fbpx

Άντζελα Μπρούσκου

Βαθμολογία Επισκεπτών: 5

Συνέντευξη στην Κάτια Σωτηρίου για το mytheatro.gr

Την Άντζελα Μπρούσκου τη γνώρισα μέσα από το ΝΑΙ της, το 2001. Παρασυρμένη αρχικά περισσότερο από το ενδιαφέρον μου για την απόδοση του κειμένου της Καραπάνου, βρέθηκα μπροστά σε μια μεγάλη έκπληξη – ανακάλυψη: μια σκηνοθέτη με σπουδαία ικανότητα ξεγυμνώματος της ανθρώπινης ψυχής, και των παθών της, με κλινική ανάλυση, αλλά με βαθιά αγάπη για τις αδυναμίες της. Οι παραστάσεις της, πάντα υψηλής αισθητικής και νοημοσύνης, ακροβατούν συχνά μεταξύ του συνειδητού και υποσυνείδητου, και έχουν μια ιδιαίτερη γοητεία: αυτή της μεταφοράς του θεατή σε έναν κόσμο που αναζητά την ουσία της ανθρώπινης ύπαρξης, χωρίς να την κρίνει.

10

Ακολουθεί η συνέντευξη

Κ.Σ Γεννήθηκες και μεγάλωσες στην Αθήνα. Τα παιδικά σου χρόνια προμήνυαν τη συνέχεια;

Α.Μ. Κάτι προμήνυαν, κάτι που ερχόταν. Μια καταιγίδα… αλλά όχι αυτή τη συγκεκριμένη.

Κ.Σ. Υπήρξε δηλαδή κάποια καθοριστική στιγμή που έγινε η στροφή προς το θέατρο;

Α.Μ. Με το θέατρο δεν είχα καμία σχέση επί της ουσίας, δεν υπήρχε αυτό που λένε κάποιοι ότι γεννήθηκαν για να γίνουν ηθοποιοί. Είχα όμως σχέση με τη ζωγραφική. Όμως και ο τρόπος με τον οποίο ζωγράφιζα, όπως σχεδίαζα το χώρο και έβαζα ανθρώπους, έδειχνε ότι υπήρχε μια «σκηνοθεσία» μέσα στο κάδρο. Μετά ζωγράφιζα για να δώσω στην Σχολή Καλών Τεχνών– αυτό ήταν το φανερό ταλέντο μου εκείνη τη στιγμή. Στην αρχή ήθελα να ασχοληθώ με την ενδυματολογία ή τη σκηνογραφία, και μετά από μια τυχαία συγκυρία πέρασα στο Θέατρο Τέχνης, στον Κουν και με πήρε μαζί του όλο αυτό. Σαν να μπήκα σε ένα τούνελ και δεν ξαναβγήκα!

Κ.Σ Πολλοί μιλούν για αυτή τη δυναμική του θεάτρου, ότι έχει μια ενέργεια που τραβάει τους ανθρώπους που ασχολούνται με αυτό. Τί είναι τελικά αυτή η ενέργεια;

Α.Μ. Νομίζω ότι είναι σαν να επιλέγεις έναν τρόπο ζωής. Γιατί συνδέεται με τη ζωή, αντίθετα με πολλά επαγγέλματα που δε συνδέονται καθόλου. Πολλές φορές σπουδάζεις κάτι, δουλεύεις σε αυτό, και όταν τελειώνει μετά είναι η ζωή. Με το θέατρο όμως δεν είναι έτσι, δε χωρίζεται από τη ζωή σου. Είναι κάτι που συνέχεια το κουβαλάς και το φέρεις μαζί σου. Δεν το κλείνεις και λες ότι τέλειωσες και τώρα θα κάνεις κάτι άλλο. Είναι λίγο σαν να σε στοιχειώνει, σαν να κατοικεί μέσα σου συνέχεια. Έτσι το βιώνω εγώ τουλάχιστον.

Κ.Σ Έχοντας περάσει και από τη θέση του ηθοποιού και του σκηνοθέτη, πώς πιστεύεις ότι εκμαιεύεται η ενέργεια του ηθοποιού σε ένα έργο;

Α.Μ. Τα ερεθίσματα είναι πολλά. Είναι ιδέες, σκέψεις, θεωρίες γύρω από ένα έργο. Αλλά είναι και πρακτικό ζήτημα. Εγώ για παράδειγμα, ασχολήθηκα πολύ με τη λειτουργία της φωνής και της αναπνοής, γιατί είναι ένα εργαλείο που βοηθά πολύ στο να πετάξεις εγκεφαλικά πράγματα που μοιραία επηρεάζουν τον τρόπο προσέγγισης, και να μπεις σε μια πιο βιωματική και σωματική σχέση με ένα κείμενο.

