fbpx

Ήταν 30 Ιανουαρίου 2007 που έπεσε αυλαία για τον Νίκο Κούρκουλο…

Ήταν 30 Ιανουαρίου 2007 που έπεσε αυλαία για τον Νίκο Κούρκουλο, έναν από τους πιο γοητευτικούς άνδρες ηθοποιούς του ελληνικού κινηματογράφου. Το 2001, διαγνώστηκε με καρκίνο στον ρινοφάρυγγα. Παρά τα προβλήματα υγείας, συνέχισε να αγωνίζεται για το Εθνικό Θέατρο το οποίο τον γαλούχησε και ο ίδιος το υπηρέτησε πιστά. Κηδεύτηκε από το νεκροταφείο Ζωγράφου, στη γειτονιά όπου μεγάλωσε.

Γεννήθηκε τον Δεκέμβριο του 1934 στην Αθήνα, στην περιοχή του Ζωγράφου και ήταν το δεύτερο από τα τέσσερα παιδιά της οικογένειας του Αλκίνοου Κούρκουλου, που ήταν κουρέας με καταγωγή από την Κέρκυρα. Στα νιάτα του υπήρξε ποδοσφαιριστής στον Παναθηναϊκό και από σύμπτωση πήρε την απόφαση να γίνει ηθοποιός, όπως ο ίδιος έλεγε.

Σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και στο πλευρό του Μάνου Κατράκη, από την οποία αποφοίτησε το 1958.

Την πρώτη θεατρική του εμφάνιση έκανε στο έργο «H κυρία με τις καμέλιες» με τον θίασο Λαμπέτη – Xορν (1958-59).

Στον κινηματογράφο διακρίθηκε σε ρόλους “ζεν-πρεμιέ” και πρωταγωνίστησε σε κοινωνικά δράματα, όπως “Οργή”, “Κατήφορος” (1961), “Ορατότης Μηδέν” (1970). Αξιόλογη ήταν και η ερμηνεία του σε πολεμικά δράματα, όπως “Το Χώμα Βάφτηκε Κόκκινο”, ενώ από τη φιλμογραφία του δεν έλειψε και η παρουσία του σε ξενόγλωσσες ταινίες. Στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, πήρε δύο φορές το βραβείο Α΄ ανδρικού ρόλου για την ερμηνεία του στις ταινίες “Οι Αδίστακτοι” (1965) και “Ο Αστραπόγιαννος” (1970). Η τελευταία του κινηματογραφική παρουσία ήταν στην ταινία Το Φράγμα (1982). Στην τηλεόραση πρωταγωνίστησε στη σειρά “Το 13ο κιβώτιο”, στον τηλεοπτικό σταθμό ΑΝΤ1.

Για πολλά χρόνια υπήρξε πρόεδρος της Ένωσης των θιασαρχών του Ελληνικού Θεάτρου (ΠΕΕΘ), ενώ από το 1994 μέχρι τον θάνατό του διετέλεσε καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου. Από τη θέση αυτή οραματίστηκε και δημιούργησε το Παιδικό Στέκι, την Πειραματική Σκηνή, τον Άδειο Χώρο, το Εργαστήρι Υποκριτικής και Σκηνοθεσίας, τη Διεθνή Σκηνή και τη Θερινή Ακαδημία Θεάτρου, ενώ αναβάθμισε δραστικά τη Δραματική Σχολή του Εθνικού.

Παράλληλα άνοιξε τις, για χρόνια κλειστές, πόρτες του Εθνικού Θεάτρου σε όλους τους ηθοποιούς, έκανε τον θίασο περιοδεύοντα στην Ελλάδα και το εξωτερικό και προχώρησε σε μετακλήσεις ξένων σκηνοθετών.

Κατά τη διάρκεια της θητείας του παρουσιάστηκαν πολλά και σημαντικά έργα του παγκόσμιου δραματολογίου, καθώς και έργα πολλών Ελλήνων συγγραφέων, σε όλες τις σκηνές του Εθνικού Θεάτρου. Στις καινοτομίες του καταγράφηκε και η τεράστια επιτυχία του μιούζικαλ «Βίρα της Άγκυρες» των Β. Παπαθανασίου-Μ. Ρέππα, σε σκηνοθεσία Σταμάτη Φασουλή, που ήταν το πρώτο μουσικό έργο στην ιστορία του Εθνικού Θεάτρου, αφιερωμένο στην ελληνική επιθεώρηση.

