fbpx

Άγγελος εξολοθρευτής – Αντζελα Μπρούσκου Κριτική της Παράστασης

Βαθμολογία Επισκεπτών: 5

Στα πλαίσια του Φεστιβάλ Αθηνών, η Άντζελα Μπρούσκου  διασκευάζει και σκηνοθετεί τον Άγγελο εξολοθρευτή του Λουίς Μπουνιουέλ (El ángel exterminador, 1962), μια μακάβρια κωμωδία με καυστική ματιά πάνω στην ανθρώπινη φύση που μπορεί να κρύβει άγρια ένστικτα και ανομολόγητα μυστικά.

Η ιστορία του έργου

Ο Άγγελος Εξολοθρευτής αφηγείται μια απλή ιστορία που περιστρέφεται γύρω από μια πρωτότυπη “σουρεαλιστική” μανία.. Ο Buñuel περιέγραψε το έργο ως “την ιστορία μιας ομάδας φίλων που δειπνούν μαζί αλλά όταν πάνε στο σαλόνι μετά το δείπνο, βρίσκουν ότι για κάποιο ανεξήγητο λόγο δεν μπορούν να φύγουν.” Για εξίσου ανεξήγητους λόγους , μετά την προετοιμασία του δείπνου για τους καλεσμένους, όλοι εκτός από έναν από τους υπηρέτες του αρχοντικού αισθάνονται υποχρεωμένοι να το εγκαταλείψουν. Παγιδευμένοι στο σαλόνι, οι επισκέπτες σύντομα θα αρχίσουν να πανικοβάλλονται. Η αφήγηση μας τοποθετεί στην ίδια θέση με τους φιλοξενούμενους, δημιουργεί ένα αίνιγμα ως προς το  γιατί δεν μπορούν να φύγουν, πώς θα μπορούσαν να ξεφύγουν και τι σημαίνει η κατάσταση στην οποία έχουν περιέλθει.

Ο Buñuel γύρισε αυτή την τολμηρή ταινία στο τέλος των δεκαοκτώ χρόνων εξορίας του στο Μεξικό και ήταν το μοναδικό έργο του από εκείνη την εποχή στην οποία είχε πλήρη καλλιτεχνική ελευθερία.

Η άρνηση του Buñuel να εξηγήσει πώς ή γιατί οι επισκέπτες δεν μπορούν να φύγουν από το δωμάτιο είναι το μεγαλύτερο πραξικόπημα του. Ακριβώς όπως ο Buñuel επιτίθεται στην κοινωνική σύμβαση μέσω της σάτιρας, έτσι επιτέθηκε στην κινηματογραφική σύμβαση μέσω του σουρεαλισμού. Είναι αυτή η τόλμη της εφευρέσεως και της φαντασίας που κάνει τις ταινίες του κοινωνικά ριζοσπαστικές, θαυματουργές και καυστικές.

Ο Buñuel αναφέρεται στις φροϋδικές ιδέες που κυριαρχούσαν στην Ευρώπη εκείνη την εποχή αλλά τις πηγαίνει ένα βήμα παραπέρα με την απελευθέρωση αυτών των φυλακισμένων χαρακτήρων. Χρησιμοποιεί τη θεωρία του Φρόυντ σύμφωνα με την οποία η ίδια η σκέψη μας ως ο βασικός μηχανισμός παραγωγής υποκειμενικών κι επομένως, διαστρεβλωμένων ερμηνειών τού γύρω μας κόσμου – κι η μνήμη, – ως ο μηχανισμός αναπαραγωγής των λανθασμένων αυτών ερμηνειών, είναι τα γενεσιουργά αίτια της νεύρωσης,  και καταλήγει στην θεωρία της εγγενούς διαστροφή της Λογικής του Νίτσε, σύμφωνα με την οποία ο ανθρώπινος εγκέφαλος παίζει παιχνίδια προς τον εαυτό του, επιλέγοντας να δημιουργήσει δυσεπίλυτα προβλήματα, παρά να τα επιλύσει. Έτσι ο Buñuel κλείνει το μάτι στην ψυχανάλυση ασπαζόμενος τη θεωρία του Νίτσε: ο μηχανισμός της σκέψης, έχει ως κύριο γνώρισμά του την αέναη δημιουργία προβλημάτων και την αυτοπαγίδευση του σε μικρούς χώρους χωρίς διαφυγή.

