- Κείμενο – Συνέντευξη Κάτια Σωτηρίου
- Αποκλειστικές φωτογραφίες για το Mytheatro Ελπίδα Μουμουλίδου
Λίγες μέρες πριν την πρεμιέρα του Γλάρου του Τσέχωφ στο Θέατρο Τέχνης, βρεθήκαμε στις πρόβες της πολυαναμενόμενης παράστασης. Σας παρουσιάζουμε αποκλειστικές φωτογραφίες από τις πρόβες αλλά και τις συζητήσεις μας με το σκηνοθέτη Κωνσταντίνο Χατζή, και το Γιώργο Παπαπαύλου, που δοκιμάζεται στο σπουδαίο ρόλο του Τρέπλιεφ.
Οι σκέψεις των συντελεστών
Ο σκηνοθέτης Κωνσταντίνος Χατζής μας μίλησε για τους λόγους της επιλογής του έργου. «Αρχικά ήταν η μεγάλη αξία του έργου. Το είχα στο μυαλό μου τα τελευταία χρόνια, έπαιξε όμως ρόλο και η επιχορήγηση που πήραμε από το Υπουργείο. Κυρίως όμως επέλεξα το έργο επειδή είναι το πρώτο τετράπρακτο έργο, στο οποίο αναρωτιέται ο Τσέχωφ τι είναι η θεατρική δραματουργία, πώς πρέπει να γράφει κανείς, αν χρειάζονται νέοι τρόποι έκφρασης ή όχι, αν η έκφραση είναι αυτοσκοπός ή όχι. Ήμουν στην ίδια φάση στη ζωή μου που σκεφτόμουν τα ίδια πράγματα, που τα θεωρώ πολύ σημαντικά και για τον εαυτό μου αλλά και για το κοινό. Ίσως πρέπει να αναρωτηθούμε σε αυτήν την ιστορική στιγμή τι ρόλο παίζει το θέατρο.»
Μιλώντας για την ιδιαιτερότητα του έργου, που το χαρακτήρισε ο ίδιος ο Τσέχωφ ως μια κωμωδία σε 4 πράξεις, ενώ είναι τόσο δραματικό, ο Κωνσταντίνος Χατζής μας είπε « Ο Τσέχωφ, υπονομεύει συνεχώς την ανθρώπινη φύση. Ως γιατρός, ενώ τους αγαπά τους ανθρώπους, συμπάσχει αλλά παίρνει και μια απόσταση. Ο χαρακτηρισμός κωμωδία είναι ίσως μια παγίδα προς τους σκηνοθέτες, για να μην το κάνουν υπερβολικά δραματικό. Οι τρεις πρώτες πράξεις δεν είναι δραματικές. Θέλει να μην παραφορτώνονται τα πράγματα με συγκίνηση”.
Η συζήτηση πέρασε στον αυτοβιογραφικό χαρακτήρα του έργου και τον τριχοτομισμό του συγγραφέα στους ήρωες του, Τρέπλιεφ, Τριγκόριν, Γιατρό και το πώς προβάλλεται αυτός μέσα στην παράσταση. «Στις τρεις πρώτες πράξεις του έργου αφήνω τα φώτα ανοιχτά, και προσπαθούμε οι ήρωες να είναι θεατές της ζωής τους, να είναι και οι θεατές ένα με τους ήρωες. Και κυρίως, προσπαθώ μέσα από μια μικρή απόσταση, να ακουστούν οι προβληματισμοί του συγγραφέα. γιατί είναι ειλικρινείς προβληματισμοί, είχε πραγματικά μια αγωνία για να ψάξει και ο ίδιος. Από τη μια είναι ο Τρέπλιεφ, που γράφει θεατρικό έργο για πρώτη φορά, και όπως και ο Τσέχωφ αναρωτιέται τι χρειάζεται να κάνει. Βάζει τον Τριγκόριν να έχει την αγωνία της επιτυχίας, και το Γιατρό να αναρωτιέται για το αν δεν είναι ίσως τα πάντα οι καινούριες, οι αφηρημένες ιδέες, αλλά ότι χρειάζεται στόχος, για να μην καεί το ταλέντο. Είναι όλα αυτά ερωτηματικά που τον καίνε τον ίδιο τον Τσέχωφ. Για αυτό είναι ένα σπουδαίο έργο – αν και θα μπορούσε να πει κανείς ότι δεν είναι από τα πιο καλογραμμένα του, δεν έχει την τέλεια δομή του Βυσσινόκηπου. Θυμίζει αυτό που είπε ο Ντοστογιέφσκι για τους Δαιμονισμένους του « δεν με ενδιαφέρει η δομή, με ενδιαφέρουν οι ιδέες μου».
