fbpx

Είδαμε την Ορέστεια στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου – Κριτική της Παράστασης

Βαθμολογία Επισκεπτών: 4

Το Εθνικό Θέατρο παρουσίασε στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου την Ορέστεια, τη μόνη σωζόμενη τριλογία του Αρχαίου Δράματος, σε μια ενιαία παράσταση, σε σκηνοθεσία Ιούς Βουλγαράκη, Λίλλυς Μελεμέ και Γεωργίας Μαυραγάνη.

Κριτική της παράστασης Κάτια Σωτηρίου

Κάθε τμήμα της τριλογίας “Ορέστεια” που συναπαρτίζεται από τις τραγωδίες “Αγαμέμνων”, “Χοηφόροι” και “Ευμενίδες” διατηρεί την αυτοτέλειά του, πλην όμως είναι το σύνολο αυτών που μας επιτρέπει να συνάγουμε ασφαλή συμπεράσματα για τα μηνύματα που επιθυμεί να μεταδώσει στο θεατρικό κοινό ο αρχαιότερος των τραγικών, Αισχύλος. Και κάτω από αυτό το πρίσμα η απόφαση να παρουσιαστεί κάθε μεμονωμένη τραγωδία από άλλο θίασο, και άλλη σκηνοθέτη αποτέλεσε όχι μόνο ευχάριστη έκπληξη, αλλά και μια ενδιαφέρουσα, προκλητική πρόταση. Πέτυχε; Ναι θα λέγαμε, παρά τα επιμέρους προβλήματα που είχε η κάθε παράσταση. Όχι μόνο γιατί κράτησε το ενδιαφέρον του κοινού για 4 ώρες και 20 λεπτά, αλλά κυρίως γιατί οι τρεις σκηνοθέτιδες κατάφεραν, παρά την σαφή διαφορά αισθητικής και προσέγγισης, να κουμπώσουν σωστά τις παραστάσεις τους, δημιουργώντας τελικά την αίσθηση μιας ενιαίας δομής με επιμέρους κεφάλαια. Μοναδική μας διαφωνία ότι η τριλογία θα παρουσιαστεί ως μια και ενιαία μόνο στην Ελευσίνα, μετά τις δυο παραστάσεις της Επιδαύρου.

Κοινός τόπος για τις τρεις παραστάσεις μια μεταλλική κατασκευή  του Πάρη Μέξη, που ορθωνόταν ως παλάτι στο πίσω μέρος της ορχήστρας. Στον Αγαμέμνονα το τεράστιο κεφάλι του Βασιλιά, εντυπωσιακό και απειλητικό, σπάει στο τέλος για να δώσει τη θέση του σε ένα πανί που θα σκεπάσει και θα κρύψει το μιαρό παλάτι μετά το φόνο του βασιλιά στις Χοηφόρους. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο αέρας που φυσούσε το βράδυ του Σαββάτου στην Επίδαυρο δημιουργούσε επιπλέον ήχους και εικόνες στο πανί – το θέατρο σκιών της Κλυταιμνήστρας – Κομνηνού είχε απρόσμενο σύμμαχο.

Αγαμέμνων

Η παράσταση της Ιούς Βουλγαράκη ξεκίνησε με μια ενδιαφέρουσα πρόθεση, να παρουσιάσει την Κλυταιμνήστρα ως μια γυναίκα που αποποιείται τη θηλυκότητα της, που γίνεται δαίμονας εκδικητικός. Για το λόγο αυτό η Κλυταιμνήστρα της εμφανίζεται φαλακρή, με ένα off white παντελόνι – σακάκι, κάτι μεταξύ της Alicia Vikander του Ex machina και της Tilda Swinton στο Doctor Strange.  Η επιλογή αυτή, στηρίζεται από το κείμενο του Αισχύλου που θέλει την Κλυταιμνήστρα «γυναικα ἀνδρόβουλον ἐλπίζον κέαρ».  Η επιθυμία της  βασίλισσας στο πρώτο μέρος της τριλογίας, να πάρει τη θέση του Αγαμέμνονα εκδικούμενη τον άντρα της για το χαμό της Ιφιγένειας, δηλαδή τη θέση που είχε ο άντρας – βασιλιάς, σημαίνει, ότι απαρνιέται τη θηλυκή της υπόσταση και αναλαμβάνει ρόλο αρσενικού, γίνεται όργανο του Αλάστορος, του εκδικητή δαίμονα του Οίκου . Ωστόσο, η πρόθεση της Βουλγαράκη δεν έγινε τελικά πρόταση, γιατί περιορίζοντας αισθητικά την Κλυταιμνήστρα της όφειλε να μεγεθύνει το συναίσθημα, και να υποστηρίξει και σκηνοθετικά τη δαιμονική παρουσία της ηρωίδας της. Κάτι που όχι μόνο δε συνέβη, αλλά αντίθετα, συνολικά ο Αγαμέμνων της ήταν περισσότερο τεχνικός, με περιορισμένο συναίσθημα και έξαρση, σαν να φοβήθηκε να ολοκληρώσει μια ρηξικέλευθη πρόταση, και κατέφυγε σε αναμενόμενα, αλλά πάντα συμβολικά αντικείμενα φόνου και εκδίκησης.

