστά να αφουγκραστεί το δικό του ρόλο απέναντι στο σύστημα, αλλά και την ιστορία που κάνει κύκλους και μοιάζει να επιστρέφει.
Σκηνοθεσία:
Ένκε Φεζολλάρι
Βοηθός Σκηνοθέτη:
Μαριάνθη Γραμματικού
Σκηνικός χώρος–κοστούμια–φωτισμοί:
Ενκε Φεζολλάρι, Μαριάνθη Γραμματικού
Μουσική:
Σταμάτης Κραουνάκης
Φωτογραφίες–βίντεο:
Αθηνά Λιάσκου
Επικοινωνία:
Μαρία Κωνσταντοπούλου
Παραγωγή:
Red Moonlight Productions