Τον Μάρτιο του 2006 υπέγραψε εκ μέρους της πολιτείας την οριστική σύμβαση για την ανάθεση του έργου «Αποκατάσταση και εξοπλισμός του κτηριακού συγκροτήματος του Εθνικού Θεάτρου», που αποτέλεσε ένα από τα κυριότερα οράματα της καλλιτεχνικής του θητείας. Κατά κοινή ομολογία, ήταν ένας άνθρωπος με πάθος και ειλικρίνεια που δεν δίσταζε να ομολογήσει πως, όταν ανέλαβε την καλλιτεχνική διεύθυνση, το Εθνικό Θέατρο «ήταν ένας σάπιος οργανισμός που είχαν μείνει μόνο τα κόκαλα».

Όσον αφορά στην προσωπική του ζωή η πρώτη του σύζυγος ήταν η Μελίτα Κουτσογιάννη – Κούρκουλου, βοηθός σκηνοθέτη, με την οποία δούλεψαν μαζί στο θέατρο και δημιούργησαν το Θέατρο ΚΑΠΠΑ. Γνωρίστηκαν σε ένα πάρτι στις αρχές της δεκαετίας του ’60. Ο έρωτας ήρθε δύο χρόνια αργότερα, όταν η γοητευτική κοπέλα χτύπησε την πόρτα του στο καμαρίνι του θεάτρου ΡΕΞ, για να τον συγχαρεί για την ερμηνεία του στην παράσταση «Η γειτονιά των Αγγέλων», όπου έπαιζε με την Τζένη Καρέζη. Ο έρωτας ήταν κεραυνοβόλος.

Ο Νίκος Κούρκουλος και η Μελίτα παντρεύτηκαν το 1966, την περίοδο που ξεκίνησε να γυρίζεται η ταινία «Το χώμα βάφτηκε κόκκινο». Κουμπάρος ήταν ο ηθοποιός και συγγραφέας Νότης Περγιάλης. Απέκτησαν δύο παιδιά, τον Άλκι Κούρκουλο, ο οποίος ακολούθησε τον δρόμο του πατέρα του, και τη Μελίτα Κούρκουλου – Κυριακοπούλου, η οποία ασχολείται με τη διαφήμιση και τις δημόσιες σχέσεις.

Για τις γυναίκες της ζωής του, ο Νίκος Κούρκουλος τραγούδησε το 1984 με τον Γιάννη Πάριο ένα τραγούδι, το οποίο όμως δεν κυκλοφόρησε ποτέ στο εμπόριο. Ήταν κουμπάροι με την ηθοποιό και καλή του φίλη Μαίρη Χρονοπούλου, η οποία βάπτισε τον γιο του Άλκι. Σταθμός στη ζωή του Νίκου Κούρκουλου ήταν η γνωριμία του με τη Μαριάννα Λάτση το καλοκαίρι του 1986 κατά τη διάρκεια παράστασης στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου.

Ο ίδιος σε συνέντευξή του το 1994 στον Νίκο Χατζηνικολάου περιέγραψε με το ίδιο πάθος και το ίδιο καρδιοχτύπι την πρώτη στιγμή που αντίκρισε τον τελευταίο έρωτα της ζωής του, λέγοντας: «Κάνω έτσι και παγώνω… Ξαφνικά βλέπω ένα πλάσμα να ανεβαίνει τις κερκίδες και αυτό ήταν».

Ο Νίκος Κούρκουλος είχε τέσσερα παιδιά. Δύο από τον πρώτο γάμο του με την Μελίτα, τη Μελίτα και τον ηθοποιό Άλκι Κούρκουλο και άλλα δύο από τον γάμο του με την Μαριάννα Λάτση, την Εριέττα και τον Φίλιππο.

Στη ζωή του υπήρξε και μία οικογενειακή τραγωδία που τον σημάδεψε. Το 1952 ο πρωτότοκος γιος της οικογένειας, Σπύρος Κούρκουλος, που είχε τελειώσει τη σχολή εμποροπλοιάρχων και ταξίδευε με ένα γκαζάδικο σαν τρίτος πλοίαρχος, χάθηκε για πάντα. Το πλοίο του χτυπήθηκε από τυφώνα ανοιχτά της Βενεζουέλας και κόπηκε στα δύο.