agamemnon oresteia

Η Εύη Σαουλίδου, ικανότατη ηθοποιός κλήθηκε να υπερασπιστεί μια επιλογή η οποία ήταν καταδικασμένη να αποτύχει λόγω του στησίματος της παράστασης. Παρά το γεγονός ότι κατάφερε σε κάποιο βαθμό, χάρη στην ερμηνευτική της δεινότητα, να αποδώσει την ιδιάζουσα θέση της Κλυταιμνήστρας, που δεν μπορεί να εκφράσει ευθέως τη χαρά της για την επιστροφή του μέλλοντος θύματός της, ούτε να μιλήσει ελεύθερα για τα σχέδιά της, ούτε φανερά να τα θέσει σε εφαρμογή, δεν μπόρεσε να αποδώσει αυτό που ονομάζεται μνάων μήνις, δηλαδή την οργή της μνήμης για το φόνο του παιδιού της. Έλλειψε η δαιμονική οργή, η μετατροπή της σε φυσικό φαινόμενο καταστροφής.

Ο ακρωτηριασμός του λόγου από τον Αργύρη Ξάφη που μετήλθε της τεχνικής της αυθαίρετης στίξης, με μια περίεργη εκφορά λόγου, και μια υφέρπουσα ειρωνεία, αφαίρεσε τόσο το νόημα όσο και τη μεγαλειότητα του Αγαμέμνονα.

Η Κασσάνδρα της Δέσποινας Κούρτη είχε στιγμές έντασης, τεμαχισμένης σωματικότητας και οργιαστικού προφητικού λόγου. Ο Αλέξανδρος Λογοθέτης ήταν επαρκής και σοβαρός ως Αίγισθος, σε μια σύντομη αλλά ικανοποιητική εμφάνιση.  Ο Φρουρός του Στέλιου Ιακωβίδη ήταν κάπως ασταθής τονικά και εκφραστικά, και ο Κήρυκας του Δημήτρη Γεωργιάδη με καλές στιγμές χωρίς να εντυπωσιάσει .

Ο χορός των γερόντων (Θανάσης Βλαβιανός, Πάρις Θωμόπουλος, Ιερώνυμος Καλετσάνος, Νίκος Καρδώνης, Κωστής Κορωναίος, Δαυίδ Μαλτέζε, Γιάννης Νταλιάνης, Θέμης Πάνου, Στρατής Πανούριος) καλοδουλεμένος, με ωραίο λόγο και παρουσία, κατάφερε με επαγγελματισμό να συνθέσει την δυσοίωνη αύρα που έντυνε το παλάτι.

Στο σύνολο της η παράσταση, παρά την καλή της αρχή δεν κατάφερε να ξεπεράσει τον πήχη που μόνη της έθεσε και άφησε μια αίσθηση επάρκειας, αλλά χωρίς να φέρει κάτι το νέο.

