Με αφορμή την πρόσφατη δήλωση-καταγγελία της ηθοποιού Ζέτας Δούκα για τη συστηματική άσκηση ψυχολογικής και λεκτικής βίας την οποία υπέστη από τον ηθοποιό και σκηνοθέτη Γιώργο Κιμούλη κατά τη διάρκεια των προβών και παραστάσεων της παραγωγής “Closer” στο θέατρο Αθηνών τη σεζόν 2008-2009, οι SupportArtWorkers εκφράζουμε την αμέριστη στήριξη και συμπαράστασή μας στο δίκαιο αγώνα της ο οποίος είναι και δικός μας.
Ευχαριστούμε για τη γενναιότητα που επέδειξε τόσο η ίδια, όσο και η Σοφία Μπεκατώρου, αλλά και κάθε θηλυκότητα που έπεσε θύμα σεξισμού, σεξουαλικής παρενόχλησης ή κακοποίησης, σωματικής ή ψυχολογικής, και δεσμευόμαστε ότι θα είμαστε αρωγοί αυτού του αγώνα με οποιονδήποτε τρόπο και καθ’όλη τη διάρκειά του. Δυστυχώς τέτοιου είδους κινήσεις κάθε άλλο παρά δεδομένες είναι, ακόμη και στον χώρο του Πολιτισμού που θέλει (και θέλουμε) να λέγεται φορέας παιδείας και ηθικών αξιών.
Στο δρόμο της διαφάνειας στον οποίο αποβλέπουμε, λοιπόν, οφείλουμε να κάνουμε γνωστό ότι ο καλλιτεχνικός κλάδος πλήττεται από σωρεία αντίστοιχων αφηγήσεων με τέτοια πυκνότητα που σχεδόν καθένας και καθεμία από εμάς έχει άμεσα ή έμμεσα πρόσβαση σε τουλάχιστον μια ιστορία κακοποίησης στον εργασιακό τους χώρο. Για το λόγο αυτό και με όχημα το θάρρος της κας Δούκα, νιώθουμε και θεωρούμε ότι αυτή ακριβώς η στιγμή είναι η καταλληλότερη ώστε να ξεπεράσουμε κάθε αντίσταση και κάθε φόβο και να φέρουμε κάθε τέτοια ιστορία στο φως. Αυτή είναι η στιγμή που οι καταπιεσμένες μας φωνές μπορούν, οφείλουν και πρέπει να ενωθούν, ώστε αυτό που παρέμενε για χρόνια κοινό μυστικό του καλλιτεχνικού χώρου να λάβει πια τη διάσταση που του αναλογεί στη δημόσια σφαίρα, ονομαστικά και καταγγελτικά. Σεξουαλική βία ή παρενόχληση, σεξιστικά σχόλια, ψυχική και λεκτική βία οποιουδήποτε είδους, κατάχρηση οποιασδήποτε θέσης εξουσίας, προσωπικές προσβολές, σωματική βία, απειλές, οικονομικοί εκβιασμοί είναι μόνο μερικές από τις μορφές κακοποίησης που υφίστανται οι εργαζόμενοι στον πολιτισμό και μάλιστα μόνο οι πιο εύκολα εντοπίσιμες. Υπάρχουν ακόμα πολλές. Έφτασε η ώρα να τις εκθέσουμε και να τις εξαλείψουμε.
Και παίρνουμε τα πράγματα από την αρχή: στα επαγγέλματα των Τεχνών, το ανθρώπινο σώμα αποτελεί κύριο εργαλείο της δουλειάς. Τα όρια του τί εντάσσεται στο πλαίσιο της καλλιτεχνικής δημιουργίας και τί όχι, είναι πάρα πολύ λεπτά και κάθε καλλιτέχνης έχει απόλυτο δικαίωμα αυτοδιάθεσης και ορισμού προσωπικών ορίων σε σχέση με το τί επιθυμεί ή όχι να εκθέτει, τα οποία θεωρούμε και πρέπει να είναι απαραβίαστα. Παρόλα αυτά, είναι πάμπολλες οι αφηγήσεις που γνωρίζουμε μεταξύ μας και οφείλουμε να βγάλουμε προς τα έξω, όσον αφορά υβριστικά, ταπεινωτικά, ομοφοβικά, σεξιστικά, υποτιμητικά λόγια τα οποία βιώνουμε κατά τη διάρκεια προβών, ακροάσεων ακόμα και εισαγωγικών εξετάσεων σε σχολές. Πολλά δε από αυτά είναι τόσο εδραιωμένα εδώ και χρόνια, ώστε αντιμετωπίζονται πλέον ως μέρος της διαδικασίας που οφείλει να υποστεί ένας ηθοποιός, χορευτής, υποψήφιος σπουδαστής κ.ά. Καθιερωμένα και ευρέως εγκαθιδρυμένα, σε όλες τις εκφάνσεις της κοινωνίας, έμφυλα στερεότυπα, ειδικά στον χώρο των τεχνών, βρίσκουν έδαφος να εκδηλωθούν και να διογκώνονται. Με άλλα λόγια, η ελευθερία έκφρασης της ψυχής και του σώματος, που είναι σύμφυτα με το αντικείμενο των επαγγελμάτων μας, τείνουν να σεξουαλικοποιούνται και θύματα αυτού καταλήγουν να είναι κυρίως οι γυναίκες καλλιτέχνιδες. Η έννοια της θηλυκότητας -που εμπορευματοποιείται κατά κόρον στις σύγχρονες κοινωνίες που ενσωματώνουν πλήρως στις δομές τους την κουλτούρα του βιασμού- στην τέχνη, βάλλεται όχι μόνο σε σχέση με το παραγόμενο αποτέλεσμα της δουλειάς της (δηλ. το καλλιτεχνικό προϊόν) αλλά κυρίως ως υποκείμενο-φορέας του έργου αυτού, δηλαδή η ίδια ως καλλιτέχνιδα.
