fbpx

Είδαμε τις Ευμενίδες σε σκηνοθεσία Άντζελας Μπρούσκου – Κριτική της Παράστασης

Οι Ευμενίδες του Αισχύλου σε σκηνοθεσία Άντζελας Μπρούσκου, παρουσιάστηκαν στο Αμφιθέατρο Παλαιού Ελαιουργείου στις 15 & 16 Ιουλίου, στο πλαίσιο της δράσης Μυστήριο 35 ΑΙΣΧΥΛΟΥ Project .

  • Κείμενο Κάτια Σωτηρίου
  • Ημερομηνία Δημοσίευσης 24 Ιουλίου 2023

Η τριλογία της Ορέστειας ολοκληρώνεται με τις Ευμενίδες. Πρόκειται για μια τραγωδία, η οποία αφενός συνδεόταν πολύ στενά με τις πολιτικές εξελίξεις στην Αθήνα την εποχή της διδασκαλίας της, αφετέρου περιέγραψε την πορεία προς την εγκαθίδρυση του θετού δικαίου και την θεμελίωση των δικονομικών διαδικασιών εντός των κοινωνιών των πόλεων κρατών.

Στο έργο Ευμενίδες, απεικονίζεται διακριτικά μια διαίρεση στο θεϊκό βασίλειο, αρχικά μεταξύ του Δία και των Ερινύων, και στη συνέχεια καταλήγει σε πλήρη ρήξη των σχέσεων μεταξύ των Ολύμπιων θεών και των Ερινύων. Αυτή η ρήξη συνέβη όταν έγινε φανερό ότι οι χαοτικές συνέπειες των δύο προηγούμενων τραγωδιών δεν μπορούσαν να διορθωθούν με τις απάνθρωπες και εκδικητικές μεθόδους που χρησιμοποιούσαν αυτές οι σκοτεινές θεότητες. Οι Ερινύες ενσάρκωναν μια παλαιότερη γενιά θεοτήτων που προστάτευαν τους αρχαίους, άγραφους νόμους, τη μητριαρχία και την αρχέγονη καταγωγή της οικογένειας, με κεντρική φιγούρα την Κλυταιμνήστρα. Αντιτάχθηκαν σθεναρά σε οποιεσδήποτε αλλαγές που οι νέοι θεοί επιδίωκαν να θεσπίσουν, υποστηρίζοντας ότι η εισαγωγή νέων θεσμών θα υπονόμευε το θεμέλιο της κοινωνίας -την οικογένεια- και τελικά θα οδηγούσε στην κατάρρευση της ίδιας της κοινωνικής δομής.

eumenides

Πέρα από το κοινωνικό και ηθικό στοιχείο, είναι σημαντικό να αναφέρουμε ότι η Ορέστεια διδάχθηκε τρία χρόνια μετά τον περιορισμό των αρμοδιοτήτων του Αρείου Πάγου μόνο σε υποθέσεις ανθρωποκτονίας, περιορισμό που επέβαλαν οι ριζοσπαστικές μεταρρυθμίσεις του δημοκρατικού Εφιάλτη το 462/1 π.Χ. Το ιστορικό αυτό γεγονός, είναι φυσικό να απηχείται στις Ευμενίδες του Αισχύλου. Στην ίδια χρονιά περίπου τοποθετείται και η συμμαχία του Άργους με την Αθήνα . Στο δράμα ο Αργείος Ορέστης, για να εκφράσει την ευγνωμοσύνη του για την απαλλακτική απόφαση του δικαστηρίου, υπόσχεται με όρκο παντοτινή φιλία της πόλης του με την Αθήνα. Προφανώς πρόκειται για υπαινικτική αναφορά στα σύγχρονα ιστορικά γεγονότα. Αν σκεφτούμε α) ότι ο Αισχύλος προβαίνει σε αναχρονισμό ως προς τη χρονολογία ίδρυσης του Αρείου Πάγου, αφού, όπως είναι γνωστό, το δικαστήριο αυτό εκδίκασε τρείς άλλες υποθέσεις πριν από την περίπτωση του Ορέστη, που σύμφωνα με το δράμα αποτελεί την έναρξη των δραστηριοτήτων του Αρείου Πάγου και β) ότι στο δρόμο ο Ορέστης είναι Αργείος και όχι Μυκηναίος, τότε αντιλαμβανόμαστε ότι πρόθεση του ποιητή ήταν να αναμείξει αξεδιάλυτα μύθο και ιστορία.

