Το θέατρο Altera Pars παρουσιάζει για τρίτη χρονιά την Αγγέλα, του Γιώργου Σεβαστίκογλου, σε σκηνοθεσία Πέτρου Νάκου.
Το θέμα
Η νεαρή Αγγέλα έρχεται στην Αθήνα το 1950 για να εργαστεί ως υπηρέτρια σε ένα αστικό σπίτι, έχοντας την ελπίδα για μια καλύτερη ζωή και αντικαθιστά μια υπηρέτρια που έχει αυτοκτονήσει κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες. Στον σκοτεινό και περίπλοκο αυτό κόσμο θα συναντήσει τις άλλες υπηρέτριες, θα αφουγκραστεί τους καημούς τους, θα ανακαλύψει τα μυστικά τους, θ’ αποκτήσει φίλους κι εχθρούς. Πολύ σύντομα όμως, ο ερχομός του Λάμπρου, αδερφού της προκατόχου της, θα ανατρέψει κάθε ισορροπία, όταν η αγωνιώδης αναζήτησή του για τους πραγματικούς λόγους της αυτοκτονίας θα φέρει όλους τους ήρωες αντιμέτωπους με τα ηθικά τους διλήμματα και θα τους αναγκάσει να “πάρουν θέση”.
Το έργο
Η Αγγέλα γράφτηκε στη Μόσχα το 1957 από το Γιώργο Σεβαστίκογλου. Εκεί κατέφυγαν αυτός και η σύζυγός του Άλκη Ζέη, κυνηγημένοι για τις ιδέες τους. Το έργο ανέβηκε το 1958 στο εναλλασσόμενο ρεπερτόριο στο θέατρο της Μόσχας, όπως συνηθιζότανε τότε στα μεγάλα θέατρα. Το έργο μεταφράστηκε αμέσως στα ρωσικά και αργότερα και σε πολλές άλλες γλώσσες. Ανέβηκε σε πολλές σκηνές της Ελλάδας και του εξωτερικού. Η “Αγγέλα” παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα το 1964, από το Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν. Δεν είναι ένα έργο για τη ζωή των υπηρετριών και τη μοίρα τους, αλλά ένα έργο που φωτίζει την κοινωνική πραγματικότητα της δεκαετίας του ΄50, μιας εποχής με ανέχεια, ανεργία, ξεριζωμό από την ελληνική επαρχία και μετακίνηση προς το αθηναϊκό κέντρο, μετανάστευση.
Στο έργο του ο Σεβαστίκογλου συνδυάζει τον ρεαλισμό με την ποίηση για να απεικονίσει την προσπάθεια των ανθρώπων να επιβιώσουν μέσα σε εύθραυστες συνθήκες που παραπέμπουν σε καθεστώτα ανελευθερίας. Προσπαθεί να αποτυπώσει στην πιο γνήσια και απέριττη έκφανση τις δυστοκίες και τα προβλήματα της ζωής, με χρόνο την Ελλάδα των μέσων του εικοστού αιώνα και χώρο την ταράτσα μιας συνοικίας της Αθήνας, ένα έργο χαρακτήρων, ανθρώπων, θυτών και θυμάτων, εξουσιαστών και εξουσιαζόμενων, στο οποίο οι ψυχολογίες, οι σχέσεις, η πίεση, η πάλη και η περιπέτειά τους είναι πράγματα που κάνουν άμεση αναγωγή στον ψυχισμό του θεατή.
Στην ιδιοσυγκρασία των απλών ανθρώπων της βιοπάλης, όπως αυτοί της θεατρικής Αγγέλας του Σεβαστίκογλου, διακρίνονται οι χαρές, οι λύπες, οι υστεροβουλίες, το φιλότιμο, η περηφάνια και τόσες άλλες αρετές, αλλά και ψεγάδια του σύγχρονου Έλληνα/
Η παράσταση
Η μικροϊστορία που εκτυλίσσεται μεταξύ των τριών ηρώων – Αγγέλας, Λάμπρου, Στράτου – οδηγεί την παράσταση παράλληλα με τον ηθικό και συναισθηματικό ξεριζωμό των ηρώων της, σε ένα οριακό σημείο το οποίο χειρίζεται με ενδιαφέροντα τρόπο σκηνοθετικά ο Πέτρος Νάκος. Η «ενορχήστρωση» αυτού του πολύχρωμου ανθρώπινου μωσαϊκού από το σκηνοθέτη είναι πολύ καλά μετρημένη, με το ρυθμό να μη χάνει την έντασή του, την κλιμάκωση να έρχεται στο κατάλληλο σημείο και την αποκλιμάκωση να αφήνει ένα σφίξιμο στο στομάχι.