Χοηφόροι

Οι Χοηφόροι  είναι η δεύτερη κατά σειρά τραγωδία του Αισχύλου στην τριλογία Ορέστεια.  Η θέση του έργου στην τριλογία, είναι σημαντική γιατί έπεται ενός σπουδαίου συμβάντος, της δολοφονίας του Αγαμέμνονα από την Κλυταιμνήστρα και προηγείται της καταδίωξης του Ορέστη από τις Ερινύες για τη μητροκτονία. Είναι το μέρος της τριλογίας που  φέρνει στη σκηνή και στο παλάτι τον Ορέστη, εκείνον που δίνει το όνομα του στην τριλογία, αυτόν που αναμένεται, αυτόν που το όνομα του φέρνει τρόμο στην αγέρωχη εκδικητική Βασίλισσα.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η Λίλλυ Μελεμέ έστησε την παράσταση της με ενδιαφέρουσες ιδέες και εικόνες, που όμως έπασχαν από συνάφεια και συνοχή. Είδαμε υπέροχες σκηνές – την αρχική εμφάνιση του Χορού κατά την απόδοση των χοών, την είσοδο της Βασίλισσας, το μαύρο πέπλο περιμετρικά της ορχήστρας, την κάλυψη του παλατιού από μουσαμά, τη φιλάρεσκη παρέλαση του Αίγισθου, το εφέ με το νερό στη μητροκτονία. Όμως, η γενική αίσθηση ήταν εκείνη των μεμονωμένων εικόνων, και της όχι καθαρής πρόθεσης – μιας πρόθεσης που ήταν καθαρή στην περίπτωση της Βουλγαράκη, παρότι ανολοκλήρωτη. Ίσως όμως η πρόθεση της Μελεμέ να προδόθηκε κυρίως από κάποια ερμηνευτικά προβλήματα που καθιστούσαν σκηνές της παράστασης μη λειτουργικές, όπως τη σκηνή της αναγνώρισης που πέρασε άτονα χωρίς παραστικότητα.

Ο χορός, ((Νατάσα Εξηνταβελόνη, Σοφία Κουλέρα, Νεφέλη Μαϊστράλη, Μαρία Μηνά, Νάνσυ Μπούκλη, Αρετή Τίλη, Ιώβη Φραγκάτου, Χριστίνα Χριστοδούλου) σημαίνουσας παρουσίας στις Χοηφόρους, είχε μια έξοχη πάροδο, με τον τελετουργικό θρήνο που ψάλλουν και την περιγραφή του ανησυχητικού ονείρου της Κλυταιμνήστρας. Ο χορός των μαυροντυμένων γυναικών με τις τεράστιες φούστες που σε μια διασταλτική ερμηνεία θα μπορούσαν να θυμίζουν δερβίσηδες, με συγχρονισμό, καλοδουλεμένος αρχικά, έφερε μια υπέροχη αρχή στην παράσταση. Ωστόσο, στη συνέχεια της, και κυρίως όταν έπαιζε υποστηρικτικό ρόλο στις σκηνές Ορέστη – Ηλέκτρας – Κλυταιμνήστρας, επιδόθηκε σε μια υπερκινητικότητα που δημιούργησε μια αίσθηση αταξίας επί σκηνής, και κάποιες εντυπωσιολογικές υπερβολές που δεν είχαν θέση στην παράσταση .

Ο Γιάννης Νιάρρος, ένα νέο παιδί που έχει δώσει αδιαμφισβήτητα δείγματα ταλέντου και σκηνικής ικανότητας στο κλειστό θέατρο, φάνηκε να πελαγώνει στην απαιτητική Επίδαυρο. Υπήρχε σαφές πρόβλημα στην τονικότητα του, η φωνή του φάνηκε να μην μπορεί να σταθεί σωστά στο ανοιχτό θέατρο, γεγονός που τον εγκλώβισε σε ένα στιλ παρερμηνείας του κειμένου, και μια συνολικά αμήχανη ερμηνεία με φωνές και βεβιασμένες εντάσεις στην προσπάθεια να κατακτηθεί ο ρυθμός που όμως δεν κατακτήθηκε παρά τις κάποιες στιγμές στον τελικό μονόλογο που είχαν μεγαλύτερη εσωτερικότητα.

Η Μαρία Κίτσου, που είναι από τις σημαντικότερες ηθοποιούς μας, παρουσίασε μια Ηλέκτρα με τις σκέψεις της προσκολλημένες στο πένθος και στην ανάγκη για εκδίκηση. Η σκηνή των χοών ήταν ίσως η πιο δυνατή της στιγμή, η σκηνή που κατάφερε να σωματοποιήσει τη διαταραχή της ηρωίδας της. Όμως, στις σκηνές με τον Ορέστη, ίσως παρασυρμένη από την ταραγμένη τονικότητα του Νιάρρου, η ερμηνεία της παρέμεινε πιο στάσιμα νευρωτική χωρίς την απόδοση του τεράστιου βάθους της Ηλέκτρας.