Ο Τρέπλιεφ, σε κάποιο σημείο του έργου αναφέρει ότι χρειαζόμαστε νέους τρόπους έκφρασης. «Στην παράσταση μας αυτό μένει ως ερωτηματικό. Επιλέγω τη ρομαντική πλευρά του Τρέπλιεφ και του κάνω τη χάρη να μείνει χωρίς τίποτα, χωρίς καθόλου σκηνικά, όπως λέει στην αρχή του έργου. Τίποτα. Η σκηνή είναι άδεια, χωρίς ψεύτικους φωτισμούς».
Στα λόγια του γιατρού βρίσκουμε τη σημασία του ταλέντου. «Σίγουρα απαιτείται ταλέντο, όμως είναι όλα θέμα επιλογών, για να μην κάψει κανείς το ταλέντο του. Και η δουλειά του ηθοποιού είναι κάτι πολύ δύσκολο, γιατί μπορεί να σε οδηγήσει να απολιθωθείς, οπότε το ταλέντο φέρει μεγάλη ευθύνη. Πρέπει να είσαι ανοιχτός, να γκρεμίζεις, και να χτίζεις ξανά και ξανά».
Αναφορικά με το ανέβασμα της παράστασης, ο Κωνσταντίνος Χατζής μας τόνισε ότι ήθελε να ακουστεί μόνο το κείμενο. «Για αυτό δεν χρησιμοποιώ και σκηνικά. Θέλω και οι ηθοποιοί, αφού έχουν περάσει από πάρα πολλές ερμηνείες, να μην «παίζουν», αλλά να λένε τα λόγια τους, απλά, να δημιουργούν σχέσεις πάνω στη σκηνή. Έχουμε την εντύπωση ότι ο Τσέχωφ μπορεί να ανέβει με πάρα πολλούς τρόπους, αλλά αυτό είναι λάθος. Ο Τσέχωφ μπορεί να ανέβει μόνο με έναν τρόπο. Είναι μια απόλυτη παρτιτούρα, σαν μια ορχήστρα. Είναι ο ένας μέσα στον άλλο, απόλυτα εξαρτημένος, και το μόνο που έχεις να κάνεις είναι να ακούσεις τη μουσική του.»
Ο Κωνσταντίνος Χατζής μας μίλησε και για τις δυσκολίες που αντιμετώπισε στο ανέβασμα. «Παλιότερα όταν το διάβαζα έψαχνα να βρω το κάτω επίπεδο. Το καλοκαίρι που το ξαναδιάβασα, είδα ότι δεν υπάρχει αυτό, γιατί ό,τι λέει το εξηγεί αμέσως μετά ο ίδιος. Όταν ξεκινήσαμε τις πρόβες δεν είχαμε να ψάξουμε για τίποτα, γιατί όλα υπάρχουν μέσα στο κείμενο. Στους περισσότερους συγγραφείς συμβαίνει αυτό, αλλά εδώ είναι όλα πολύ καθαρά, δεν έχεις να ψάξεις για κάτι σε βάθος. Η δυσκολία έγκειται στο να μην κάνεις τίποτα, τόσο για τους ηθοποιούς όσο και για τον σκηνοθέτη. Η ιστορία δεν έχει κάτι καινούριο να μας πει, αλλά αυτό είναι το μεγαλείο του Τσέχωφ, που ήθελε να δείξει την κατάσταση της ζωής. Ότι οι άνθρωποι είμαστε συναισθηματικοί, δραματικοί, γελοίοι, ότι ζούμε με τα αδιέξοδα μας».