Το έργο βρίσκεται σε διαλεκτική σχέση με τα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά πάθη της εποχής (αθρόα μετανάστευση, φτώχεια, πολιτική ανασφάλεια, θέση της γυναίκας.) τα οποία εκφράζονται μέσα από τους χαρακτήρες, η ανασφάλεια της ζωής των οποίων εκθέτει μια ευρεία «γκάμα» ψυχισμών, αισθημάτων και συμπεριφορών που πλήττονται από τα ίδια πάθη. Η αυτοκτονία της νεαρής υπηρέτριας είναι μια αντίδραση απελπισίας που προκαλεί την πρώτη ρωγμή. Το ηθικό δίλημμα που φέρνει στο προσκήνιο είναι: αντίσταση ή υποχώρηση μπροστά σ’ έναν κόσμο σήψης και διαφθοράς. Σε αυτόν τον μικρό χώρο της ταράτσας όπου συναντιόνται οι υπηρέτριες, κατοικεί ολόκληρη η Ελλάδα. Αυτή είναι η αίσθηση που αφήνει η προσέγγιση του Πέτρου Νάκου, με μια μεγάλη κατανόηση και τρυφερότητα για τους πόθους και τα πάθη, αλλά και τις πράξεις βίας.
Σε αυτό συντελούν οι ερμηνείες του έργου – οι ηθοποιοί έχουν τη χημεία μιας ομάδας, παίζουν σαν κρίκοι μιας αλυσίδας που δημιουργεί ένα ενιαίο σύνολο.
Η Αγγελική Κοντού προσεγγίζει την Αγγέλα με ευαισθησία και τρυφερότητα, που ακροβατεί κατά τα ζητούμενα του ρόλου της μεταξύ δυναμισμού, φόβου και ανασφάλειας. Παρά την φινετσάτη της εμφάνιση, καταφέρνει να αποδώσει και τις λαϊκές αποχρώσεις της Αγγέλας.
Ο Πέτρος Νάκος στον αμφίσημο ρόλο του Στράτου έχει μια ιδιαίτερα έντονη παρουσία, με τα υφολογικά στοιχεία ενός παραβατικού αρσενικού μιας άλλης εποχής.
Η Άννα της Αργυρώς Τσιρίτα λαϊκή, με δωρική αξιοπρέπεια, η Γεωργία της Ειρήνης Τσιριγώτη φλέγεται από το σφοδρό ερωτικό πάθος και ισορροπεί εύστοχα την μικρότητα με τα ξεσπάσματα της ηρωίδας της.
Ο Λάμπρος του Παύλου Εμμανουηλίδη είχε την καθαρότητα και την ευαισθησία που απαιτούσε ο ρόλος, ενώ η Φανή της Βέρας Μακρομαρίδου, ήταν ο άνθρωπος της διπλανής πόρτας δίχως επιτήδευση.
Η Βαρβάρα Ντέσκα με τη δροσιά της παρουσιάζει μια Νάρα που σπαρταρά για ζωή, μέχρι που το αφελές της σώμα καταρρέει. Σωστός και συνεπής ο Σπύρος Σιδέρης.
Ο σκηνοθέτης, αξιοποιώντας ολόκληρο τον χώρο του θεάτρου, από το φουαγιέ, μέχρι τα δυο επίπεδα της σκηνής, δημιούργησε έναν άξονα ευέλικτης δράσης, παίζοντας έξυπνα με το ημίφως και το πιο ρεαλιστικό φως της σκηνής. Τα κοστούμια της Δέσποινας Κολοκοτσά ζωγράφισαν την εποχή της συγκεκριμένης δεκαετίας .
Στο σύνολο της πρόκειται για μια παράσταση που τιμά το κείμενο του Σεβαστίκογλου, αναδεικνύοντας την σκληρή ιστορία, τη γεμάτη έρωτα, πάθη, θάνατο, φτιάχνοντας μια ιστορία ποιητική.
Συντελεστές της παράστασης:
Σκηνοθεσία: Πέτρος Νάκος
Σκηνικά: Altera Pars
Σκηνογραφική επιμέλεια: Σάββας Πασχαλίδης
Κοστούμια: Δέσποινα Κολοκοτσά
Πρωτότυπη μουσική της παράστασης: Ελένη Λομβάρδου
Φωτισμοί: Πέτρος Νάκος
Επιμέλεια Κίνησης:Ελβίρα Μπαρτζώκα
Μουσική Επιμέλεια: Πέτρος Νάκος-Αγγελική Κοντού
Διανομή:
Αγγέλα: Αγγελική Κοντού
Στράτος: Πέτρος Νάκος
Λάμπρος: Παύλος Εμμανουηλίδης
Άννα: ΑργυρώΤσιρίτα
Γεωργία:Ειρήνη Τσιριγώτη
Φανή: Βέρα Μακρομαρίδου
Μένιος: Σπύρος Σιδέρης
Νέρα: Βαρβάρα Ντέσκα
Κα Παπά: Αργυρώ Τσιρίτα
- Κριτική της παράστασης Κάτια Σωτηρίου
- Αποκλειστικές φωτογραφίες για το mytheatro Ελπίδα Μουμουλίδου