Είδαμε την πολυσυζητημένη «Μήδεια» του Φρανκ Κάστορφ στο Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου, στην παγκόσμια πρεμιέρα της το διήμερο 21-22/7.
- Κείμενο Κάτια Σωτηρίου
- Ημερομηνία Δημοσίευσης 26/7/2023
Ο Frank Castorf, ο διευθυντής της περίφημης Volksbühne am Rosa-Luxemburg-Platz στο Βερολίνο για ένα τέταρτο του αιώνα, κατέχει σημαντικό ανάστημα μεταξύ των Ευρωπαίων σκηνοθετών. Αναγνωρίζεται ως εξέχουσα προσωπικότητα του μεταμοντερνιστικού θεάτρου, που χαρακτηρίζεται από μια ανατρεπτική και προκλητική σκηνική γλώσσα που προκαλεί τόσο το κοινό όσο και τους πολιτιστικούς θεσμούς.
Και από την είσοδο μας στο θέατρο ο Κάστορφ είχε φροντίσει να πυρπολήσει την οποιαδήποτε κοινή συναίνεση. Τα αντίσκηνα και τα εκατοντάδες πλαστικά μπουκάλια του σκηνικού αποτέλεσαν αντικείμενο διαμάχης στο κοινό που περίμενε να ξεκινήσει η παράσταση, με πολλούς να έχουν προδιαγράψει το ότι δεν θα τους αρέσει η παράσταση με τέτοιο σκηνικό. Οι πιο… ψύχραιμοι, κατανόησαν γρήγορα ότι σκοπός του Κάστορφ ήταν να τοποθετήσει τη Μήδεια στον τόπο των απόκληρων, εκείνων που μάχονται μέσα σε κοινωνικά, πολιτικά και ψυχολογικά σκουπίδια, που δεν έχουν τελικά τόπο.
Η επιλογή του σκηνικού ευθυγραμμίζεται και ενισχύεται από τη δραματουργική προσέγγιση. Η Μήδεια κακομεταχειρισμένη και εξαπατημένη, αναζητά εκδίκηση. Το έργο ανέβηκε κατά τη διάρκεια μιας περιόδου εκτεταμένης περιβαλλοντικής καταστροφής και συζητήσεων γύρω από την υπερθέρμανση του πλανήτη. Το σκουπίδι λειτουργεί ως ο φυσικός χώρος όπου η διαχρονική Ευριπίδεια αφήγηση της σύγκρουσης των φύλων και της απιστίας συγκλίνει με το αίσθημα της κακοποιητικής και ιμπεριαλιστικής σύγχρονης εποχής. Γιατί στο έργο του Ευριπίδη δε συγκρούεται απλά ένα ζευγάρι, αλλά δυο κόσμοι, δυο ηθικές.
Η στάση του Ιάσονα είναι σε όλα τα κείμενα, προγενέστερα και μεταγενέστερα του Ευριπίδη, η ίδια. Η ηθική ενός διπλωμάτη ή ενός τυχοδιώκτη. Ποια είναι, ωστόσο, η πρόθεση του ποιητή; Αναμφισβήτητα να καταγγείλει την υπέρμετρη επικράτηση της πρακτικής τής σκοπιμότητας. Το ωφελιμιστικό πνεύμα που παραμέρισε το συναίσθημα, το ένστικτο, το πάθος, την παρόρμηση. Και να προειδοποιήσει πως οι ανεπίδεκτοι, οι ασυμβίβαστοι, μπορεί να εκραγούν με τραγικές συνέπειες. Είτε άτομα είναι αυτά, είτε ομάδες μέσα στην κοινωνία, είτε κράτη, έθνη.
Για το λόγο αυτό έξοχα δένει ο Κάστορφ τα εμβληματικά έργα του Χάινερ Μύλλερ, Ρημαγμένη Όχθη, Μήδειας Υλικό και το Τοπίο Με Αργοναύτες στην μετάφραση της Ελένης Βαροπούλου, με το αυθεντικό κείμενο του Ευριπίδη.