Η εμφάνιση της Φιλαρέτης Κομνηνού έφερε μια ερμηνευτική ισορροπία και στιβαρότητα στην παράσταση. Η άκρως εντυπωσιακή και ηγεμονική είσοδος της στη σκηνή, στους ώμους του Αίγισθου – Γ. Χρυσοστόμου –  συνοδεύτηκε από μια ουσιαστική ερμηνεία, ψυχοδιανοητικού βάθους, με σκηνικό εκτόπισμα και σαφή λόγο ύπαρξης. Η Κλυταιμνήστρα της είναι τόσο στην όψη – έξοχα πλούσιο το ένδυμα και η περούκα – όσο και στην διάνοια το απόλυτο αρχετυπικό θηλυκό, η ηδυπαθής, δεσποτική βασίλισσα που έχει αναγάγει τον εαυτό της σε αρχηγό του οίκου, σπάζοντας τα ήθη της αθηναϊκής ιδεολογίας – πατριαρχίας. Η σπάνια όμως ερμηνευτική ποιότητα της  φαίνεται στην κοινή σκηνή με τον Ορέστη, όπου προσδίδει στην ερμηνεία της φορτία πνευματικότητας, συναισθήματος, βαθιάς χαρακτηρολογικής και ψυχαναλυτικής επεξεργασίας του ρόλου της – είναι ταυτόχρονα η τερατώδης Κλυταιμνήστρα, και η Κλυταιμνήστρα μάνα που προτάσσει το στήθος στον άβουλο Ορέστη, αξιώνοντας αρχικά το σεβασμό του,  οδηγώντας τον τελικά εκείνη στον φόνο της.

Η Αγορίτσα Οικονόμου έντυσε με περίσσιο συναισθηματισμό το ρόλο της τροφού, αποτελώντας το έτερο ερμηνευτικό στήριγμα της παράστασης στην πολύ σύντομη παρουσία της. Συγκινητική στο νανούρισμα, με λυρική απλότητα στο λόγο της. Έξοχη.

Λαμπερός, στιβαρός και μετρημένα είρων και εγωπαθής ο Αίγισθος του Γιώργου Χρυσοστόμου – στα σύν το υπέροχο ένδυμα του. Με θετική σκηνική παρουσία ο Γιώργος Στάμου στο ρόλο του Πυλάδη, κάπως πιο αδύναμος τονικά ο Οικέτης του Βασίλη Καραμπούλα.

Αξίζει να σημειωθεί το εύρημα με το νερό που λούζει τον Ορέστη μετά το φόνο της μάνας του, που ενέχει τόσο την έννοια του καθαρμού που έρχεται για το φόνο του πατέρα, όσο και της αποκόλλησης του Ορέστη από τη μάνα: όπως έχει τονίσει η Ζακλίν ντε Ρομιγί, ο φόνος της Κλυταιμνήστρας «γεννά» τον Ορέστη, τον φέρνει στο φως, τον βγάζει από την ανυπαρξία γιατί του δίνει ένα νόημα – το νόημα να είναι αυτός που δικαιώνει τον πατέρα του σκοτώνοντας τη μητέρα του. Έτσι στην παράσταση της Μελεμέ ο Ορέστης έρχεται στο φως για να κάνει τον φόνο, και κάνει τον φόνο για να έρθει στο φως, σπάζοντας τα νερά της μήτρας της μάνας του.

Στο σύνολο τους οι Χοηφόροι ήταν μια ενδιαφέρουσα παράσταση που όμως φάνηκε σε κάποιες στιγμές να παραπαίει λειτουργικά και ερμηνευτικά, και απαιτούσε μια πιο στιβαρή σκηνοθετική καθοδήγηση.

Ευμενίδες

Μετά από τρεις και, ώρες παράστασης, το μεγαλύτερο μέρος του κοινού είχε την τύχη να παρακολουθήσει την πιο ολοκληρωμένη, συναισθηματική και αξιόλογη πρόταση της τριλογίας.

Στις Ευμενίδες Αισχύλος βάζει την θεά Αθηνά να εισαγάγει στη θέση των Ερινύων το «νόμο της συγχώρεσης» στο «Όνομα του Πατρός ». Η  εξέλιξη του ψυχισμού που χαρακτηρίζει τον 5ο πχ αιώνα αντανακλάται στο αισχυλικό έργο, καθώς ο κόσμος αφήνει τον άτεγκτο νόμο των αντιποίνων, από την εξίσωση «έγκλημα και τιμωρία» ή «οφθαλμό αντί οφθαλμού», και οδηγείται σε μια Υπερεγωτική μετάλλαξη, τη μεταμόρφωση των Ερινύων σε Ευμενίδες καθώς και τη δημιουργία του δικαστηρίου του Αρείου Πάγου με συμμετοχή ανθρώπων και όχι θεών για τη δίκη της μητροκτονίας.

