- Κριτική Κάτια Σωτηρίου
- Φωτογραφίες πρόβας: Ελπίδα Μουμουλίδου
Η Ηλέκτρα του Ευριπίδη παρουσιάζεται φέτος το καλοκαίρι σε σκηνοθεσία Θέμη Μουμουλίδη, με την Λένα Παπαληγούρα στον ομώνυμο ρόλο, τον Νίκο Κουρή ως Ορέστη, και ένα θίασο εκλεκτών συνεργατών.
Η υπόθεση
Η Κλυταιμνήστρα και ο Αίγισθος, εραστές, αφού δολοφόνησαν τον Αγαμέμνονα προσπάθησαν να εξουδετερώσουν τα δύο παιδιά του. Τον Ορέστη, που ζει εξόριστος και περιπλανάται ανέστιος, τον έχουν επικηρύξει τάζοντας αμοιβή σε όποιον τον δολοφονήσει. Την Ηλέκτρα, για να την ταπεινώσουν και να την αποκλείσουν από τα βασιλικά δικαιώματα, την παντρεύουν μ’ έναν ταπεινό γεωργό, ο οποίος όμως σέβεται την παρθενία της. Η Ηλέκτρα βοηθά τον σύζυγό της στις αγροτικές εργασίες στην καλύβα τους.
Ο Ορέστης με τον φίλο του Πυλάδη φτάνουν στο Άργος, ζητούν άσυλο στο φτωχικό της Ηλέκτρας, που δεν τους αναγνωρίζει, φέρνοντας δήθεν ειδήσεις για τον εξόριστο αδελφό της. Ο γεωργός για να περιποιηθεί τους ξένους ζητά τη βοήθεια σε τρόφιμα από έναν γέροντα, ο οποίος ήταν στα χρόνια του Αγαμέμνονα παιδαγωγός του Ορέστη. Εκείνος έρχεται και τον αναγνωρίζει και η Ηλέκτρα με τον αδελφό της σχεδιάζουν το φόνο της μητέρας τους και του εραστή της.
Ορέστης και Πυλάδης σπεύδουν σε λαϊκή πανήγυρη όπου ο Αίγισθος θυσιάζει. Ένας αγγελιαφόρος φέρνει την είδηση ότι, κατά τη διάρκεια της θυσίας, ο Ορέστης σκοτώνει τον Αίγισθο επιστρέφοντας στην αγροικία της Ηλέκτρας και η κόρη καλεί την Κλυταιμνήστρα να έρθει να τη συμβουλεύσει πώς να φασκιώσει το παιδί της που τάχα γέννησε. Η Κλυταιμνήστρα έρχεται και τα δύο της παιδιά τη σφάζουν. Μετά τον φόνο, ως από μηχανής θεοί εμφανίζονται οι Διόσκουροι που προαναγγέλλουν τον χωρισμό των αδελφών και τη δίκη του Ορέστη στον Άρειο Πάγο και την αθώωσή του.
Το έργο
Η «Ηλέκτρα» του Ευριπίδη παίχτηκε («διδάχθηκε») το 413 π.Χ., δηλαδή πολύ πιο μετά από τα δύο άλλα δράματα με την ίδια υπόθεση, τις «Χοηφόρους» του Αισχύλου (458 π.Χ.) και την «Ηλέκτρα» του Σοφοκλή (ίσως 430 π.Χ.). Μερικοί μελετητές, δίνοντας προτεραιότητα στην προστασία των πλοίων στη Σικελία από τους Διόσκουρους, που αναφέρεται στο τέλος, τοποθετούν την παράσταση της τραγωδίας το 413 π.Χ., χρονιά της σικελικής εκστρατείας των Αθηναίων. Οι μετρικές αναλύσεις όμως, που προβάλλουν πολλοί άλλοι, τη θέλουν προγενέστερη, οπωσδήποτε πριν από τις «Τρωάδες», που διδάχτηκαν το 415 π.Χ. Με βάση το κριτήριο αυτό ο W. Theiler κατέφυγε στη θεωρία του «συρταριού», υποστηρίζοντας ότι η «Ήλεκτρα» γράφτηκε το 419/18, έμεινε στο συρτάρι και παίχτηκε το 413 π.Χ.
Η Ηλέκτρα του Ευριπίδη, σαφώς διαφοροποιημένη από την ηρωική εκδοχή του Σοφοκλή, κρατά εξέχοντα ρόλο στο δράμα των Ατρειδών και συνεχίζει μια πορεία μοναχική, ανελέητη, παθιασμένη και κυρίως εκδικητική μέσα στον χρόνο. Ο Ευριπίδης χρησιμοποιεί την ιστορία της Ηλέκτρας για να την απομυθοποιήσει, καλώντας ουσιαστικά τους θεατές να πάρουν αποστάσεις από την εκδικητική μανία επί σκηνής και να εξασκήσουν την κρίση τους, παρά να υποταχθούν στην πλαστή δικαιοσύνη μιας διαρκούς αντεκδίκησης και όλων των μύθων που την στηρίζουν. Μες στον ρεαλισμό και την πικρόχολη ειρωνεία του, παρέχει ένα πρότυπο ενός ανθρώπου – έρμαιου στα χέρια των δυνάμεων που τον ορίζουν, είτε αυτές είναι ψυχικές είτε κοινωνικές. Και προειδοποιεί για την καταστροφή που μπορεί να επέλθει αν δεν εξασκήσουμε την κρίση, τη λογική και την αυτοσυγκράτηση.