Η προσαρμογή της Μήδειας του Μύλλερ χρησιμοποιήθηκε από τον Κάστορφ στη θεατρική του απόδοση ως μια συμβολική αναπαράσταση της δεινής θέσης των γυναικών που καταπιέζονταν από τις πατριαρχικές δομές. Επιπλέον, ο χαρακτήρας του Ιάσονα και του πληρώματος των Αργοναυτών απεικονίστηκαν ως ιστορικές προσωπικότητες που παραπέμπουν στο Γ Ράιχ ( πάντα παρόντα τα συλλογικά – ηθικά απωθημένα των Γερμανών) και που χρησιμεύουν ως μέσο για όλες τις περιπτώσεις βίαιων κατακτήσεων και εγκληματικών συμπεριφορών που διαπράττονται από άνδρες, αντλώντας έμπνευση από το πρωτότυπο έργο του Ευριπίδη. Η ερμηνεία των πέντε χαρακτήρων της Μήδειας στο έργο προκάλεσε έντονα συναισθήματα και μετέφερε έναν κατακλυσμικό θυμό, συμβολίζοντας τη συλλογική φωνή περιθωριοποιημένων γυναικών που έχουν συντριβεί από πράξεις δειλής προδοσίας και εξέγερσης ενάντια στις καταπιεστικές δυνάμεις. Ο συνδυασμός του έργου του Ευριπίδη «Μήδεια» και των έργων του Χάινερ Μύλλερ και του Ρεμπώ, παρείχε το βέλτιστο εστιακό σημείο για την ανάμειξη της επιδέξιας απεικόνισης του μύθου με τις διάσπαρτες έννοιες και εικόνες που προκύπτουν από και παρουσιάζονται ως μεταγενέστερες ερμηνείες και αναθεωρήσεις. Αυτή δηλαδή η αποδόμηση και ανασύνθεση του μύθου παρουσίασε ξεκάθαρα το γιατί η Μήδεια είναι τόσο σύγχρονο έργο.
Ωστόσο , το πολύ δυνατό σημείο της παράστασης, δηλαδή η επιλογή των κειμένων, ήταν αφορμή και για τη μεγαλύτερη αδυναμία της: την ανοικονόμητη δραματουργία.
Η αφήγηση παρουσιάζει μια σημαντική ανεπάρκεια στην οικονομία, καθώς ο Κάστορφ παρουσιάζει σχολαστικά κάθε λεπτομέρεια, περιστατικό, συνάντηση και δράση που ανέλαβε η Μήδεια κατά τη διάρκεια του «έργου» της. Αυτή η υπερβολική εστίαση σε ασήμαντα στοιχεία εγείρει ερωτήματα σχετικά με το σκοπό και την ερμηνευτική σημασία ορισμένων σκηνών που αφενός χαλάρωσαν τη δραματουργία, και αφετέρου, εύλογα δοκίμασαν τις αντοχές και του κοινού. Δεν υπήρχε λόγος να διακόπτεται σχεδόν ο θρήνος για τον θάνατο της Γλαύκης – Κρέουσας για να γίνει εσωτερικό αστείο με το αν η προσφερόμενη Κόκα Κόλα είναι κανονική και όχι zero. Υπήρξε μια σειρά άκαιρων υπονομευτικών αστείων, που μόνο αρνητικά λειτούργησαν.