Κ.Σ Αυτό θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι η μέθοδος Μπρούσκου επομένως;

Α.Μ (Γελώντας) Ναι φυσικά, γιατί αυτό έχει να κάνει με τα πρόσωπα και τον τρόπο που διαχειρίζεται κανείς τα πράγματα. Δεν είναι συνταγή, αλλά είναι όμως μια μέθοδος, που αποτελείται από πράγματα στα οποία έχω δουλέψει, ή μάθει από δασκάλους και από εμπειρίες, και από αυτά που βιώνουμε καθημερινά από ανθρώπους, από τα ερεθίσματα που παίρνουμε από την πόλη, από τις σχέσεις μας. Είναι πολλά πράγματα. Βέβαια ο τρόπος που διοχετεύονται αυτά και ανταλλάσσονται έχει να κάνει με το τι είναι ο καθένας, πόσο ανοιχτός είναι και πόσο θέλει.

14

Κ.Σ. Και αντίστοιχα βέβαια με τον ηθοποιό, υπάρχει και η ενέργεια του σκηνοθέτη, που ζητά μια έκφραση. Το βλέπω συχνά αυτό σε σκηνοθέτες που αλλάζουν το κείμενο, σε μεγάλες διασκευές.

Α.Μ. Νομίζω ότι τα κείμενα έτσι κι αλλιώς περνούν τα δικά τους μηνύματα. Πρέπει να ασχοληθεί κανείς με τη δραματουργία, ενός έργου, και να μην είναι μια προσωπική ή συναισθηματική σχέση, για να μπορείς να το διαβάσεις και σωστά.  Δηλαδή το να βάζουμε μόνο την προσωπική μας φόρτιση ή ταυτότητα σε ένα έργο δεν είναι κάτι που με ενδιαφέρει τόσο πολύ. Νομίζω ότι πρέπει να μετακινηθούμε προς το κείμενο, προς το έργο, και όχι να προσαρμόσουμε εμείς το έργο σε αυτό που θέλουμε, στα δικά μας μέτρα και όρια, γιατί αυτά είναι πολύ συγκεκριμένα, και περιορίζουν πολύ το νόημα.

Κ.Σ Ταυτόχρονα, τώρα τελευταία μεγαλώνει η δύναμη της εικόνας και στο θέατρο, περνάμε δηλαδή προς πιο εικαστικά έργα, πολλές φορές σε βάρος του κειμένου.

Α.Μ. Δεν ξέρω αν συμφωνώ ακριβώς, γιατί πιστεύω ότι η εικόνα είναι μέρος του θεάτρου. Εξαρτάται πώς φτάνει κανείς σε ένα αποτέλεσμα. Αν είναι η εικόνα για την εικόνα, ναι υπάρχει θέμα. Αν σε ενδιαφέρει ένα εικαστικό γεγονός, διαχωρίζεται από το υπόλοιπο. Όμως νομίζω ότι η αισθητική πλευρά έχει πολλή δύναμη, και τη θεωρώ κομμάτι του θεάτρου. Εγώ σκέφτομαι με εικόνες, πολύ. Είναι θέμα διαχείρισης όμως. Η εικόνα πρέπει να συμπεριλαμβάνει όλο αυτό που ονομάζουμε παράσταση. Εμένα οι εικόνες μου γεννιούνται μέσα από το έργο. Νομίζω ότι όταν οι εικόνες επιβάλλονται σε ένα έργο σαν να είναι φορετές, σαν δάνεια, τότε ναι οδηγεί σε αυτό που λένε πολλοί ότι ένα έργο ήταν εικαστικό, και εκεί μάλλον πρέπει να ανησυχείς. Οι εικόνες πρέπει να γεννηθούν πραγματικά μέσα από τη δύναμη του κειμένου.