Ο Buñuel εισήγαγε τις ιδέες της επανάληψης και των αναμενόμενων και των μη αναμενόμενων γεγονότων νωρίς στο δείπνο. Ο οικοδεσπότης, Edmundo Nobile, κάνει μια πρόποση σχετικά με την όπερα που μόλις όλοι παρακολούθησαν. Οι φιλοξενούμενοι με χαρά απαντούν στην πρόποση. Πολύ σύντομα, ο Nobile κάνει την ίδια πρόποση ξανά, αλλά αυτή τη φορά, προς απορία του, οι επισκέπτες τον αγνοούν – η προβλέψιμη κατάσταση έχει γίνει ήδη απρόβλεπτη. Η οικοδέσποινα Lucia λέει στους καλεσμένους της ότι πρόκειται να μεταβάλει τη συνήθη σειρά των πιάτων με ένα μαλτέζικο πιάτο. Ο σερβιτόρος έρχεται με την πιατέλα αλλά σκοντάφτει, πέφτει και ρίχνει το φαγητό. Οι επισκέπτες γελούν επειδή το περιστατικό είναι αρκετά απροσδόκητο. Ο Buñuel μας ζητά από την αρχή να παρατηρήσουμε τη διαφορά μεταξύ του τι είναι τυχαίο και απρόβλεπτο και τι είναι χαρακτηριστικό και προβλέψιμο.

Τι είναι επομένως αυτό που δεν επιτρέπει στους καλεσμένους να φύγουν από το πάρτι; Είναι ένα υποσυνείδητο εξαναγκαστικό επαναλαμβανόμενο φροϋδικό σχήμα, όπου κάποιος δεν μπορεί να ξεφύγει από τα καταστροφικά πρότυπα; Είναι ένα σχόλιο από τον Buñuel σχετικά με τη θρησκεία, που δείχνει τους κινδύνους της μαζικής πίστης στο παράλογο; Είναι μια πολιτική δήλωση σχετικά με τις υπερβολές της Ισπανίας του Φράνκο; Ή μήπως κοροϊδεύει τα μυαλά των ανώτερων τάξεων, των τόσο καταπιεσμένων από την παθητικότητα των κοινωνικών κανόνων; Ως σουρεαλιστής ο Buñuel θολώνει τα όρια μεταξύ της πραγματικότητας και των ονείρων, απεικονίζοντας το παράλογο. Επιδίωξε να προκαλέσει μια απάντηση από το υποσυνείδητο, απορρίπτοντας τη συνηθισμένη αφήγηση και την επιθυμία να αποκτήσει κανείς νόημα μέσα από τα εγγενώς ανεξήγητα. Ίσως όμως απλά να θέλησε να ασκήσει δριμεία κριτική στη ‘δικτατορία της Ανάλυσης’, που είναι πάντα η γενεσιουργός αιτία κάθε φανταστικής ελπίδας, φοβίας ή προσκόλλησης και ιδεοληψίας.

Το καταθλιπτικό τελικό μήνυμα του Άγγελου εξολοθρευτή είναι ότι η πλήρης εξέγερση ενάντια στη φυλακή της ταξικής δομής θα συμβεί μόνο όταν περιοριστεί τόσο ώστε και οι πιο ανίδεοι να συνειδητοποιήσουν την αλήθεια της ιδεοληψίας και της καταπίεσής τους. Δεν προσφέρει εναλλακτική, αλλά μόνο μια διάθεση αποδόμησης.  Η κωμωδία δεν αφορά την ανοικοδόμηση ούτως ή άλλως, μόνο αφηγείται την κατάρρευση. Και κανείς δεν θα μπορούσε να αποδομήσει το ταξικό και κοινωνικό σύμπαν όπως ο Buñuel.

Η παράσταση

Η Άντζελα Μπρούσκου πατά πάνω στο βασικό κείμενο του Buñuel και χτίζει την παράσταση της. Με τη κλειστοφοβική εξέτασή της εκθέτει την ενστικτώδη και δεσπόζουσα συμπεριφορά που ενυπάρχει σε κάθε ανθρώπινη εκδήλωση, όσο και αν αυτή καλύπτεται συστηματικά και υπολογιστικά με αρώματα, ρούχα και το savoir vivre.  Επιλέγει να κρατήσει το σουρεάλ στοιχείο σε υψηλές δονήσεις, σχολιάζοντας καυστικά την αποτίναξη του δεσμευτικού καθωσπρεπισμού που εγκλωβίζει τις αληθινές βαθύτερες επιθυμίες των ανθρώπων και τα όνειρά τους να εκδηλωθούν. Προσεγγίζει τολμηρά και απενοχοποιημένα το κείμενο ώστε να γίνει πιο αποκαλυπτικό ως προς το πορτραίτο της αντιφατικής φύσης του ανθρώπου, πώς η επιστροφή στον πρωτογονισμό, και η βία, αυτόματη και εγγενής, βρίσκει το δρόμο στην επιφάνεια, και πώς το “θηρίο” τελικά απελευθερώνεται.