Η μεγάλη λοιπόν ανατροπή έρχεται δια της τέχνης του Αισχύλου σε φιλοσοφικό και ηθικό επίπεδο. Πρέπει στο τέλος της τριλογίας να τελειώσει και με το κακό, έστω και προσωρινά. Το κακό μπορεί να καταπολεμηθεί και με το καλό, ή ίσως μόνο με το καλό. Αν λοιπόν η μια τιμωρία φέρνει την άλλη, το ένα κακό οδηγεί στο άλλο, η κατάληξη θα είναι ένας κόσμος ό που θα κυριαρχεί το κακό. Ο ατελείωτος κύκλος της εκδίκησης και της αντιεκδίκησης αντικαθίσταται στις Ευμενίδες από τις αρχές της δικαιοσύνης που υποστηρίζονται από την πόλη.

Η παράσταση

Η Μπρούσκου χρησιμοποιεί τις «Ευμενίδες» ως καταλύτη για την προώθηση ενός κοινοτικού λόγου με τους θεατές, όπου συμμετέχουν ως ενεργοί συντελεστές και λειτουργούν ακόμη και ως βοηθητικοί ερμηνευτές, επηρεάζοντας έτσι την εξέλιξη της αφήγησης. Η σκηνοθέτης, στην ερευνητική της προσέγγιση, υποστηρίζει ότι το κοινό αναλαμβάνει το ρόλο των ενόρκων στο αθηναϊκό δικαστήριο, δίνοντάς τους έτσι την ευκαιρία να εμπλακούν στη γνήσια δίκη ατμόσφαιρα και να ασκήσουν τα εκλογικά τους δικαιώματα για τον προσδιορισμό της ενοχής ή της αθωότητας του Ορέστη, του δράστη της μητροκτονίας. Με την πάντα ευρηματική, λιτή σκηνοθεσία της και κυρίως με την κίνηση και το λόγο παρήγαγε μια εύγλωττη, δραστική νοηματικά και αισθητικά ερμηνεία αυτού του σπουδαίου έργου, που έσφυζε από στοιχεία μυστηρίου, μορφές, ιστορίες και μνήμες νεκρών, αλλά που είχε μια σαφή τοποθέτηση προς την ανάγκη για δημοκρατία, τη συνοχή των πολιτών, τη συμμετοχή και ισονομία.

Ο λόγος του Δημητριάδη πληθωρικός και ποιητικός χωρίς συνάμα να χάνει την εγγύτητα του με την σημερινή γλώσσα. Μια μετάφραση που κατανόησε σε βάθος τον Αισχύλο κι ίσως, σε αρκετά σημεία της παράστασης έγινε κλειδί της απόδοσης του.

Σημαντικό στοιχείο της παράστασης ο καλοδουλεμένος «χορός» των Ερινυών, με τις Σμαράγδα Κάκκινου, Πάολα Καλλιγά, Δανάη Κατσαμένη, Θεοδώρα Κόρδα, Ανδριανή Κυλάφη, Βάλια Παπαχρήστου, Αγγελική Τουμπανάκη να χρησιμοποιούν το σώμα τους, τους μορφασμούς στο πρόσωπό τους και την ένταση της φωνής τους για να λειτουργήσουν τελικά αξιοθαύμαστα ως σύνολο, ως μονάδα. Κι άλλοτε είχαν δύναμη, άλλοτε θυμό, άλλοτε απελπισία, άλλοτε υποκρισία, άλλοτε έπαρση και αλαζονεία, άλλοτε μυστήριο, άλλοτε εκδικητική μανία, και τέλος μια γαλήνια αποδοχή. Τα εύσημα στη Βάλια Παπαχρήστου για την εξαιρετική κινησιολογική διδασκαλία και στην Αγγελική Τουμπανάκη για τη φωνητική σύνθεση.

Η Δήμητρα Χατούπη καταφέρνει να συνδυάσει το χιούμορ και τη φρόνηση, σε μια εξαίσια θεά Αθηνά, γεμάτη σιγουριά και δύναμη, που φτάνει στη σκηνή με πλήρη εξάρτυση, θεά της σοφίας, της στρατηγικής και του πολέμου. Εξαιρετική στον τελικό μονόλογο της που ζητά από τις Ερινύες να γίνουν Ευμενίδες, αλλά και με απόλυτα ελεγχόμενη επιτήδευση στην «ακροαματική» διαδικασία.