Κ.Σ. Στα έργα σου αναμετράσαι συχνά με το ρεαλιστικό κομμάτι της βίας,  τη βία της καθημερινότητας. Το να βλέπουμε τη βία που νιώθουμε σε ένα έργο, είναι λυτρωτικό πιστεύεις, και για το θεατή και για το δημιουργό;

Α.Μ. Νομίζω ότι η ρεαλιστική σκηνή βίας όπως μπορεί να τη δούμε στο δρόμο για παράδειγμα, δε νομίζω ότι μπορεί να αναπαρασταθεί στο θέατρο. Στον κινηματογράφο ίσως ναι. Εγώ δεν κάνω αναπαραστατικό θέατρο, θεωρώ ότι η μεταφορά είναι που έχει σημασία, γιατί η αναπαράσταση της βίας ουσιαστικά απωθεί το θεατή. Όπως όταν βλέπεις έναν άνθρωπο στη σκηνή να κλαίει συνέχεια, δε συγκινείσαι πια, αλλά θέλεις να σταματήσει. Η πραγματική συγκίνηση και μετακίνηση του θεατή, το να μπορεί να επικοινωνήσει κανείς με αυτό το κομμάτι της βίας, δεν μπορεί να συμβεί με ένα βίαιο τρόπο, με μια βίαιη απεικόνιση. Αυτά που υπονοούνται είναι τα πιο βίαια, αυτά δηλαδή που καταλαβαίνεις ότι μπορεί να συμβούν. Είναι σαν να είσαι φορέας ενός πράγματος, το οποίο δεν εκδηλώνεται με τα συμπτώματα του, και το φέρεις μέσα σου.

5

Κ.Σ Μιλώντας για ρεαλισμό, δεν αναφέρομαι τόσο στην απεικόνιση, αλλά στην κλινική θεώρηση που πιστεύω ότι υπάρχει στο έργο σου, για τη βία ή για το συναίσθημα που υπάρχει μέσα μας. Για παράδειγμα στην Ψύχωση ή στο Ναι, υπήρχε αντιμετώπιση της ψυχικής ασθένειας με τρόπο που ήταν πολύ κοντά στην πραγματικότητα.

Μια και το συζητάμε τώρα, για το ΝΑΙ εγώ δεν έκανα τέτοιο τύπο έρευνας, δεν πήγα δηλαδή σε κάποιο ψυχιατρείο ή δε συναναστράφηκα ανθρώπους με ψυχική νόσο, αλλά βγάλαμε το κομμάτι της ευφορίας που νιώθει ο άνθρωπος που το περνά αυτό. Γιατί όταν του συμβαίνει, ο άνθρωπος αυτός νιώθει καλά. Δουλέψαμε την έκρηξη του συναισθήματος που νιώθει αυτός ο άνθρωπος. Από την άλλη, μπορεί να είναι τραγικό ως εικόνα να βλέπεις μια γυναίκα να βγαίνει στο δρόμο ντυμένη, βαμμένη, να πίνει και να τραγουδά. Όταν το κάνει όμως, είναι μέσα σε μια δίνη. Και αυτό δουλέψαμε εμείς. Γιατί αν δουλέψεις το αντίθετο, αν μπεις στη διαδικασία να κρίνεις αυτό το συναίσθημα, και να του δώσεις την τραγική του διάσταση, τότε συμβαίνει το αντίθετο. Δεν πρέπει να προκαλείς τον οίκτο ή τη συμπόνοια του θεατή, γιατί τότε δεν είναι θέατρο. Πρέπει να γράψεις ένα βιβλίο ή ένα δοκίμιο. Αυτή η κίνηση που είχε το έργο, έγινε σε ένα χώρο συγκεκριμένο που άλλαζε συνέχεια. Δεν είναι ακριβώς ρεαλισμός επομένως, γιατί αυτός ο όρος παίρνει και άλλη διάσταση στο θέατρο, είναι όμως η πραγματικότητα του ανθρώπου που τη βιώνει. Και εκεί επιλέγεις πώς θα την παρουσιάσεις. Το δύσκολο είναι να τη μεταφέρεις. Αν πας σε τελείως ρεαλισμό, δε θα ενδιαφέρει κανέναν. Μπορεί να φαίνεται λίγο περίεργο, αλλά αυτό το χάος πρέπει να ασκεί και μια γοητεία, να δημιουργεί μια έλξη, να σου ανοίγει κάτι. Γιατί αν δεν σου ανοίξει κάτι, τότε μόνο το κρίνεις, και λες
«να μην το πάθω». Ενώ το θέμα είναι να καταλάβεις ότι είναι ένα κομμάτι στο οποίο είμαστε όλοι οριακά, ότι θα μπορούσε να μας συμβεί. Δεν είναι απλά μια αρρώστια, από την οποία μένουμε απέξω.