Ο Γιώργος Παπαπαύλου μοιράστηκε μαζί μας, κάποιες σκέψεις για τον ιδιαίτερα απαιτητικό ρόλο του. «Ο Τρέπλιεφ ένα νέο παιδί που ονειρεύεται να γίνει συγγραφέας. Ένας συγγραφέας που θα φέρει νέες φόρμες, νέους τρόπους έκφρασης. Παλεύει να σταθεί στα πόδια του και να κερδίσει την αποδοχή. Κινητήριος δύναμη της δημιουργικότητας του είναι ο έρωτας, που τον βρίσκει στο πρόσωπο μιας νεαρής φιλόδοξης κοπέλας που και αυτή ονειρεύεται τον εαυτό της μέσα στην Τέχνη, της Νίνας. Οι προσπάθειες του όμως να βρει την ταυτότητα του πέφτουν στο κενό, και πέφτουν στο κενό γιατί ο Τρεπλιεφ έχει μέσα του ένα τεράστιο κενό που του δημιούργησε η παθογενής σχέση με τη μάνα του. Η σχέση μητέρας παιδιού είναι καθοριστική για την υγιή ανάπτυξη ενός παιδιού. Η μητέρα είναι αυτή που θα βοηθήσει το παιδί να αποκτήσει ταυτότητα και θα ατσαλώσει την προσωπικότητα του με αυτοπεποίθηση και αυτοεκτίμηση. Χαρακτηριστικά που απουσιάζουν από την προσωπικότητα του Τρέπλιεφ. Η μάνα του ασχολείται μόνο με τον εαυτό της και την Τέχνη της και ο Τρεπλιεφ λυσσαλέα ζητά την προσοχή της και την αποδοχή της. Χωρίς όμως στόχο και πίστη στον εαυτό του πελαγοδρομεί και ξεσπά προσπαθώντας να καταστήσει παρούσα την υπαρξή του. Να μην είναι διάφανος! Αλλά στη ζωή δεν φτάνει μόνο να θες να καταφέρεις κάτι αλλά πρέπει να μπορείς και να ξέρεις πως θα φτάσεις σε αυτή την κατάκτηση. Ο Τρέπλιεφ δεν έμαθε ποτέ» !
Λίγα λόγια για το έργο
Ο Γλάρος, το εμβληματικό έργο που εγκαινίασε το Θέατρο Τέχνης της Μόσχας, είναι το πιο αυτοβιογραφικό έργο του Τσέχωφ που περιστρέφεται γύρω από τον έρωτα και το θέατρο. Το νόημα της δημιουργίας, τη ζωή των καλλιτεχνών, το νέο και το παλιό, το αμφίρροπο του έρωτα. Όλα μοιάζουν σα να υπάρχουν στην τέχνη προτού υπάρξουν στη ζωή, σαν η ίδια η ζωή μας να είναι φτιαγμένη από τη ζωή της τέχνης. Οι ήρωες γίνονται θεατές της ίδιας τους της ζωής, σαν άλλη προέκταση της πλατείας του θεάτρου.
Ο Γλάρος ένα από τα σημαντικότερα έργα του Τσέχωφ, αλλά και της παγκόσμιας δραματουργίας. Είναι ένα έργο που συναρπάζει παγκοσμίως δημιουργούς, θεατές και αναγνώστες, γιατί κάθε εποχή βρίσκει τη δική της οπτική και ανάγκη για να ακουμπήσει πάνω στο έργο αυτό, αλλά και ίσως γιατί η οπτική και οι ανάγκες των χαρακτήρων του έργου είναι τόσο αρχέγονες όσο και διαχρονικές. Φέτος, στο νέο του ανέβασμα η οπτική και η ανάγκη υπαγορεύονται από την απλόητα. Μέσα από τον ταραγμένο ήρωα Τρέπλιεφ και τις αποτυχημένες του προσπάθειες να καινοτομήσει, να αποτινάξει τις κατεστημένες φόρμες και να δικαιώσει μια νέα ματιά πάνω στην τέχνη, στήνεται μια παράσταση που υμνεί την προσπάθεια για αλλαγή, ακόμα και αποτυχημένη.
Ο “Γλάρος” είναι ένα από τα σπουδαιότερα θεατρικά έργα του Τσέχωφ. “Κωμωδία σε 4 πράξεις” το ονομάζει ο ίδιος. Γράφει χαρακτηριστικά στον εκδότη του “Γράφω αυτό το έργο όχι χωρίς ευχαρίστηση, παρόλο που αισθάνομαι ότι παραβιάζω σημαντικά τις θεατρικές παραδοσιακές συμβάσεις. Είναι μια κωμωδία με τρεις γυναικείους και έξι αντρικούς ρόλους, με τέσσερις πράξεις, ένα τοπίο με λίμνη, πολλή συζήτηση περί λογοτεχνίας, λίγη δράση και πέντε τόνους έρωτα”. Έτσι το περιέγραφε ο μετριόφρων Τσέχωφ. Στην πραγματικότητα είναι ένα δράμα όπου τα πρόσωπα κατατρέχονται από μελαγχολία. Ελπίζουν, αγαπούν, μισούν σα να μη συμβαίνει τίποτα.
