Η εμβληματική κωμωδία του Μποστ «Μαρία Πενταγιώτισσα» παρουσιάζεται σε περιοδεία στην Ελλάδα, σε σκηνοθεσία Μάνου Καρατζογιάννη, με τους Χρήστο Χατζηπαναγιώτη και Βίκυ Σταυροπούλου, σε παραγωγή 5ης εποχής.
- Κριτική: Κάτια Σωτηρίου
- Αποκλειστικές φωτογραφίες από την παράσταση: Ελπίδα Μουμουλίδου. Δείτε το αναλυτικό φωτογραφικό άλμπουμ στο Facecbook
Το 1982 ο Μποστ γράφει τη «Μαρία Πενταγιώτισσα βασισμένη σε ένα από τα γνωστά παραδοσιακά τραγούδια του τόπου μας εμπνευσμένο από αληθινά περιστατικά. Η Μαρία η Πενταγιώτισσα, κατά κόσμον Μαρία Δασκαλοπούλου ήταν διάσημη για την ομορφιά της και τα ερωτικά της καμώματα: «Στα Σάλωνα σφάζουν αρνιά και στο Χρισσό κριάρια / και στης Μαρίας την ποδιά σφάζονται παληκάρια.. Μαρίτσα Πενταγιώτισσα, μωρή δασκαλοπούλα, / εσύ τα ’καμες ούλα!»
Η Μαρία η Πενταγιώτισσα (1982) είναι το μοναδικό από τα έργα που έγραψε ο Μποστ, που δεν αποτελεί παρωδία κάποιου θεατρικού έργου, ενώ είναι και το μόνο στο οποίο η ιστορία της ηρωίδας παρουσιάζεται ως αφήγηση και είναι γραμμένο σε δυο δραματικούς χρόνους, αφού η απόγονος της Μαρίας Πενταγιώτισσας διηγείται σε μια σκανδαλοθηρική εκπομπή την ιστορία της προγόνου της, η οποία ξετυλίγεται στα μάτια των θεατών μέσα από φλας μπακ.
Αλλάζοντας αρκετά την ιστορία της Μαρίας της Πενταγιώτισσας, ο Μποστ παρουσιάζει την ηρωίδα να εγκαταλείπει τον νεαρό που αγαπά για να παντρευτεί έναν πλούσιο τσέλιγκα. Έπειτα από μια επεισοδιακή σύλληψη του συζύγου της για φοροδιαφυγή και μετά από αρκετές ερωτικές περιπέτειες, η Μαρία γεννά ένα παιδί και το δίνει στον Τάσο, ένα έμπιστο της, για να το εγκαταλείψει μόνο ώστε εκείνο να πεθάνει. Ο Τάσος λυπάται το βρέφος και του χαρίζει τη ζωή. Έπειτα από χρόνια, η Μαρία έχει γίνει αρχηγός μιας αντάρτικης ομάδας και ο Τάσος είναι το πρωτοπαλίκαρό της. Η ομάδα δέχεται την επίσκεψη ενός νέου που επιθυμεί να στρατολογηθεί στον στρατό των ανταρτών και για τον οποίον η Μαρία εκφράζει γρήγορα ερωτικό ενδιαφέρον∙ σύντομα, η ηρωίδα και ο νεαρός συνάπτουν ερωτική σχέση. Η άφιξη του νέου ακολουθείται από την εμφάνιση ενός άντρα, του αδερφού της Μαρίας, ο οποίος επιδιώκει να την πείσει να επιστρέψει στους Πενταγιούς, να ξεπλύνει το όνομά της και να παντρευτεί. Η συνάντηση των δυο αδερφιών δεν έχει ευχάριστη κατάληξη και, αφού δέχεται απειλές από τον αδερφό της, η Μαρία αποφασίζει να τον βγάλει από τη μέση. Έπειτα από εντολές της, ο Τάσος δολοφονεί τον αδερφό της Μαρίας με τη βοήθεια του νέου∙ κατά τη διαδικασία αυτή, αποκαλύπτεται πως ο νεαρός είναι ο γιος της Μαρίας, τον οποίον ο Τάσος δεν είχε σκοτώσει. Το έργο κλείνει με έναν παράλογο συλλογισμό σύμφωνα με τον οποίο οι γονείς οφείλουν να μην εγκαταλείπουν τα παιδιά τους, ώστε να τα προστατέψουν από το να γίνουν δολοφόνοι.