Κ.Σ Στα έργα σου υπάρχει επίσης και έντονη σωματικότητα. Αυτό μου δίνει την αίσθηση ενός ανθρώπου που μάχεται να ζήσει. Πόσο αντιπροσωπευτικό είναι αυτό για σένα;

Α.Μ. Νομίζω ότι είναι και κάτι πολύ απλό. Το να είσαι πάνω σε μια σκηνή και να θες να πεις κάτι, σημαίνει ότι θές να ζήσεις. Θέλω να μιλήσω για κάτι, άρα υπάρχω και είμαι σε αυτή τη λειτουργία. Άρα δεν είναι κάτι τετελεσμένο, δεν έχω αποφασίσει για αυτό αλλά το εκθέτω. Και καθώς το εκθέτω, ζω μέσα σε αυτό, και μέσα από αυτό. Μάχομαι με αυτό, συμβαίνω με αυτό, υπάρχω με αυτό. Και για αυτό παθιαζόμαστε.

Κ.Σ Δε γίνεται κι αλλιώς..

Α.Μ Δεν γίνεται πάντα και σε όλους. Γιατί το να είσαι σε μια σκηνή πάνω και να λες άντε να τελειώσει αυτό, τότε σίγουρα θα το πεί και ο θεατής. Και δεν ξέρω και τι νόημα έχει.

3

Κ.Σ Σε μια δεύτερη ανάγνωση, πέρα από το καλλιτεχνικό κομμάτι είσαι και ένας άνθρωπος που ασχολείσαι με τα κοινά, υπερασπίζεσαι μια ιδέα, ένα θεσμό, ένα χώρο. Πρόσφατα για παράδειγμα, με το ζήτημα του Fabre  ήσουν από τα πιο δραστήρια πρόσωπα στην υπόθεση αυτή. Πώς βίωσες αυτές τις μέρες, και τι  κόστος έχει αυτό για σένα;

Α.Μ. Δεν είναι καλλιτεχνικό θέμα μόνο. Ως πολίτες μια χώρας δεν πρέπει να μένουμε έξω από τα πράγματα που συμβαίνουν, και να λέμε ότι κάνουμε μόνο θέατρο, ή είμαστε καλλιτέχνες και δεν μας αφορούν. Όλα μας αφορούν, και αν νομίζουμε ότι δε μας αφορούν, είναι μια αυταπάτη, γιατί τα βρίσκουμε όλα μπροστά μας. Το αίσθημα της δικαιοσύνης και για τα πολιτικά και τα κοινωνικά ζητήματα είναι σημαντικό. Και το θέμα με τον Fabre καθαρά πολιτικό ήταν. Δεν έχει σημασία αν εμένα μου άρεσε ο Fabre ή όχι ως καλλιτέχνης. Αισθάνθηκα ότι ήταν ένα πρόσωπο που εισβάλλει σε ένα χώρο και σου στερεί τα δικαιώματα σου στο χώρο αυτό. Δεν έχω κάτι προσωπικό μαζί του, κανείς δεν είχε ελληνοκεντρική προσέγγιση ή εθνικιστική όπως ειπώθηκε. Νομίζω ότι αυτά βέβαια ειπώθηκαν από ανθρώπους που δεν είχαν σωστή ενημέρωση και καλό θα ήταν να είχαν ενημερωθεί για το τι σημαίνει να διεκδικεί κάποιος όλο τον πολιτιστικό πλούτο και την πολιτική μιας χώρας. Γενικά δηλαδή πρέπει να είμαστε δίπλα στα πράγματα. Πώς αυτό θα γίνει τέχνη είναι άλλο θέμα. Δεν είμαι δημοσιογράφος, για να βγαίνω κάθε μέρα να κάνω δηλώσεις για όσα συμβαίνουν αλλά σαφώς επηρεάζομαι από τα κοινωνικοπολιτικά ζητήματα γύρω μου, όπως οι πρόσφυγες, όπως η πολιτική κατάσταση, η καθημερινή βία, οι φυλετικές, σεξουαλικές διακρίσεις, ταυτότητες, η υποκρισία. Όλα αυτά δεν τα ζούμε; Είμαστε σε ένα βασίλειο και κάνουμε το θέατρο μας; Μακάρι να μη συνέβαιναν όλα αυτά, και να μιλάγαμε για το ηλιοβασίλεμα.