Είναι ανήσυχοι και διψούν για πολλά, είναι όμως ανίκανοι να πραγματοποιήσουν τα όνειρά τους. Ίδιοι με τους γλάρους, που πετάνε πάνω από τη λίμνη, είναι σύμβολα της ελευθερίας, ακόμα κι όταν δεχτούν τις σφαίρες κάποιου κυνηγού. Αισθάνονται συγκεχυμένα, ότι η ζωή τους δεν είναι άλλο παρά ένα όνειρο. Εκείνος που ανέδειξε πραγματικά τα έργα του Τσέχωφ και αποκάλυψε την υποβλητική ατμόσφαιρα του Τσεχωφικού θεάτρου, ήταν ο μεγάλος σκηνοθέτης, ηθοποιός, δάσκαλος και δημιουργός του “Θεάτρου Τέχνης Μόσχας” Κωνσταντίν Στανισλάφσκι, ο οποίος ερμήνευσε πολλούς ρόλους από αυτά τα έργα. “Ο Γλάρος” πρωτοπαίχτηκε στην Πετρούπολη στις 17 Οκτωβρίου 1896.
Οκτώβρης 1896 (γράμμα του Τσέχωφ στον αδελφό του μετά το πρώτο ανέβασμα του Γλάρου)
«Το έργο ισοπεδώθηκε και η παράσταση κατέβηκε με πλήρη αποτυχία. Υπάρχει ένα αίσθημα αφόρητης ντροπής και αμηχανίας στο θέατρο. Οι ηθοποιοί έπαιξαν με απεχθή ηλιθιότητα. Το ηθικό δίδαγμα από όλο αυτό είναι πως δεν πρέπει κανείς να γράφει για το θέατρο. Είναι μια κωμωδία με τρεις γυναικείους και έξι αντρικούς ρόλους, με τέσσερις πράξεις, ένα τοπίο με λίμνη, πολλή συζήτηση περί λογοτεχνίας, λίγη δράση και πέντε τόνους έρωτα».
Η Ομάδα Χρώμα και ο σκηνοθέτης Κωνσταντίνος Χατζής παρουσιάζουν τον Γλάρο του Άντον Τσέχωφ για πρώτη φόρα στο υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης «Κάρολος Κουν», με ένα θίασο εξαιρετικών ηθοποιών, με την παράσταση να κάνει πρεμιέρα την Πέμπτη 19 Απριλίου 2018.
Οι συντελεστές της παράστασης
Σκηνοθεσία/Φωτισμοί: Κωνσταντίνος Χατζής
Μετάφραση από τα Ρώσικα: Γιάννης Χαρτοδιπλωμένος
Απόδοση: Κωνσταντίνος Χατζής -Γιάννης Χαρτοδιπλωμένος
Κοστούμια: Βασιλική Σύρμα
Σκηνική Εγκατάσταση: Γιώργος Μπούνιας
Κίνηση: Χριστίαννα Φελούκα
Βοηθός Σκηνοθέτη: Ξένια Καλατζή, Γιάννης Κουκουράκης
Φωτογραφίες: Μυρτώ Αποστολίδου, Νικόλας Μακρής
Υπεύθυνος Επικοινωνίας Παράστασης: Δημήτρης Χαλιώτης
Διεύθυνση Παραγωγής: Κωνσταντίνα Αγγελέτου
Παραγωγή: Ομάδα Χρώμα, Hunds Up
Παίζουν (με αλφαβητική σειρά): Ρουμπίνη Βασιλακοπούλου, Κλέων Γρηγοριάδης, Θανάσης Δήμου, Τζίνα Θλιβέρη, Μάγδα Λαδά, Νικόλας Μακρής, Ηλέκτρα Νικολούζου, Γιώργος Παπαπαύλου, Ένκε Φεζολλάρι, Γιάννης Χαρτοδιπλωμένος.
Η παράσταση επιχορηγείται από το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού.
Πρεμιέρα: 19 Απριλίου
Ημέρες και ώρες παραστάσεων:
Πέμπτη-Παρασκευή 9:15 μ.μ. , Σάββατο 7.00 μ.μ. , Κυριακή 8 μ.μ.