Η παράσταση
Ο Μποστ επέλεξε να χρησιμοποιήσει τον ζευγαρωτό ομοιοκατάληκτο δεκαπεντασύλλαβο της κρητικής παράδοσης, και η διασκευή του Μάνου Καρατζογιάννη κρατά ζωντανό το ύφος και την πρόθεση του συγγραφέα: Ο Μποστ έκανε πολιτική σάτιρα, πολιτική, όχι με την έννοια της διακωμώδησης πολιτικών προσώπων, μα με την ουσιαστική έννοια: σάτιρα που ασχολείται με πολιτικά ζητήματα. Ο Μποστ ασχολείται με όσα αφορούν τη σύγχρονη (και όχι μόνο) κοινωνία: από την εξουσία και το κράτος ως τις κοινωνικές και τις διαπροσωπικές σχέσεις, τα πάντα στοχοποιούνται από την αιχμηρή, διορθωτική πένα του.
Στην φετινή παράσταση γίνεται καυστική κριτική στα κακώς κείμενα της σύγχρονης εποχής, εισάγονται σύγχρονα ζητήματα όπως το σύμφωνο συμβίωσης, η οικονομική κρίση, ο Τειρεσίας, ο διαχωρισμός κράτους εκκλησίας, η οικολογία και η εταιρική κοινωνική ευθύνη. Σε κάθε περίπτωση όμως ενυπάρχει ο σουρεαλισμός του συγγραφέα, και διατηρούνται η ρομαντική αθωότητα και η αυθεντική λαϊκότητα του έργου.
Στην παράσταση που έστησε ο Μάνος Καρατζογιάννης, υπηρετήθηκαν όλα τα «συστατικά» της κειμενικής σύνθεσης με το καλό γούστο, την αίσθηση του χιούμορ, το «κλίμα» και το «άρωμα» της εποχής μέσα από την ελαφράδα της σκηνοθεσίας. Με σεβασμό και εκτίμηση στην δημιουργία του Μποστ, και εμβαθύνοντας στην ιδεολογία και την σπιρτόζα σάτιρά της, στους έμμεσα διδακτικούς στόχους της, στα σκόπιμα γλωσσικά και νοηματικά τερτίπια της, ανέβασε το έργο με μια σαρκαστικά γκροτέσκα «ματιά». Η σκηνοθετική δουλειά του στη Μαρία την Πενταγιώτισσα ανέδειξε την κωμικότητα των προσώπων και την φαρσικότητα των καταστάσεων, επικαιροποίησε το κείμενο ώστε να σχολιάσει σύγχρονα ζητήματα χωρίς να ξεφύγει του μποστικού ήθους. Ίσως υπήρξε ένας μικρός πλατειασμός στα κομμάτια της σύγχρονης εποχής, με κάποια επαναλαμβανόμενα αστεία, ωστόσο αυτά φάνηκε να έχουν καλό γκελ στο κοινό.
Στα συν της παράστασης οι ερμηνείες των πρωταγωνιστών.
Ο Χρήστος Χατζηπαναγιώτης διαθέτει μια πληθωρική, δυνατή λαϊκή κωμική «φλέβα», και ως έμπειρος κάτοχος των «κωδίκων» της κωμωδίας, με μέτρο και σεμνότητα, έπλασε μια δυναμική, απολαυστικότατη Μαρία Πενταγιώτισσα. Η σκηνή της σύλληψης του τσέλιγκα, στην οποία παίζει μόνο με τα μάτια, είναι από τις κορυφαίες στιγμές της ερμηνείας του.
Η Βίκυ Σταυροπούλου που μπήκε μόλις λίγες μέρες πριν την πρεμιέρα στο καστ, κατάφερε, παρά το άγχος της στην παράσταση του Παπάγου, να βγάλει γέλιο, επιβεβαιώνοντας το πληθωρικό και κωμικό ταλέντο της, τη σκηνική της άνεση, αλλά και την έξοχη αμεσότητα της προς το κοινό. Η παρουσία της Δανάης Μπάρκα, της κόρης της, που είναι ένα ελπιδοφόρο κωμικό ταλέντο, έδωσε επιπλέον έδαφος για «εσωτερικά» αλλά χαριτωμένα αστεία.