Οι Ευμενίδες της Γεωργίας Μαυραγάνη ήταν μια ποιητική, γεμάτη τρυφερότητα παράσταση, μέσα στην οποία συναντήθηκε η φαντασία, ο συμβολισμός, η λαϊκή τελετουργία, και στοιχεία που συνθέτουν και δομούν την Ελλάδα από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Μια παράσταση υψηλής χορικότητας, που παραπέμπει ευθέως στη λειτουργία του Χορού του αρχαίου δράματος, δηλαδή σ’ ένα συλλογικό σώμα που άδει και ορχείται. Το πολυφωνικό παραδοσιακό τραγούδι και οι χορωδίες στις εκκλησίες αποτελούν βασικά παραδείγματα συλλογικής ερμηνείας, κάτι που φάνηκε να έχει επηρεάσει έντονα και εύστοχα τη Γεωργία Μαυραγάνη, που έφερε μια καμπάνα πάνω στη σκαλωσιά του πρώην παλατιού των προηγούμενων μερών της τριλογίας, και τοποθέτησε ως κεντρικό στοιχείο την Ελιά, ως άλλο δέντρο της σοφίας και των ευχών, με την οποία ο Ορέστης διατρέχει τις πόλεις κατατρεγμένος από τις Ερινύες για το φόνο της μάνας του συνδέοντας το θάνατο, το πένθος και την ανάγκη για εξαγνισμό και λύτρωση.

Έξοχη η δραματουργική επεξεργασία από το Δημοσθένη Παπαμάρκο που έδωσε μια νέα πνοή σε ένα ιδιαίτερα δύσκολο και συχνά δύσθυμο κείμενο, ανοίγοντας το δρόμο για την ψυχολογική και φιλοσοφική εμβάθυνση της Μαυραγάνη.

Τα στοιχεία που συνθέτουν τις Ευμενίδες της, λιτά, γήινα, τα συναντάμε σε παραλογές, σε λαϊκά παραμύθια, σε μοιρολόγια, σε επιτάφιους θρήνους, και εξαγνισμούς. Η πένθιμη μουσική φόρτιζε δυναμικά το τελετουργικό ύφος της σκηνοθεσίας,  η πολύ ενδιαφέρουσα επιλογή των ηχητικών πεδίων της καμπάνας και των αφαιρετικών φωτισμών, και η κινησιολογία που αποκαλύπτεται μέσα από τη μυσταγωγική οργάνωση του Χορού και αναπαράγει αναγνωρίσιμα εκκλησιαστικά μοτίβα συνεισφέρει τα μέγιστα στο συγκλονιστικό τελευταίο μισάωρο, όταν γίνεται το προσκλητήριο των νεκρών επί σκηνής, με τους τρεις θιάσους να συναντώνται τραγουδώντας το παραδοσιακό τραγούδι «Κοίτα με γλυκιά μου αγάπη», σε μια από τις πιο συγκινητικές στιγμές της τριλογίας.

Η Μαυραγάνη επέλεξε ο κάθε ρόλος να ενυπάρχει αυτόνομα, αλλά και ως σύνολο, με τους ηθοποιούς να ανταμώνουν σκηνικά και λεκτικά, με αντίλαλη αίσθηση, σε ένα υπέροχο μωσαϊκό πολυφωνίας και διαλεκτικότητας επιτυγχάνοντας μια δραματουργική ροή που παρέπεμπε στο αέναο της υπαρξιακής αναζήτησης. Στην παράσταση της Μαυραγάνη επιτυγχάνεται και η απόλυτη ερμηνευτική ισορροπία με τους Ναζίκ Αϊδινιάν, Μιχάλη Βαλάσογλου, Στέλλα Βογιατζάκη, Κατερίνα Καραδήμα, Ευαγγελία Καρακατσάνη, Εμμανουέλα Μαγκώνη, Νίκο Μάνεση, Παναγιώτη Παναγόπουλο, Αγγελική Παπαθεμελή, Μαριάμ Ρουχάτζε, Τζωρτζίνα Τάτση να κινούνται σαν ένα σώμα μικτής δυναμικής.

Η σκηνή της λύτρωσης του Ορέστη που εκφράζεται με την προσφορά ψωμιού – αντίδωρου έκλεισε την παράσταση με μια διάθεση ουμανιστικής εμβάθυνσης σε μια εσωτερική αναζήτηση και κοινή πολιτισμική μοίρα, με την τελική παρότρυνση  «Χαρείτε», να παραπέμπει σε αυτό που είναι τελικά η ουσία, το θαύμα της ζωής. Η ευχή και η κατάρα της παράστασης ήταν ότι ήταν η τελευταία. Και ναι μεν είχε ήδη επέλθει μια κόπωση σωματική όμως η πνευματική έξαψη που έφερε η παράσταση της Μαυραγάνη στην Επίδαυρο σπάνια συμβαίνει.

Στο σύνολο της η τριλογία πέτυχε να ανταποκριθεί στην πρόκληση που τέθηκε εξ αρχής. Δεν πέτυχε γιατί λειτούργησαν όλα σωστά, αλλά γιατί ακριβώς μέσα από τις ευστοχίες και τις αστοχίες, τις κάποιες σπουδαίες ερμηνείες, τις εικαστικές παρεμβάσεις και τις επιτυχημένες και μη προτάσεις, η ενιαία Ορέστεια κατάφερε να γίνει ένα θεατρικό γεγονός πλήρες, με ανθρώπινες αδυναμίες αλλά και ανακουφιστικές εξάρσεις πνευματικότητας – σε κάθε περίπτωση μια εμπειρία.

Μετά την Επίδαυρο τα τρία έργα θα παρουσιαστούν αυτόνομα σε περιοδεία, το πρόγραμμα της οποίας έχει ως εξής:

12 Ιουλίου, Αρχαίο Θέατρο Δωδώνης Αγαμέμνων  

13 Ιουλίου, Αρχαίο Θέατρο Δωδώνης Χοηφόροι, Ευμενίδες

2 Αυγούστου, Καβάλα, Αρχαίο Θέατρο Φιλίππων Αγαμέμνων

3 Αυγούστου, Καβάλα, Αρχαίο Θέατρο Φιλίππων Χοηφόροι, Ευμενίδες

26 Αυγούστου, Θεσσαλονίκη, Θέατρο Δάσους Αγαμέμνων

27 Αυγούστου, Θεσσαλονίκη, Θέατρο Δάσους Χοηφόροι, Ευμενίδες

20 Σεπτεμβρίου, Βύρωνα, Θέατρο Βράχων Αγαμέμνων

21 Σεπτεμβρίου, Βύρωνα, Θέατρο Βράχων Χοηφόροι, Ευμενίδες

Αγαμέμνων
Σκηνοθεσία: Ιώ Βουλγαράκη
Μουσική: Θοδωρής Αμπαζής
Κοστούμια: Πάρις Μέξης
Κίνηση: Μαρία Σμαγιέβιτς
Μουσική διδασκαλία: Μελίνα Παιονίδου
Βοηθός σκηνοθέτη: Έφη Χριστοδουλοπούλου
Παίζουν: Αργύρης Ξάφης (Αγαμέμνων), Δέσποινα Κούρτη (Κασσάνδρα), Εύη Σαουλίδου (Κλυταιμνήστρα), Αλέξανδρος Λογοθέτης (Αίγισθος), Στέλιος Ιακωβίδης (Φρουρός), Δημήτρης Γεωργιάδης (Κήρυκας)

Χορός ανδρών: Θανάσης Βλαβιανός, Πάρις Θωμόπουλος, Ιερώνυμος Καλετσάνος, Νίκος Καρδώνης, Κωστής Κορωναίος, Δαυίδ Μαλτέζε, Γιάννης Νταλιάνης, Θέμης Πάνου, Στρατής Πανούριος

Χοηφόροι:
Σκηνοθεσία: Λίλλυ Μελεμέ
Κοστούμια: Βασιλική Σύρμα
Μουσική: Σταύρος Γασπαράτος
Κίνηση: Μόνικα Κολοκοτρώνη
Μουσική διδασκαλία: Μελίνα Παιονίδου
Βοηθός σκηνοθέτη: Μάγδα Κορπή

Παίζουν: Φιλαρέτη Κομνηνού (Κλυταιμνήστρα), Γιώργος Χρυσοστόμου (Αίγισθος), Μαρία Κίτσου (Ηλέκτρα), Αγορίτσα Οικονόμου (Τροφός), Βασίλης Καραμπούλας (Ικέτης), Γιάννης Νιάρρος (Ορέστης), Γιώργος Στάμος (Πυλάδης)

Χορός γυναικών: Νατάσα Εξηνταβελώνη, Σοφία Κουλέρα, Νεφέλη Μαϊστράλη, Μαίρη Μηνά, Νάνσυ Μπούκλη, Αρετή Τίλη, Ιώβη Φραγκάτου, Χριστίνα Χριστοδούλου