Η παράσταση
Η Ηλέκτρα του Ευριπίδη, είναι ένα κείμενο που χτίζει σιγά και σταθερά την πορεία προς την εκδίκηση, εν είδη θρίλερ, με κεντρική ηρωίδα ένα κορίτσι που παρά τα βάσανα της παραμένει ανυπότακτη και κουβαλά στο μυαλό της μια πράξη ακραίας δικαιοσύνης. Ως κείμενο δεν προσφέρεται για πρωτοποριακές και εντυπωσιακές σκηνοθεσίες, αλλά για στέρεες και ουσιώδεις ερμηνείες. Και σε αυτό το σημείο, η Ηλέκτρα του Θέμη Μουμουλίδη κερδίζει το στοίχημα.
Η σκηνοθεσία είναι όπως πάντα απλή, με σύγχρονο προσανατολισμό, επιτρέπει στη ζωντανή και παλλόμενη μετάφραση του Κ.Χ. Μύρη να ακουστεί, αλλά και στους ηθοποιούς να προσεγγίσουν τους ρόλους τους με συναίσθημα. Η έμφαση δόθηκε στην αμφίδρομη σχέση του τραγικού με το κωμικό και στον υποκριτικό κώδικα που επιτρέπει τη μετατόπισή τους (Ίσως στη σκηνή του ενός Διόσκουρου (;) να υπερτονίστηκε το ιλαρό στοιχείο), καθώς η σκηνοθεσία δημιούργησε ρωγμές στον κλασικό τρόπο προσέγγισης του αρχαίου δράματος, χωρίς όμως να ισοπεδώνει την ουσία του τραγικού. Προσπάθησε να απεγκλωβιστεί από το εξειδικευμένο ηρωικό μέγεθος του τραγικού και να ανακαλύψει την τραγικότητα μέσα από τους απλούς ανθρώπινους καθημερινούς δρόμους.
Η Λένα Παπαληγούρα, η οποία σε κάθε εμφάνιση της πατά όλο και πιο σταθερά ως μεγάλη πρωταγωνίστρια, προσέγγισε την Ηλέκτρα όχι μόνο με τεχνική ωριμότητα, αλλά κυρίως με την ψυχή και τη διάνοια της. Φωνητικά ακριβής, με απόλυτο έλεγχο των εντάσεων της, χάρισε λεπτές αποχρώσεις οργής, αποφασιστικότητας και πόνου. Η σωματική της έκφραση ακολουθούσε τις υφολογικές αλλαγές που επέτασσε το κείμενο και η κίνηση των χεριών της με τις δυναμικές ακινησίες που χρησιμοποιούσε, υπερτόνιζαν το υποκριτικό της εύρος.
Ο Ορέστης του Νίκου Κουρή ήταν δουλεμένος και καθοδηγημένος εξαιρετικά. Με μεγάλη πειθαρχία και προσήλωση, ο Κουρής ανέτρεξε στην χαμένη αθωότητα του Ορέστη, καθώς βάδιζε προς το διπλό φονικό και τη μιαρή πράξη της μητροκτονίας, και την απελπισμένη διαπίστωση της παγίδας που του έστησε ο χρησμός του Λοξία Απόλλωνα.
Ο Χρήστος Χατζηπαναγιώτης με φωνή ζεστή και κινησιολογία ανθρώπου τρυφερού, ενσάρκωσε έξοχα τον Παιδαγωγό, και μας χάρισε την ίσως πιο συγκινητική αναγνώριση που έχουμε δει ποτέ στο ευριπίδειο δράμα. Σπουδαία ερμηνεία, σπουδαία σκηνή.
Η Μαρούσκα Παναγιωτοπούλου, σωστή τονικά ως μέρος του χορού, έφερε στη σκηνή μια ξεκάθαρα στέρεη εικόνα για το αρχαίο δράμα και τη σκηνική του ερμηνεία, μετέτρεψε το ποσόν της ενέργειας σε ποιόν, δημιουργώντας μια Κλυταιμνήστρα δωρική, με αυτοπεποίθηση ακόμα και στο άδικο της, τονίζοντας την ηγεμονική όψη της βασίλισσας.
Ο Γιάννης Νταλιάνης εξαιρετικά εύστοχος ως Αυτουργός, προέβαλλε σωστά τα στοιχεία «οµιλίας», και «ήθους» του λαϊκού άνδρα – γεωργού, σταθμίζοντας με απλότητα την ηθική αξία ανεξάρτητα από την κοινωνική και οικονοµική τάξη. Στο ρόλο του Διόσκουρου, ακολούθησε την ευριπίδεια οδηγία της περίσσειας ειρωνείας – χιούμορ, ίσως όμως ήθελε περισσότερο μέτρο.
Ο Νίκος Αρβανίτης σήκωσε επάξια το βάρος του αγγελιοφόρου που περιγράφει το φόνο του Αίγισθου, και με εύστοχες εναλλαγές φωνής περιέγραψε τους διαλόγους Αίγισθου – Ορέστη, σατιρίζοντας τον πρώτο, και επαινώντας, με θαυμασμό το θάρρος του Ορέστη.
Ο χορός που δεν απομονώνεται από τα δρώμενα αλλά αλληλεπιδρά με τα γεγονότα, εκφράστηκε με ρυθμική απαγγελία των σύντομων στασίμων. Η Ελένη Ζαραφίδου, η Μαρούσκα Παναγιωτόπουλου και η Δανάη Επιθυμιάδη κινήθηκαν σε απλούς, δουλεμένους ρυθμούς, με καθαρό λόγο και αφήγηση. Οι ερμηνείες τους είχαν αίσθηση συνόλου στην έκφραση τους, και κορυφώθηκαν σταδιακά, με ένα καλοκουρδισμένο σύστημα συγχρονισμού και ετερογχρονισμού. Η επιλογή της Μαριάννας Πολυχρονίδη ως κορυφαίας ήταν εξαιρετική, καθώς με το τραγούδι της προσέθεσε την απαραίτητη λυρική πνοή, και αποτέλεσε μια υπέροχη γέφυρα προς την συναισθηματική ένταση των επεισοδίων. Έξοχο το σβήσιμο της φωνής στο τελευταίο στάσιμο, σαν σπαραγμός που κατατρώει σιγά-σιγά τα σωθικά των ηρώων.
Με όμορφο παράστημα και σωστές τοποθετήσεις ο Παναγιώτης Εξαρχέας, στο ρόλο του Πυλάδη.
Τα σκηνικά της Παναγιώτας Κοκκορου λιτά, με ένα σύστημα όρθιων στηλών για την αγροικία του Αυτουργού – Ηλέκτρας, ενώ τα κουστούμια ήταν σύγχρονα και απλά, τονίζοντας τη ρακένδυτη «σκευή» της Ηλέκτρας, αλλά και την καθημερινότητα των υπόλοιπων ηρώων, με εξαίρεση το εντυπωσιακό φόρεμα της Κλυταιμνήστρας. Η μουσική του Θύμιου Παπαδόπουλου απόλυτα ταιριαστή με τη σκηνική ένταση και αγωνία, υπέροχη στα χορικά, αλλά και μια μικρή παρέμβαση συναισθήματος και μνήμης, με τις λίγες νότες από τα «Γλυκά μου μάτια» του Γούναρη.
Στο σύνολο της πρόκειται για μια παράσταση εύρυθμη, που μπορεί να μην έχει κάποια εντυπωσιακή καινοτομία, αλλά κρατά τις εντάσεις ψηλά, το ενδιαφέρον του θεατή αμείωτο και αποφεύγει εύκολα τις όποιες αμήχανες στιγμές του κειμένου. Πρόκειται για μια παράσταση γοητευτική, υψηλής αισθητικής και εξαίσιων ερμηνειών.
Συντελεστές
Στο ρόλο της Ηλέκτρας η Λένα Παπαληγούρα.
Παίζουν: Νίκος Κουρής, Χρήστος Χατζηπαναγιώτης, Γιάννης Νταλιάνης, Νίκος Αρβανίτης, Μαρούσκα Παναγιωτοπούλου, Μαριάννα Πολυχρονίδη, Ελένη Ζαραφίδου, Δανάη Επιθυμιάδη, Παναγιώτης Εξαρχέας κ.α.
Σκηνοθεσία: Θέμης Μουμουλίδης
Μετάφραση: Κ.Χ Μυρης
Επεξεργασία Κειμένου: Παναγιώτα Πανταζή
Σκηνικό – Κοστούμια: Παναγιώτα Κοκκορου
Μουσική: Θύμιος Παπαδόπουλος
Ηρθαμε μολις να δουμε την παρασταση με κερδισνενες προσκλήσεις και τα ατομα απο την εισοδο δεν ειχαν τα εισητηρια μας και νας ειπαν μπείτε ετσι εχουμε ενημερωσει ενεις… μας επετρεψαν να κατεβούμε στο χωρο του θεάτρου και ατομα τις παραγωγής μας εδιωξαν με αναρμοστη συμπεριφορά γιατ δεν υποδείξαμε τα εισητηρια και ενω τους λεγαμε οτι ειναι απο προσκληση κ.τ.λ. συνέχισαν να μας κανουν παρατήρηση… ΝΤΡΟΠΗ ΤΟΥΣ ΛΥΠΆΜΑΙ