Η Παρθενόπη Μπουζούρη, ηθοποιός με σημαντική υποκριτική ικανότητα, σε διπλό ρόλο,  έπλασε τον Απόλλωνα ως «δαιμόνιο» νάρκισσο, ετοιμόλογο και ευφυή στο λόγο και την κίνηση θεό (υπέροχο το χρυσό πανωφόρι) , ικανό μάρτυρα υπεράσπισης σε μια τέτοια δίκη. Έξοχη στην προφητική μανία και ένθεη κατάσταση της εκστατικής μάντισσας και αφοσιωμένης ιέρειας του Απόλλωνα, Πυθίας, στην αρχή της παράστασης.

Η Κλυταιμνήστρα της Άντζελας Μπρούσκου ντυμένης στα μαύρα, με το τσιγάρο στο χέρι, φέρει μια ροκ απόκοσμη αύρα. Με σταθερή και έντονα φορτισμένη συναισθηματικά φωνή η Κλυταιμνήστρα της Μπρούσκου απαιτεί με φασματική ηρεμία και στιβαρότητα ταυτόχρονα, την τιμωρία του Ορέστη, περιγράφει το έγκλημα και την αναγκαιότητα της απάντησης στο φονικό. Παρά τη σύντομη παρουσία της καταγράφεται στις εξαιρετικές στιγμές της παράστασης.

Ο Διονύσης Πιφέας, παρά την αμήχανη είσοδο του, στέκεται ιδανικά ως Ορέστης. Σωματοποίησε τον ψυχικό κάματο του Ορέστη, που μεταλλάσσεται στη συνέχεια, σε ανάγκη να ακουστεί, στήριξε ερμηνευτικά το ρόλο του με ένταση και ρυθμό, και κατάφερε να συγκινήσει το κοινό με την εκφραστικότητα και τον καθαρό λόγο του.

Λειτουργικό και λιτό το σκηνικό της Ελίνας Λούκου, εύστοχοι οι φωτισμοί της Στέβης Κουτσοθανάση για να ενισχύσουν και το μεταφυσικό στοιχείο της παράστασης, όπως και τα ηχοτοπία του Αλέξανδρου Μήτρου. Ενδιαφέροντα και ταιριαστά στην αισθητική της παράστασης τα κουστούμια του Βασίλη Μπαρμπαρίγου.

Στο σύνολο της ήταν μια παράσταση που αποδεικνύει την ενδελεχή μελέτη του τραγικού λόγου, με την απελευθέρωση των πλοηγικών δυνατοτήτων του. Γιατί, ο Αισχύλειος λόγος μέσα από την προσέγγιση της Μπρούσκου γίνεται το όχημα για τη διανοητική, και ψυχολογική κάθαρση, την οποία μπορεί και πρέπει διαχρονικά και πανανθρώπινα να στοχεύει και εντέλει να προσφέρει μια παράσταση. Ελπίζουμε να την ξαναδούμε.

Ευμενίδες του Αισχύλου

Μετάφραση: Δημήτρης Δημητριάδης

Σκηνοθεσία: Άντζελα Μπρούσκου

Σχεδιασμός φωτισμών: Στέβη Κουτσοθανάση

Σκηνικά: Ελίνα Λούκου

Κοστούμια: Βασίλης Μπαρμπαρίγος

Επιμέλεια κομμώσεων: Κωνσταντίνος Βασιλείου

Make-up artist: Παναγιώτης Καρακάσης

Επιμέλεια κίνησης: Βάλια Παπαχρήστου

Μουσική σύνθεση: Αλέξανδρος Μήτρος

Φωνητική σύνθεση χορού: Αγγελική Τουμπανάκη

Bοηθός σκηνοθέτη: Θάνος Χατζόπουλος

Φωτογραφίες: Άρτεμις Σκουλίκα & Θάνος Χατζόπουλος

Οργάνωση – Εκτέλεση παραγωγής: Θέατρο Δωματίου

Σχολιάστε

Θέατρο - mytheatro.gr