Ευμενίδες
Σκηνοθεσία: Γεωργία Μαυραγάνη
Σύμβουλος δραματουργίας: Δημοσθένης Παπαμάρκος
Κοστούμια: Άρτεμις Φλέσσα
Επιμέλεια κίνησης: Αλεξία Νικολάου
Μουσικός σχεδιασμός: Χάρης Νείλας
Βοηθοί σκηνοθέτη-σκηνογράφου: Ράνια Κελαϊδίτη, Λίλη Κυριλή
Παίζουν: Ναζίκ Αϊδινιάν, Μιχάλης Βαλάσογλου, Στέλλα Βογιατζάκη, Κατερίνα Καραδήμα, Ευαγγελία Καρακατσάνη, Ράνια Κελαϊδίτη, Εμμανουέλα Μαγκώνη, Νίκος Μάνεσης, Παναγιώτης Παναγόπουλος, Αγγελική Παπαθεμελή, Μαριάμ Ρουχάτζε, Τζωρτζίνα Τάτση

6 σκέψεις στο “Είδαμε την Ορέστεια στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου – Κριτική της Παράστασης”

  1. 1

    Όσοι δεν το είδαν τυχεροί,εκνευριστικά κακή παράσταση χοηφορες-ευμενιδες.
    Στον Αγαμέμνονα ξεχώριζε η σαουλιδου αλλά αυτό δυστυχώς δεν αρκούσε. Ο χορός επίσης καλός. Όσο για τα άλλα δύο μέρη ήταν χωρίς καμία συνοχή και καμιά χημεία μεταξύ των πρωταγωνιστών. Φυσικά εξαιρείται η Κομνηνού,αλλά όπως και στην πρώτη παράσταση με τη σαουλιδου η ερμηνεία της δεν ήταν αρκετη ώστε να μην εκνευριστείς με όλα τα υπόλοιπα και φυσικά την κάκιστη ερμηνεία του “Ορέστη”.
    Είδα και τα δύο μέρη στο βράχων και φυσικά αισθάνομαι ότι έχασα το χρόνο μου και μάλλον και πολλοί άλλοι καθώς έφυγε πολύς κόσμος.

    Απάντηση
  2. 4

    ΜΕΤΑΜΟΝΤΕΡΝΟ ΔΙΑΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ ΣΤΑΦΥΛΙ
    Η ΟΡΕΣΤΕΙΑ ΤΟΥ ΑΙΣΧΥΛΟΥ ΑΠΟ ΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ

    Οι τρεις τραγωδίες της «ΟΡΕΣΤΕΙΑΣ» του Αισχύλου που παρουσιάστηκαν χωρίς διαλείμματα στο Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου την 28,29 Ιούνη 2019, «ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ», «ΧΟΗΦΟΡΕΣ» και «ΕΥΜΕΝΙΔΕΣ», απόδειξαν την μεγάλη επιθυμία του λαού μας αλλά και των ξένων επισκεπτών, να ακούσουν και να διδαχτούν, στητοί στις φθαρμένες κερκίδες του αρχαίου θεάτρου από την σύμπραξη όλου του δράματος, στεκόμενοι με επιμονή στο γαλήνιο τοπίο της Επιδαύρου επί 4,5 ώρες.

    Η ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ του Κ.Χ.Μύρη (Κ.Γεωργουσόπουλου) με την ορθοφωνία των ηθοποιών και τη καθαρότητα της ακρόασης από την ακουστική του αρχαίου θεάτρου έκαναν την παράσταση μαγική.
    ΟΜΩΣ Η ΜΕΤΑΜΟΝΤΕΡΝΑ ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ των τριών σκηνοθέτιδων (Ιούς Βουλγαράκη, Λίλλυς Μελεμέ, Γεωργίας Μαυραγάνη) αρκούσε να μετατρέψει όλη την χαρά της παράστασης σε αφόρητη μιζέρια.

    Στον ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑ η κίνηση του χορού των γερόντων του Άργους γινόταν ομαδικά μπρος πίσω, δίνοντας την εικόνα Ραββίνων που προχωρούν όλοι μαζί, μιλώντας ψιθυριστά. Όρχηση ουσιαστική δεν υπήρχε! Όρχηση, δηλ. η εγγενής δημιουργική κίνηση του Χορού που χόρευε, τραγουδούσε και έπαιζε μουσική συγχρόνως, έστω και με καινουργια ματιά ειδωμένα, δεν υπήρχε! Η Κλυταιμνήστρα είχε ακυρωθεί ως ρόλος, ως η Μητριαρχική εξουσία που κυρίαρχη στην τραγική δράση φονεύει τον Αγαμέμνονα, συγκρουόμενη με τους Πατριαρχικούς θεσμούς. Μόνο η εξαιρετική ερμηνεία της Κασσάνδρας (Δέσποινα Κούρτη) εμψύχωσε το Διονυσιακό στοιχείο της παράστασης με την άρθρωση και την κίνησή της, προφητεύοντας τον θάνατό της.