Συνδυάζοντας εύστοχα την σκηνική αλλά και τηλεοπτική του άνεση ο Αργύρης Αγγέλου στο ρόλο του παρουσιαστή της εκπομπής έδωσε μια γόνιμα κωμική ερμηνεία. Με σατιρικά φλεγματικό κωμικό αίσθημα ο πάντα εξαιρετικός Χάρης Γρηγορόπουλος, ενώ ο Μελέτης Ηλίας με ένα δαιμονιώδες κέφι και εξαιρετική κίνηση αποτέλεσε ισχυρό ερμηνευτικό πόλο της παράστασης.
Ο Δημήτρης Μαυρόπουλος στο ρόλο του αδερφού της Μαρίας της Πενταγιώτισσας αποδεικνύει για μια ακόμα φορά το γερό κωμικό ένστικτο του, όπως και ο Αχιλλέας Σκεύης με την μπουφονικού χαρακτήρα κωμική αφέλεια του. Πηγαία κωμικός και στιβαρός ταυτόχρονα ο Γιώργος Δεπάστας, εύπλαστα κωμικός ο Απόστολος Καμιτσάκης στο ρόλο του πολεμοχαρούς νέου.
Ειδική μνεία πρέπει να γίνει στα εξαιρετικά κουστούμια της Βάνας Γιαννούλα, και στα πολύ λειτουργικά σκηνικά του Γιάννη Αρβανίτη. Η μουσική του Θύμιου Παπαδόπουλου, με την προσθήκη και σύγχρονων τραγουδιών, υπήρξε υποστηρικτική του εύθυμου κλίματος, ενώ ιδιαίτερα ατμοσφαιρικοί ήταν και οι φωτισμοί του Νίκου Σωτηρόπουλου (δύσκολο επίτευγμα σε ανοιχτά θέατρα).
Στο σύνολο της πρόκειται για μια ευφρόσυνη παράσταση υπό τη σωστή καθοδήγηση του Μάνου Καρατζογιάννη, που τιμά το διαχρονικό χαρακτήρα του κειμένου του Μποστ και το λεπτό, εξαιρετικά ευφυές χιούμορ του χωρίς να γίνεται επιθεωρησιακό. Το αποτέλεσμα γελαστικό και ευχάριστο, απόλυτα στηριγμένο από την παρουσία καλών κωμικών ηθοποιών.
Συντελεστές
Συγγραφέας: ΜΠΟΣΤ
Σκηνοθεσία – δραματουργική επεξεργασία: ΜΑΝΟΣ ΚΑΡΑΤΖΟΓΙΑΝΝΗΣ
Σκηνικά: ΓΙΑΝΝΗΣ ΑΡΒΑΝΙΤΗΣ
Κοστούμια: ΒΑΝΑ ΓΙΑΝΝΟΥΛΑ
Μουσική: ΘΥΜΙΟΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ
Φωτισμοί: ΝΙΚΟΣ ΣΩΤΗΡΟΠΟΥΛΟΣ
Χορογραφίες – Κινησιολογία: ΒΡΙΣΗΙΣ ΣΟΛΩΜΟΥ
Διεύθυνση Παραγωγής: ΣΤΑΜΑΤΗΣ ΜΟΥΜΟΥΛΙΔΗΣ
Εκτέλεση Παραγωγής: ΣΑΚΗΣ ΜΑΝΑΦΗΣ
Artwork: ΓΕΩΡΓΙΑ ΑΛΕΒΙΖΑΚΗ
Επικοινωνία: ΕΙΡΗΝΗ ΛΑΓΟΥΡΟΥ
Παραγωγή: 5η ΕΠΟΧΗ
Παίζουν
ΧΡΗΣΤΟΣ ΧΑΤΖΗΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ | ΒΙΚΥ ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ | ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΑΥΡΟΠΟΥΛΟΣ | ΜΕΛΕΤΗΣ ΗΛΙΑΣ | ΑΡΓΥΡΗΣ ΑΓΓΕΛΟΥ | ΧΑΡΗΣ ΓΡΗΓΟΡΟΠΟΥΛΟΣ| ΔΑΝΑΗ ΜΠΑΡΚΑ | ΓΙΩΡΓΟΣ ΔΕΠΑΣΤΑΣ | ΑΧΙΛΛΕΑΣ ΣΚΕΥΗΣ | ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΑΜΙΤΣΑΚΗΣ