Το θέατρο του Νέου Κόσμου παρουσιάζει το εμβληματικό έργο του Tenesse Williams Ξαφνικά πέρσι το καλοκαίρι, σε σκηνοθεσία Γιώργου Παπαγεωργίου, με τη Θέμιδα Μπαζάκα και την Μαίρη Μηνά.
- Κριτική Κάτια Σωτηρίου
- Φωτογραφίες Ελπίδα Μουμουλίδου
- Δείτε το φωτογραφικό άλμπουμ της παράστασης στη σελίδα μας στο Facebook
Το έργο
O θάνατος του ομοφυλόφιλου ποιητή Σεμπάστιαν, κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες, θα ωθήσει τη μητέρα του κα Βέναμπλ που αρνείται να δεχτεί την πραγματικότητα, να έρθει σε σύγκρουση με την ξαδέρφη του, την Κάθρην, ώστε μέσω του γιατρού Κούκροβιτς να ζητήσει τη λοβοτομή της… Το Ξαφνικά Πέρσι το Καλοκαίρι έκανε πρεμιέρα στο Μπρόντγουεϊ τον Ιανουάριο του 1958 με πρωταγωνιστές την Αν Μίτσαμ στο ρόλο της Κάθριν Χόλι και την Ορτάνς Άλντεν στο ρόλο της κυρίας Βέναμπλ. Η ταινία του Τζόζεφ Λ. Μάνκιεβιτς με πρωταγωνιστές την Ελίζαμπεθ Τέιλορ, το Μοντγκόμερι Κλιφτ, την Κάθριν Χέπμπορν και τη Μερσέντες ΜακΚέμπριτζ, που κυκλοφόρησε το 1959 έκανε το έργο διάσημο στο ευρύ κοινό.
Το Ξαφνικά Πέρσι το Καλοκαίρι συμπυκνώνει την τραυματική – από τα νεανικά του χρόνια – πορεία ζωής και δημιουργίας, τα χρόνια της συγγραφικής δόξας, αλλά και της μοναξιάς και δυστυχίας, τον εύθραυστο «κόσμο» αυτού του τυραννισμένου από την υποκρισία και τη σκληρότητα της αμερικανικής κοινωνίας, «καταραμένου» ποιητή.
Μπορεί κανείς να διαβάσει το Ξαφνικά Πέρσι το Καλοκαίρι από μια ρεαλιστική προοπτική, καθώς τα γεγονότα του εμπίπτουν στη σφαίρα του, αν όχι του εύλογου, εν τούτοις εφικτού και των βασικών στοιχείων της ζωής του Ουίλιαμς. Ο John Lahr, μελετητής του Ουίλιαμς παρατηρεί ότι το Ξαφνικά Πέρσι το καλοκαίρι ήταν ένα είδος αυτοβιογραφικού εξορκισμού που δημιουργήθηκε από τη θλίψη και την ενοχή που ένιωθε ο Ουίλιαμς γιατί δεν προστάτευσε την αδελφή του, Ρόουζ, καθώς και τον θυμό του για τη μητέρα του Edwina που αποφάσισε να επιτρέψει μια διμερή προμετωπική λοβοτομή στην αδερφή του.
Οι δυο κυρίαρχες γυναίκες στο έργο, η Κα Βέναμπλ και η Κάθριν μορφοποιούν το «είναι» του, φορούν το «προσωπείο» όλων των πληγών του Ουίλιαμς: Των τραυματικών οικογενειακών βιωμάτων του, της έγκλειστης σε ψυχιατρείο αδελφής του, του προσωπικού του φόβου για την ομοφυλοφιλία του. Ο Ουίλιαμς, με αυτό το διαλογικό, εξομολογητικό, αυτογνωσιακό έργο στροβιλίζεται πάνω στις ανοιχτές, αθεράπευτες πληγές της ψυχής και της ζωής του, βαθαίνοντάς τες. Ο Ουίλιαμς είχε εμμονή με την άποψη ότι κολυμπάμε σε μια θάλασσα έντονων παθών πάνω στα οποία έχουμε ελάχιστο έλεγχο. Στα έργα του Ουίλιαμς η αγάπη είναι πάντα ένα ορμητικό κτήνος, το ίδιο ακριβώς που μπορεί να καταστρέψει και να δημιουργήσει: «Όλοι καταβροχθίζουμε ο ένας τον άλλο, με τον τρόπο μας», είπε κάποτε σε συνέντευξή του.
Στο Ξαφνικά Πέρσι το Καλοκαίρι ο Ουίλιαμς αναδεικνύει τα ανθρώπινα πάθη ως αναπόσπαστο μέρος του αέναου κύκλου της ζωής, για να εξυμνήσει με έναν διακριτικά μεγαλειώδη τρόπο την ανάγκη για την αλήθεια και τη δύναμη της συγχώρεσης. Πρόκειται για ένα έργο που προσπαθεί να ανακαλύψει τα αίτια της τυραννισμένης ψυχής του, να αφουγκραστεί τις λεπτές αποχρώσεις, τους τόνους και τους σπασμούς της υπαρξιακής αγωνίας του και του τραυματικού ψυχισμού του – στοιχεία κυρίαρχα στο έργο του. Να ασκηθεί με την ψυχογραφική του αλήθεια. Να αναλογιστεί τα μεγέθη και την πολυμορφία της ανθρώπινης τραγωδίας και να «συνομιλήσει» επί σκηνής, χαμηλόφωνα, στοχαστικά, αισθαντικά, με την εξαίσια ποίηση της γραφής του και να αναδείξει τις ομοιότητές τους.
Ο Ουίλιαμς επέμεινε ότι η αφήγησή του πρέπει να διαβαστεί συμβολικά, δηλώνοντας ότι «ο Σεμπάστιαν είναι εντελώς υποδουλωμένος στη βασική του φύση και αυτό είναι που τον καταστρέφει». Ο θάνατός του είναι ένας τελετουργικός θάνατος, συμβολικός. Και όταν αποτύχει, όταν δεν είναι σε θέση να γράψει το ποίημά του εκείνο το καλοκαίρι, τότε είναι εντελώς χαμένος.»
Η Παράσταση
Ο Γιώργος Παπαγεωργίου αποφεύγοντας το κλισέ του κήπου με τα σαρκοφάγα φυτά, στήνει ένα δωμάτιο μνήμης του Σεμπάστιαν, φορτωμένο με προσωπικά του αντικείμενα, ένα μαυσωλείο που ενεργοποιεί τις αισθήσεις και τα συναισθήματα και κάνει κυριαρχικά παρούσα την απουσία του Σεμπάστιαν. Ο ίδιος έχει αναλάβει και τη δραματουργική επεξεργασία, που διατηρεί την συμβολική ποιητικότητα του μύθου του έργου, σε συνδυασμό με τη θεατρικά λειτουργική μετάφραση του Αντώνη Γαλέου. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Γιώργος Παπαγεωργίου αφουγκράζεται την ποίηση στο ιδίωμα του Ουίλιαμς. Γνωρίζει πώς να διαβάσει τα κενά μεταξύ των λέξεων έτσι ώστε μια παύση σε μια δεδομένη φράση να προσδίδει ιδιαίτερη έμφαση, και αντιλαμβάνεται με ιδιαίτερη ευαισθησία την εικονοπλαστική δυνατότητα του θεάτρου, ώστε με ένα φως να μεταφέρει το θεατή στην Cabeza de Logo.
Σημαντικό στοιχείο και σε αυτήν την παράσταση η ζωντανή μουσική (επί σκηνής οι Φώτης Σιώτας / Δημήτρης Χατζηζήσης ), με το βιολί να δημιουργεί υψηλές εντάσεις, και αγωνία. Αυτό όμως που αξίζει ιδιαίτερης αναφοράς, και είναι κοινός τόπος στις μέχρι τώρα σκηνοθεσίες του Γιώργου Παπαγεωργίου, είναι ότι ενώ η σκηνοθεσία του είναι σαφής και ορατή, γίνεται με στερεή πρόθεση να υπηρετήσει το λόγο και το κείμενο, χωρίς να το καπελώσει πουθενά, με στόχο να αφήσει τους ηθοποιούς του να ερμηνεύσουν. Στο Ξαφνικά Πέρσι το Καλοκαίρι καταφέρνει να καθοδηγήσει τους ηθοποιούς να αναλύσουν την αλήθεια των ρόλων τους με ψυχογραφική ακρίβεια, και μας παραδίδει ένα βαθιά ψυχολογικό θέατρο, όπως απαιτεί ο ποιητικός λόγος του Ουίλιαμς που ισορροπεί στις παρυφές του συμβολισμού και του νατουραλισμού.
Η Θέμις Μπαζάκα έπλασε ίσως την σπουδαιότερη Βέναμπλ των τελευταίων, πολλών, ετών: κομψή και ντελικάτη, με κοφτερό λόγο, με βλέμμα που κυμαίνεται από την συγκαλυμμένη οργή ως τη ματαιωμένη απογοήτευση και την μπερδεμένη ψυχή μιας μάνας που θέτει ώς στόχο της ζωής της να υπερασπιστεί την υστεροφημία του γιού της, όπως εκείνη τον σχημάτισε και τον αποδέχθηκε στο μυαλό της. Με τη βαθιά εσωτερικότητα και την υποκριτική της ωριμότητα, κατάφερε να ερμηνεύσει μια αφοπλισμένα γοητευτική, αλλά ταυτόχρονα βυθισμένη στις μνήμες της περασμένης ευτυχίας της Βέναμπλ, μέσα από την χειραγώγηση του γιού της. Στο – συγκλονιστικά σκηνοθετημένο – φινάλε απελπισμένη και τραγική, φτάνει σε σπαρακτικές επιτεύξεις.
Η Μαίρη Μηνά γέμισε τη σκηνή με πάθος και ειλικρίνεια κρατώντας τον θεατή «δέσμιό» της κατά τη διάρκεια του κλιμακούμενα εκρηκτικού της μονολόγου . Άλλοτε εύθραυστη, άλλοτε προκλητικά ελκυστική- εξάλλου υπήρξε κράχτης του Σεμπάστιαν – άλλοτε με ανήμερη ένταση, κατάφερε με μια ψυχοσωματικά «νευρώδη» ερμηνεία να δώσει το στίγμα και τις ρωγμές μιας γυναίκας που έχει δει ως αυτόπτης μάρτυρας μια σκηνή που θα την στοιχειώνει για πάντα, μια γυναίκα που νοηματοδοτείται από τη μνήμη της και θα επιμείνει μέχρι τέλους στη δική της αλήθεια.
Ο Παναγιώτης Εξαρχέας στο ρόλο του γιατρού Κούκροβιτς έφερε επί σκηνής την ήρεμη επιστημονικότητα που απαιτεί ο ρόλος, μια νηφάλια δυναμική που λειτουργεί συμπληρωματικά στις αφηγήσεις των δυο γυναικών, αλλά καταλυτικά στην ολοκλήρωση του δράματος.
Εκφραστικότατη η Αθηνά Αλεξοπούλου στο ρόλο της λαϊκής Αμερικανίδας του Νότου που αγωνιά για την τύχη του παιδιού της, αλλά και την κατάληξη της κληρονομιάς ,ενώ και ο Γιάννης Λατουσάκης δίνει μια σθεναρή ερμηνεία στο ρόλο του υλιστή και επιφανειακού αδερφού της Κάθριν,
Έξοχο το σκηνικό της Ευαγγελίας Θεριανού, όπως και οι ατμοσφαιρική φωτισμοί του Αλέκου Αναστασίου που παίζουν καθοριστικό ρόλο στο χτίσιμο της έντασης προς το φινάλε. Ταιριαστά και καλαίσθητα τα κουστούμια της Βασιλικής Σύρμα.
Στο σύνολο της πρόκειται για μια παράσταση που προσεγγίζει με τρυφερότητα και ποιητικό νατουραλισμό το σπουδαίο αυτό έργο του Τενεσί Ουίλιαμς, και που αφήνει το θεατή αντιμέτωπο με την δική του εσωτερική ανάγκη να αθωώσει ή να καταδικάσει. Είναι μια παράσταση που τιμά τον μεγάλο Αμερικάνο συγγραφέα, με ένα φινάλε που θα θυμόμαστε για χρόνια. Δείτε την οπωσδήποτε.
Συντελεστές
Σκηνοθεσία – Δραματουργική επεξεργασία: Γιώργος Παπαγεωργίου
Σκηνικά: Ευαγγελία Θεριανού
Κοστούμια: Βασιλική Σύρμα
Επιμέλεια κίνησης: Μαρίζα Τσίγκα
Μουσική: Φώτης Σιώτας
Σχεδιασμός φωτισμών: Αλέκος Αναστασίου
Βοηθός σκηνοθέτη: Άννα Παπαγεωργίου
Παίζουν οι ηθοποιοί: Θέμις Μπαζάκα, Μαίρη Μηνά, Παναγιώτης Εξαρχέας, Αθηνά Αλεξοπούλου, Γιάννης Λατουσάκης
Μουσικός επί σκηνής: Φώτης Σιώτας / Δημήτρης Χατζηζήσης