Το εξαιρετικό σύνολο των ηθοποιών αξιοποίησε ουσιαστικά την άναρχη προσέγγιση της υποκριτικής, ασπαζόμενο τον αυτοσχεδιασμό και την αίσθηση της καλλιτεχνικής ελευθερίας. Ωστόσο, μόνο αρνητικά μπορούμε να δούμε την τόσο επίμονη εξάρτηση από την κινηματογράφηση σε όλη τη διάρκεια της παράστασης, με αποτέλεσμα την περιορισμένη ορατότητα της ορχήστρας. Το σύνολο της δράσης εκτυλισσόταν μέσα σε ένα κλειστό «δωμάτιο δράσης» που βρίσκεται στα παρασκήνια, με συνεχόμενα γυρίσματα. Επιπλέον, συνέβησαν ανάλαφρα ιντερμέδια όπου οι ηθοποιοί έριξαν περιπαικτικά μια ματιά στο θέατρο, αμφισβητώντας χιουμοριστικά την αποχώρηση των θεατών. Χωρίς να είμαστε κατά της κινηματογράφησης στο θέατρο, οφείλουμε ωστόσο να παραδεχθούμε ότι η τόσο ευρεία χρήση του ίσως εξηγείται από το γεγονός ότι οι σκηνοθέτες χρησιμοποιούν ορισμένες στρατηγικές για να τραβήξουν την προσοχή του – αρκετά τηλεοπτικού πια – κοινού. Στην Μήδεια του Κάστορφ σχεδόν οι δυο από τις τρεις και ώρες παίχτηκαν στο κόκκινο δωμάτιο, με το κοινό να παρακολουθεί μέσω οθόνης: συμπτωματικα (;) ήταν και οι πιο σπουδαίες ερμηνευτικά στιγμές που παρουσιάστηκαν έτσι: ο μονόλογος της Μήδειας – Ναυπλιώτου που ζητά από τον Κρέοντα να της επιτρέψει να μείνει μια μέρα ακόμα, και η απαγγελία του ποιήματος «Μια εποχή στην κόλαση» του Ρεμπώ από τη Στεφανία Γουλιώτη στα γαλλικά.
Οι ερμηνείες και των 8 ηθοποιών ήταν εξαιρετικές. Η Μαρία Ναυπλιώτου ίσως στην καλύτερη, πιο παθιασμένη και πιο ουσιώδη ερμηνεία της μέχρι τώρα, η πάντα δυναμική και πολυεπίπεδη ερμηνεία της Στεφανίας Γουλιώτη, η Ευδοκία Ρουμελιώτη με έναν συνταρακτικά βαθύ θυμό, η φρενήρης και αλλόφρων Μήδεια της Αγγελικής Παπούλια, η πιο γήινη Μήδεια της Σοφίας Κόκκαλη. Έξοχη Παραμάνα ο Νίκος Ψαρράς, ο Αινείας Τσαμάτης ιδανικός ανώριμος , στα όρια του παιδιάστικου Ιάσων, στιβαρός και μετρημένος ο Νικόλας Χανακούλας ως Κρέων.
Τα κοστούμια της Adriana Braga Peretzki αποπνέουν μια αίσθηση χλιδής και θεάματος, αλλά και ματαιότητας: Τα στρας εν μέσω σκουπιδιών, το δώρο στη Γλαύκη μέσα στο κουτί Dior, πορεύονταν απόλυτα αντιστιτικά, και απόλυτα εύγλωττα, με την σκηνική κατασκευή του Σέρβου Aleksandar Denic.
Οι αστραφτερές τουαλέτες και τα περίτεχνα φτερά που παρουσιάζονται στα σχέδιά της εξυψώνουν την εμφάνιση των Μηδειών, απεικονίζοντάς τους ουσιαστικά ως θριαμβευτικές και νικηφόρες φιγούρες στη θεατρική σκηνή.
Η ενσωμάτωση μουσικής από διάφορες πηγές όπως οι Doors, η γερμανική ποπ, η Αρλέτα, και οι κλασικές συνθέσεις έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη ενός ποικίλου και δυναμικού πολυτροπικού περιβάλλοντος.
Και φυσικά, όπως αναμενόταν ο Κάστορφ έκανε την δήλωση της πρόθεσης του στο τέλος. Η Μήδεια μένει στη σκηνή, απόλυτα νικήτρια και απόλυτα ηττημένη ταυτόχρονα. Έξοχο κλείσιμο μιας παράστασης που ήθελε να πει πολλά, είπε πράγματι πολλά, όχι πάντα επιτυχημένα, αλλά σίγουρα μας παρουσίασε μια εκδοχή της Μήδειας που άξιζε σαφώς την κάθοδο στο Αργολικό θέατρο. Ο σκηνοθέτης ενίσχυσε τη θεατρική συνθήκη ενσωματώνοντας ένα ξεχωριστό κώδικα, διασφαλίζοντας τη συνεχή εμπλοκή του κοινού. Είναι και αυτό ένα σημαντικό ζητούμενο του θεάτρου.