Κ.Σ. Και όταν κάποιοι είναι αποκομμένοι από όλα αυτά φαίνεται και στην Τέχνη τους

Α.Μ Φυσικά. Εγώ ψάχνω πάντα τρόπους για το πώς μπορούμε να μιλήσουμε για τα θέματα αυτά, ποια γλώσσα να χρησιμοποιήσουμε. Είναι ένα θέμα αυτό, για να πετύχει, γιατί μπορεί να θέλεις πολλές φορές να μιλήσεις για κάποια θέματα και δεν έχεις γλώσσα, ή στην έχουν πάρει. Και πρέπει να βρείς μια άλλη γλώσσα.. γιατί μας την παίρνουν και τη γλώσσα μας τελικά.

Κ.Σ Αυτό που ονομάστηκε κίνημα της Σφενδόνης θα συνεχιστεί; Γιατί υπάρχουν θέματα που πρέπει να συζητηθούν και να λυθούν στο θέατρο.

Α.Μ. Αυτό το κίνημα της Σφενδόνης προέκυψε αυθόρμητα, γιατί υπήρχαν κοινά συμφέροντα και απειλήθηκαν όλοι από έναν κοινό εχθρό, που δεν ήταν μόνο ο Fabre, αλλά όλη η πολιτιστική πολιτική που έπληξε πολλούς ανθρώπους. Κάποιοι μετά αποχώρησαν επειδή ικανοποιήθηκαν κάποια βασικά αιτήματα, κάποιοι άλλοι έφυγαν για άλλους λόγους. Παρόλα αυτά ο χώρος παρέμεινε ως τόπος συναντήσεων και έγινε ένας ανοιχτός χώρος όπου έρχονται καλλιτέχνες από διαφορετικούς τομείς, και συζητούν πολλά διαφορετικά πράγματα για τον πολιτισμό, και για λύσεις σε προβλήματα. Δεν είμαστε πολλοί, αλλά ο καθένας εκπροσωπεί και άλλους, γιατί υπάρχει σαφώς και το πρακτικό θέμα της παρουσίας. Αλλά βρήκαμε έναν τρόπο να συναντιόμαστε και όλα αυτά να τα εκθέσουμε στον υπουργό και να έχουμε έναν διάλογο. Τα δουλεύουμε τα ζητήματα αυτά, τα γράφουμε και θα τα εκθέσουμε.  Υπάρχει αυτός ο χώρος, και είναι σωστό που υπάρχει και συμβαίνει γιατί αντιπροσωπεύουμε πολλά πράγματα. Το πρόβλημα δεν ήταν ο Fabre, αλλά ήταν μια αφορμή, και το ότι μπορέσαμε να συναντηθούμε και να ανταλλάξουμε πράγματα ήταν σημαντικό. Δεν μπορούμε να βγούμε στους δρόμους, δεν είμαστε απλά δυσαρεστημένοι που θα βγούμε και θα διαμαρτυρηθούμε απλά. Χρειάζεται και λίγη δουλειά, χρειάζεται μια ζύμωση, γιατί θα ξαναπροκύψουν ζητήματα. Το θέμα δεν είναι ότι επειδή εγώ έχω δουλειά φέτος, όλα είναι καλά.  Δεν είναι.

Κ.Σ. Ξεκίνησες το Θέατρο Δωματίου το 1993. Πόσο πιστή παρέμεινες στους αρχικούς στόχους, ή χρειάστηκες να τους αναπροσαρμόσεις κάπως;

Α.Μ Σίγουρα χρειάστηκε. Κι εμείς ξεκινήσαμε σε μια εποχή που ήταν ακόμα πιο δύσκολα τα πράγματα, και για ομάδες και για χώρους, γιατί δεν ήταν εποχή που ενθάρρυνε τέτοια πράγματα. Εγώ πέρασα το ίδιο δύσκολα σαν κρίση, και ίσως και δυσκολότερα, γιατί οι άνθρωποι τότε που ήταν στα πράγματα δεν βοηθούσαν τους νέους, τις νέες ιδέες, ή τις αλλαγές. Το θέατρο ήταν ένα πολύ ισχυρό κατεστημένο και προκατειλημμένο, με ιδέες και απόψεις συγκεκριμένες οπότε δεν ήταν εύκολα τα πράγματα. Δυστυχώς οι άνθρωποι αυτοί ακόμα υπάρχουν. Αλλά το κύμα των νέων ανθρώπων έσπασε το μονοπώλιο αυτού του κατεστημένου. Και αυτό είναι καλό. Αλλά κι εγώ ήθελα να έχω μια ομάδα, που δε θα μπορούσε όμως να μείνει έτσι, γιατί θα έπρεπε να δουλεύουν οι άνθρωποι και σε άλλες δουλειές, να δουλεύουν το βράδυ. Προσπάθησα να κρατήσω συνεργάτες και φίλους, αλλά δεν μπορούσα να συνεχίσω με τον ίδιο τρόπο. Είχαμε κάνει και ένα εργαστήριο, είχαμε έναν χώρο, κάποια εποχή που πήγε πολύ καλά, και εκεί κάναμε και πολλές πρόβες, και μπορέσαμε να κάνουμε και τα έργα μας χωρίς καθόλου λεφτά.