    Στις ΧΟΗΦΟΡΕΣ οι γυναίκες του χορού που μπαίνουν στην ορχήστρα για να προσφέρουν χοές στον τάφο του Αγαμέμνονα, παρουσιάστηκαν να προσκυνούν σε ευθεία γραμμή μέχρι την γη, σαν μουσουλμάνοι που προσεύχονται προς την Μέκκα. Απολύτως ξένες κινησιολογικά με τα ελληνικά έθιμα ταφής.

    Στις ΕΥΜΑΙΝΙΔΕΣ προστέθηκαν στο κείμενο εκφράσεις Χριστιανικής λειτουργίας, ενώ όλη η παράσταση δομήθηκε σε 14 σκηνές σαν λόγος Ευαγγελίου. Υπήρχε κάποια βαθύτερη ανάγκη;

    ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΑΞΙΑ μιας παράστασης στο αρχαίο θέατρο, χωρίς ΧΟΡΙΚΑ (Λυρική ποίηση); Χωρίς εμφανή την πάλη της απερχόμενης Μητριαρχίας κατά της ήδη εγκαθιδρυμένης Πατριαρχίας; Στο μεταμοντέρνο διαπολιτιστικό σταφύλι των τριών τραγωδιών γιατί δεν τονίζεται η ελληνικότητα; Γιατί δεν ζωντανεύει το ελληνικό πνεύμα της αμφισβήτησης των θεσμών, που φέρει ως κάθαρση το μήνυμα της Άμεσης Δημοκρατίας; Γιατί οι πολιτισμοί που οι τρεις σκηνοθέτιδες αναφέρθηκαν εμβόλιμα, είναι πατριαρχικοί; H αδυναμία τους να προχωρήσουν, φέρνοντας νέα σε βάθος μυνήματα, ώστε να εκφράσουν τις σημερινές ανησυχίες αλλά και να μπορούν να ερμηνευτούν από τις επόμενες γενιές, έχει σαν αποτέλεσμα την μείωση της αξίας της Ποίησης της αρχαίας Τραγωδίας και του ποιητή Αισχύλου.

    ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΠΕΠΕ
    ΑΡΧΙΤΕΚΤΩΝ-ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ

    Απάντηση
  3. 5

    Αχχχ ωραία τα λέτε εσείς αλλά ήταν μεγάλο, και κάπως την πλήρωσε το τελευταίο μέρος! Ωραία παράσταση όμως

    Απάντηση
  4. 4

    Προσωπικά δε μου άρεσαν τα 2 πρώτα μέρη, θεωρώ ότι είχαν πολλά να πουν αλλά πνίγηκαν στην αδυναμία συγκέντρωσης. Ή όπως λέτε κι εσείς, άλλο η πρόθεση, άλλο η πρόταση. Ωστόσο ξεχώρισαν οι πραγματικά μεγάλοι. Η Κομνηνού (η είσοδος της θα μας μεινει αξέχαστη πραγματικά), η Σαουλίδου που πάλεψε απέναντι σε μια κακή σκηνοθεσία, και η Αγορίτσα Οικονόμου. Τρομερός ο νεαρός Ορέστης στις Ευμενίδες. Γενικά όμως οι Ευμενίδες ήταν κλάσεις ανώτερη παράσταση από τις άλλες δυο.

    Απάντηση
  5. 5

    Ωραία κριτική. Είδα μόνο τις 2 πρώτες παραστάσεις δυστυχώς.. ξεχώρισα το χορό στον Αγαμέμνονα και την τρομερή Κομνηνου στις χοηφορες. Εξαιρετική και η κα οικονόμου. Θα δω τις ευμενιδες στο βράχων!

    Απάντηση
  6. 4

    Βασικά φαίνεται το ποσό τεράστια ηθοποιός είναι η Κομνηνου γιατί κατάφερε να αποσβέσει την κάκιστη ερμηνεία του νεαρού στις κοινές τους σκηνές. Ήταν ο,τι καλύτερο είχε η Ορέστεια μαζί με την παράσταση της Μαυραγανη.

    Απάντηση

Σχολιάστε

Θέατρο - mytheatro.gr