Η σκηνοθεσία της είναι ποιητική, ελεύθερη, φαντασιακή, σατιρική, αντισυμβατική – ποιος άλλος σκηνοθέτης θα πετούσε ένα φαράσι στον υπηρέτη που ρίχνει το φαγητό…;. Δεν αυτολογοκρίνεται. Κι αυτό λειτουργεί θετικά στην παράσταση, αφού δίνει στο θεατή την ελευθερία να παρακολουθήσει την ηθική κατάπτωση των ηρώων χωρίς φόβο, με χιούμορ – κάτι που είναι κοινός τόπος στις παραστάσεις της.

Ωστόσο, η παράσταση διαρκεί λίγο περισσότερο από όσο θα έπρεπε, με αποτέλεσμα κάποιες σκηνές να φθίνουν ρυθμικά, να λειτουργούν εις βάρος του κειμένου και της ουσίας του, δημιουργώντας κάποιες αμηχανίες σκηνικής φλυαρίας που θα μπορούσαν να λείπουν προς χάριν μιας πιο σφιχτής δομής.

Στο πνεύμα του έργου η επιλογή του καστ που είναι εξαίσια χορογραφημένο. Οι κινήσεις των ηθοποιών, ο τρόπος που εκφράζονται, έχουν να κάνουν σε μεγάλο βαθμό με υποσυνείδητες δυνάμεις, με πρωτόγονες μνήμες που φέρει ο άνθρωπος.  Ένας έξοχος Κωνσταντίνος Τζούμας στο ρόλο του Nobile που διατηρεί την ευγένεια του ονόματος του μέχρι τέλους και προσπαθεί να υπενθυμίσει στους καλεσμένους του ότι η ηθική κατάπτωση δεν τους ταιριάζει. Ο Άγγελος Παπαδημητρίου φέρνει το για πολλά χρόνια alter ego του Bunuel στη σκηνή, ντυμένος και κινούμενος με το χαρακτηριστικό υπερρεαλισμό του Νταλί.

Η Θέμις Μπαζάκα αντλεί στοιχεία από την υποκριτική της υφολογία και εμπειρία και ισορροπεί με ακρίβεια ανάμεσα στον τρόμο και τη φάρσα στο ρόλο της οικοδέσποινας.

Η Παρθενόπη Μπουζούρη έντεχνα επιτηδευμένη, με λεπτοδουλεμένη εξωλεκτική παρουσία: οι κινήσεις και οι εκφράσεις της διηγούνται τη δική τους ιστορία.  Είναι η αλλόκοτη Βαλκυρία, που βρίσκει τη λύση στο χάος.

Ο Χάρης Φραγκούλης ερμηνεύει τον αριστοκράτη καλεσμένο με τη χάρη και τη δύναμη που του χαρίζουν τα εύπλαστα, δυναμικά εκφραστικά μέσα του.

Ο Αλέκος Συσσοβίτης ερμηνεύει με την δέουσα αποφασιστικότητα και επιβλητικότητα τον αυστηρό συνταγματάρχη, ενώ και ο Σταύρος Λίτινας, ως γοητευτικός γιατρός, έχει στιβαρή παρουσία και  υποκριτική άνεση.

Η Nalyssa Green φέρνει την απόκοσμη γοητεία της ως πιανίστρια, και παρτενέρ του μαέστρου.  Η Βάλια Παπαχρήστου πλούσια ερμηνευτικά, αποδίδει εύστοχα την ελευθερία του ακαταλόγιστου της ηρωίδας της. Πρέπει να της αποδοθούν τα εύσημα και για τη θεσπέσια κινησιολογία των ηθοποιών την οποία επιμελήθηκε, και η οποία απέδιδε τις εντάσεις στην κόψη και ενίσχυε τις διαρκώς εκκρεμείς συνθήκες. Η  Κωνσταντίνα Αγγελοπούλου  ερμήνευσε με απλότητα και αυθεντικότητα ενώ ο  Άρης Παπαδημητρίου χαρίζει την πιο συναισθηματική, ποιητική σχεδόν ερμηνεία της παράστασης.