Κ.Σ. Ένας άνθρωπος με τη δική σου εμπειρία και ματιά είναι αυστηρός κριτής αυτών που βλέπει;

Α.Μ. Δεν είμαι αυστηρός κριτής, αλλά επειδή είναι μια τέχνη αυτό που κάνουμε, που εκτός από τη δουλειά που πρέπει να κάνει για να τη μάθει, χρειάζεται και ένα πνεύμα. Σίγουρα πρέπει να δουλέψει κανείς πάνω σε ερωτήματα και γιατί, πάνω σε αυτό που πρέπει να κάνει. Υπάρχει από τη μια πλευρά μια ευκολία σε όσα γίνονται, και από την άλλη υπάρχει και ένα πολύ χαμηλό επίπεδο δυστυχώς. Είναι σχεδόν ερασιτεχνικά πολλά πράγματα. ΣΕ αυτό ίσως φταίει και η πολιτεία, γιατί όταν δεν υποστηρίζεται η Τέχνη, και το θέατρο συγκεκριμένα, αρχίζουν και συμβαίνουν πολλά πράγματα. Όσο διαμορφώνονται κριτήρια και ανεβαίνει ψηλά ο πήχης, σημαίνει ότι πρέπει να υπάρχει παιδεία, γιατί από εκεί ξεκινούν όλα. Λυπάμαι που το λέω, αλλά τελειώνει κανείς μια σχολή, αλλά δεν έχει εκπαιδευτεί σε κάτι. Η παιδεία είναι και λίγο προσωπικό θέμα. Μπορεί να δεις δυο παιδιά να έχουν τελειώσει την ίδια σχολή και να είναι σε εντελώς διαφορετικό επίπεδο. Επίσης πολλές φορές δεν μπορείς να ξεχωρίσεις το πρώτο έτος από το τρίτο. Πολλοί θέλουν να γίνουν ηθοποιοί και δεν ξέρεις για ποιο λόγο τελικά γίνεται αυτό. Πού θα απορροφηθούν όλοι αυτοί; Και δεν μπορεί να είναι όλοι καταπληκτικοί καλλιτέχνες. Δεν το κρίνω, αλλά το σχολιάζω ως φαινόμενο, βλέπω αυτό που συμβαίνει. Ακόμα και πριν τελειώσουν τη σχολή ξεκινούν να παίζουν, δεν έχουν υπομονή να μην παίξουν, και δεν έχουν χρόνο να μάθουν. Όλοι θέλουν να ανέβουν σε μια σκηνή. Άρα δεν έχουμε κοινό.

Κ.Σ. Το κοινό είναι το ίδιο που μεταφέρεται από τη μια παράσταση στην άλλη…

Α.Μ Ακριβώς. Κι εγώ δεν μπορώ να δω πια τόσες παραστάσεις όσες υπάρχουν γιατί πόσα να προλάβω; Δε γίνεται, και ούτε μπορώ να γίνομαι κοινό συνέχεια, γιατί τότε δεν θα έκανα τίποτα άλλο.

11

Κ.Σ Τους μαθητές σου τι τους συμβουλεύεις;

Α.Μ. Να αλλάξουν επάγγελμα! (γελώντας). Είμαι πολύ επιφυλακτική, γιατί είναι μια αρένα, όπου βλέπεις ότι ακόμα και άξια παιδιά, με προσόντα, αν δεν έχουν και ένα συγκεκριμένο χαρακτήρα δεν θα επιβιώσουν μέσα σε αυτό το χώρο. Όλα είναι μια ελεύθερη αγορά, όπου πρέπει να πουλήσεις τα κάλλη σου, και τα καλλιτεχνικά κάλλη εννοείται, όπου πρέπει να είσαι sold out, να έχεις εισιτήρια. Δε γίνεται αυτό το πράγμα συνέχεια.