Σας καλούμε να πάψουμε να θεωρούμε τις έννοιες της «διασημότητας», της «αυθεντίας», της «διάνοιας», του «ταλέντου», ως διαβατήριο άσκησης οποιασδήποτε μορφής βίας απέναντι στους «λιγότερο διάσημους, λιγότερο ταλαντούχους, λιγότερο εμπορικούς». Να αντιμετωπίζουμε με μεγαλύτερη καχυποψία το σύστημα που συντηρεί και εδραιώνει όλες αυτές τις «αυθεντίες» (ΜΜΕ, δημοσιογράφοι κόλακες, καναλάρχες, θεατρώνηδες, παραγωγοί κτλ.), οι οποίοι όχι απλώς αποσιωπούν και αποκρύπτουν βιαιότητες αλλά τις καλλιεργούν, τις δικαιώνουν και τελικά καταλήγουν να τις διαπράττουν. Τονίζουμε ότι οι κακοποιητικές συμπεριφορές οφείλουν να είναι κατακριτέες, από όποιον κι αν προέρχονται, οποιαδήποτε κι αν υποτίθεται ότι είναι η καλλιτεχνική ή η εμπορική του αξία, ανεξάρτητα από το πόσους θεατές φέρνει στο θέατρο, ανεξάρτητα από το πόσους followers έχει στο Instagram. Γνωρίζουμε ότι οι καλλιτέχνες μαστίζονται από την ανεργία κι ότι αυτό αποτελεί έναν από τους σοβαρότερους μοχλούς άσκησης κάθε είδους εξουσίας εναντίον τους, είτε αυτή αφορά αυτούσια την καλλιτεχνική επιλογή, είτε τους οικονομικούς όρους εργασίας είτε ακόμη εδράζεται σε ανάρμοστους σεξουαλικής φύσεως και άλλους εκβιασμούς. Με σεβασμό και κατανόηση αυτών των δυσκολιών, καλούμε τους συναδέλφους εργαζόμενους στο χώρο του Πολιτισμού να μην υποκύπτουν σε απειλές και εκβιασμούς που δέχονται στον εργασιακό τους χώρο αλλά να τις καταγγέλουν ονομαστικά υποστηριζόμενοι από τα σωματεία τους.
Η βία, στην οποιαδήποτε μορφή της, έχει την τρομακτική δύναμη να απομακρύνει, να μουδιάζει, να ακινητοποιεί, να φιμώνει, να φοβίζει, να εκτοπίζει, να εξουσιάζει ακόμα και να συνθλίβει ανθρώπινες ψυχές.
«Γιατί τώρα;» Γιατί τώρα το καθέν@ από εμάς βρίσκει τη δύναμή του, γιατί τώρα έφτασε ο κόμπος στο χτένι, γιατί τώρα βιώνουμε τις οδυνηρές συνέπειες μιας παγκόσμιας πανδημίας, γιατί τώρα, έτσι κι αλλιώς, είμαστε άνεργ@ και κανείς δεν μπορεί να μας εκβιάζει πια με το «τυράκι» της εργασίας, γιατί τώρα δεν συνέβη σε μια γνωστή μας ή φίλη μας αλλά σε εμάς τις ίδιες, γιατί τώρα, υπό τη δυσκολία της πανδημίας, νιώθουμε όλ@ ίσ@ και συσπειρωνόμαστε το έν@ γύρω από το άλλο, γιατί τώρα πιο πολύ από ποτέ όλοι αυτοί που χρόνια κακοποιούν και ασκούν βία και εξουσία έχουν βρεθεί να απολαμβάνουν τα προνόμια αυτής. Γιατί ανέκαθεν στην Ιστορία, η κοινωνική αντίσταση και αλλαγή υπήρξε αποτέλεσμα μιας απρόβλεπτης πράξης που δεν μπορεί ποτέ να προβλεφθεί ή να οριστεί εκ των προτέρων, χρονικά ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο. Γιατί το «γιατί τώρα» είναι η εύκολη απάντηση αυτών που θέλουν να επιβάλλουν τη σιωπή για πάντα.
Γιατί πιστεύουμε πως μπορεί να υπάρξει ακόμη μια τέχνη υγιής, τέχνη πραγματικά πολιτική, τέχνη κοινών αξιών. Γιατί ποτέ δεν είναι αργά για τον σεβασμό, την αλληλεγγύη, τη δικαιοσύνη.
Γιατί ήρθε η ώρα να αντικαταστήσουμε το ψευτο-ερώτημα «Γιατί τώρα;» με μια απόλυτη, σαφή κατάφαση.
«Ευτυχώς τώρα».