Σύμφωνα με μαρτυρίες, αρχικά, σχεδόν όλοι σώθηκαν. Λέγεται ότι ο καπετάνιος πήρε μαζί του σε μια βάρκα τους πλοιάρχους και τους δύο μηχανικούς. Η βάρκα μετά από περιπλάνηση στη θάλασσα, ξεβράστηκε σε μια ακτή της Βενεζουέλας, όπου οι κάτοικοι βρήκαν το άψυχο σώμα του καπετάνιου. Οι υπόλοιποι που επέβαιναν στη βάρκα δεν βρέθηκαν ποτέ.

Την ημέρα του ναυαγίου, ο Νίκος Κούρκουλος ξύπνησε ξαφνικά και είπε στη μητέρα του: «Μάνα, μεγάλο κακό θα μας βρει». Όταν πληροφορήθηκαν τα δυσάρεστα, όλοι κατέρρευσαν.

Η μητέρα του ηθοποιού, Αυξεντία, δεν αποδέχτηκε ποτέ τον θάνατο του παιδιού της. Το γεγονός ότι το σώμα του δεν βρέθηκε, διατηρούσε μια άσβεστη ελπίδα στην ψυχή της. Καθημερινά περίμενε να ανοίξει η πόρτα και να τον δει μπροστά της, ενώ μιλούσε στους δικούς της για εκείνον, σαν να ήταν ζωντανός. Ο Νίκος Κούρκουλος συγκλονίστηκε από τον χαμό του αδελφού του, με τον οποίο είχαν μικρή διαφορά ηλικίας και ήταν αρκετά δεμένοι.

Η θεατρική του πορεία στη συνέχεια έχει ως εξής:

1959-60: Συμμετοχή στο θίασο Βεργή στο έργο «Nίκη χωρίς φτερά».

1964: «Πύργος» του Φραντς Kάφκα και «Iούλιος Kαίσαρ» του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ.

1967: «Ποτέ την Kυριακή» («Ίλια Nτάρλιγκ») στις H.Π.A., σε σκηνοθεσία Ζυλ Ντασέν με τη Μελίνα Μερκούρη, παράσταση για την οποία κέρδισε την υποψηφιότητα για το Βραβείο Tony.

1971: «H Δίκη» του Φραντς Kάφκα.

1972: Συγκροτεί δικό του θίασο. Ανέβασε το «Tάνγκο» του Σλ. Mρόζεκ.

1974: Δημιουργεί το θέατρο «KAΠΠA» όπου στέγαζε τον θίασό του.

1975: «Όπερα της πεντάρας» του Μπέρτολτ Μπρεχτ.

1976: «O Γλάρος» του Άντον Tσέχοφ.

1982: «Oιδίποδας τύραννος» του Σοφοκλή.

1983: «Aνταπόκριση» του Oύγκο Mπέτι.

1986: «Ψηλά από τη Γέφυρα» του Άρθουρ Μίλερ.

1987: «Στη Φωλιά του Kούκου» του Nτέιλ Bάσερμαν.

1988: Σκηνοθέτησε το «Φτωχέ μου φονιά» του Πάβελ Kόχουτ.

1992: Tελευταία εμφάνιση στο θέατρο, με τον «Φιλοκτήτη» του Σοφοκλή, στην Eπίδαυρο.

1993: Πρόεδρος του Δ.Σ. του Εθνικού Θεάτρου.

1994: Kαλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού θεάτρου. Ίδρυσε την Πειραματική Σκηνή και το Εργαστήρι Ηθοποιών, έθεσε σε μόνιμη λειτουργία την Παιδική Σκηνή του Θεάτρου, ενώ στις καινοτομίες του καταγράφηκε και η τεράστια επιτυχία του μιούζικαλ «Βίρα τις άγκυρες» των Β. Παπαθανασίου – Μ. Ρέππα, σε σκηνοθεσία Σταμάτη Φασουλή, ως το πρώτο μουσικό έργο στην ιστορία του Εθνικού Θεάτρου, αφιερωμένο στην ελληνική επιθεώρηση.

Με πληροφορίες απο enikos, wikipedia

Σχολιάστε

Θέατρο - mytheatro.gr