Κ.Σ Είναι όμως διαφορετικό πράγμα η καλλιτεχνική από την εμπορική επιτυχία

Α.Μ. Βλέπεις όμως ότι έχει χτυπήσει πολύ αυτό το θέμα, και κυνηγάνε όλοι το εμπορικό κομμάτι. Μια ομάδα όταν ξεκινά, δεν μπορεί να ανταγωνιστεί τους άλλους, πού θα βρεί χώρο αυτή η παράσταση; Σίγουρα είναι θέμα πολιτικής. Τι θα γίνουν όλοι αυτοί που ασχολούνται με το θέατρο; Υπάρχει ένα δυναμικό που χάνεται.

Κ.Σ Τί είναι αυτό που σου δίνει δύναμη να συνεχίζεις;

Α.Μ. Μια μυστική φωνή που μου λέει… (γελώντας). Όχι δεν υπάρχει αυτή η φωνή. Όλα συντελούν στο να μη συνεχίζεις. Αυτό που αισθάνομαι πολλές φορές είναι σαν να μας οδηγούν όλα σε μια ματαιότητα. Ακόμα και η φωνή σου, δεν ξέρεις αν φτάνει κάπου, αν εισακούγεται. Μπορεί, ίσως. Έρχονται κάποιοι άνθρωποι που σου λένε κάτι, και αυτό σου δίνει δύναμη, σου δίνουν ένα feedback ότι υπάρχει κάποιος. Αλλά δεν ξέρω αν αυτό αρκεί ή αν δεν συνεχίζουμε από μια κεκτημένη ταχύτητα. Κι εγώ αισθάνομαι πολλές φορές ότι μπορεί να κάνω πράγματα που δεν θα χρειαζόταν να τα κάνω, αλλά είμαι μέσα σε μια ταχύτητα που με οδηγεί σε αυτά. Γιατί ζώ συνεχώς σε ένα παρόν. Ίσως είναι αυτό. Γιατί αν μπορούσα να δουλεύω εγώ με τους δικούς μου όρους, χωρίς την αγωνία του πώς θα γίνουν όλα αυτά, θα μπορούσα να πω ότι συνεχίζω τη δουλειά μου σωστά. Νομίζω ότι συνεχίζω γιατί ζω. Γιατί υπάρχω.

Κ.Σ. Υπάρχει κάποιο σχέδιο ανακοινώσιμο για το επόμενο διάστημα;

Α.Μ Τώρα κάνω κάποια σεμινάρια, και σκέφτομαι να ανοίξω έναν κύκλο με τα σεμινάρια προς την τραγωδία που με ενδιαφέρει πολύ, και ίσως βγει κάτι μέσα από αυτό. Θα ήθελα να δουλέψω όχι μόνο με όρους πίεσης, αλλά σε βάθος χρόνου, και να μπορεί να βγει προς τα έξω κάποια στιγμή.  Υπάρχουν και κάποια άλλα σχέδια αλλά δε θα ήθελα να ανακοινώσω κάτι ακόμα. Αυτό που βλέπω είναι ότι φέτος υπάρχει το θέμα της παραγωγής που παίζει ρόλο. Γιατί και άλλες φορές υπήρχε κρίση, αλλά υπήρχαν περιθώρια, και χώρος, ενώ τώρα βλέπω και εισπράττω πως είναι αλλιώς. Αν κάνει κάποιος μια πρόταση σε έναν παραγωγό, οι ερωτήσεις είναι ποιος θα παίξει, ποιο είναι το έργο, αν το έργο αυτό θα πιάσει. Γιατί μπορεί τελικά να είναι κάτι εμπορικό, αλλά δεν ξέρεις ποια θα είναι η συνταγή.

Κ.Σ  Σε ευχαριστώ πολύ!

Α.Μ. Κι εγώ.

Ευχαριστούμε την Ελπίδα Μουμουλίδου για τη φωτογράφιση και το “Liar Man” στο Γκάζι για τη φιλοξενία τους στη φωτογράφιση και τη συνέντευξη. 

1 σκέψη στο “Άντζελα Μπρούσκου”

Σχολιάστε

Θέατρο - mytheatro.gr