Πολύτιμο εργαλείο ο Γιώργος Κοψιδάς, ερμηνεύει τον μπάτλερ με αυστηρότητα και ακρίβεια. Λίγο πιο άκαμπτη ερμηνευτικά η Γεωργιάννα Νταλάρα, ενώ ο Ανδρέας Κοντόπουλος αποδίδει με ευγλωττία τον λαβύρινθο της ύπαρξης του ήρωα του.  Ο Ανδρέας Κωνσταντίνου συμπληρώνει το καστ σε ρόλο που τονίζει το υπερρεαλιστικό στοιχείο της παράστασης.

Ο σκηνικός χώρος που διαμόρφωσε η Μαρία Παπαδημητρίου είναι υψηλής αισθητικής, συντελεί τα μέγιστα στην γοητεία της παράστασης. Το σκηνικό κινείται σε ρεαλιστικές γραμμές, αποδίδει με επιτυχία την αριστοκρατική αισθητική της εποχής. Υψηλής αισθητικής και τα εξπρεσιονιστικής αισθητικής κουστούμια της Άντζελας Μπρούσκου και οι post punk κομμώσεις. Οι φωτισμοί της Στέλλας Καλτσού ανέδειξαν το ζόφο του εγκλεισμού και το φωτεινό πεδίο της ειρωνείας. Λειτουργικά και πολύ καλογυρισμένα και τα βίντεο της παράστασης, προσέφεραν μια κινηματογραφική ματιά στην παράσταση. Εικαστικά η παράσταση είναι πραγματικά θεσπέσια.

(Αξίζει ίσως να σημειωθεί ότι θεατές που βρίσκονταν από τη μέση και πάνω εξέφρασαν παράπονα ως προς την περιορισμένη ορατότητα που είχαν σε μεγάλο μέρος της σκηνής.)

Στο σύνολο της πρόκειται για μια παράσταση γοητευτική και καλοδουλεμένη που βασίζεται στην κυνική παραδοχή ότι ο Άγγελος Εξολοθρευτής δεν παύει να είναι παράδοξος, αινιγματικός και ασυνάρτητος. Όπως η ζωή. Η παράσταση μας ζητά να σεβαστούμε το παράλογο και να αποδεχθούμε ότι η αλήθεια πάντα θα μας δραπετεύει. Ή ίσως, όπως έγραψε ο Αρτώ για το σουρεαλισμό: «Αν το θέατρο θέλει να μας ξαναγίνει αναγκαίο, πρέπει να μας δώσει όλα αυτά τα στοιχεία που υπάρχουν στον έρωτα, στο έγκλημα, στον πόλεμο ή στην τρέλα».

Συντελεστές

Μετάφραση – Απόδοση: Θέμελης Γλυνάτσης
Διασκευή – Σκηνοθεσία: Άντζελα Μπρούσκου
Μουσική: Nalyssa Green
Επιμέλεια κίνησης: Βάλια Παπαχρήστου
Σκηνικά – Εικαστική επιμέλεια: Μαρία Παπαδημητρίου
Κοστούμια: Άντζελα Μπρούσκου
Φωτισμοί: Στέλλα Κάλτσου
Βοηθός σκηνοθέτη: Στέβη Κουτσοθανάση
Video: Άντζελα Μπρούσκου
Παίζουν: Θέμις Μπαζάκα, Κωνσταντίνος Τζούμας, Παρθενόπη Μπουζούρη, Αλέκος Συσσοβίτης, Χάρης Φραγκούλης, Άγγελος Παπαδημητρίου, Σταύρος Λίτινας, Γεωργιάννα Νταλάρα, Κωνσταντίνα Αγγελοπούλου, Γιώργος Κοψιδάς, Ανδρέας Κοντόπουλος, Άρης Παπαδημητρίου, Ανδρέας Κωνσταντίνου, Βάλια Παπαχρήστου, Nalyssa Green
Οργάνωση – Εκτέλεση παραγωγής: Ευάγγελος Κώνστας – Constantly Productions

1 σκέψη στο “Άγγελος εξολοθρευτής – Αντζελα Μπρούσκου Κριτική της Παράστασης”

  1. 5

    Μια πολυ καλη παρασταση, αψογα σκηνοθετημενη με τους ηθοποιους να δινουν τον καλυτερο “εσωτερικο” εαυτο τους! Μας αρεσε. Την εβλεπα ξανα.

    Απάντηση

Σχολιάστε

Θέατρο - mytheatro.gr