Το Εθνικό θέατρο παρουσιάζει τις Ικέτιδες, σε σκηνοθεσία Στάθη Λιβαθινού σε συμπαραγωγή με το Θεατρικό Οργανισμό Κύπρου, με τους Άκη Σακελλαρίου και Κάτια Δανδουλάκη.
- Κριτική Κάτια Σωτηρίου
Παρά το τεράστιο δραματουργικό και φιλολογικό ενδιαφέρουν που παρουσιάζουν, οι Ικέτιδες παρουσιάστηκαν για μία και μόνο φορά το 1966 από το Εθνικό Θέατρο (1966) σε σκηνοθεσία του Τάκη Μουζενίδη και το 1980 από το ΘΟΚ στην Επίδαυρο (1980) σε σκηνοθεσία Νίκου Χαραλάμπους.
Οι Ικέτιδες (424-420 π.Χ.;) διαδραματίζονται στον απόηχο της εκστρατείας των Επτά εναντίον της Θήβας. Ο Κρέων, που μετά τον θάνατο του Ετεοκλή και του Πολυνείκη έχει αναλάβει την εξουσία στη Θήβα, αρνείται να επιτρέψει στους ηττημένους Αργείους ναπάρουν τους νεκρούς και να τους θάψουν. Οι μητέρες και οι γιοι εκείνων από τους Επτά που έπεσαν στη Θήβα, συνοδευόμενοι από τον βασιλιά του Άργους Άδραστο, τον μόνο από τους Επτά που επέζησε, καταφεύγουν στην Αθήνα , στον ναό της Δήμητρας και της Περσεφόνης στην Ελευσίνα, όπου έχει μεταβεί για να δεηθεί η μητέρα του Θησέα, η Αίθρα- και με τη μεσολάβηση και της Αίθρας, εξασφαλίζουν από τον Θησέα τη διαβεβαίωση ότι θα τους βοηθήσει να πάρουν τους νεκρούς τους.
Την ώρα που ο Θησέας, έχοντας και την έγκριση της πόλης, ετοιμάζεται να στείλει κήρυκα στη Θήβα και να ζητήσει από τον Κρέοντα να παραδώσει τους νεκρούς και να τον προειδοποιήσει ότι, αν δεν το πράξει, θα αντιμετωπίσει τους Αθηναίους, καταφθάνει ένας Θηβαίος κήρυκας που ζητάει τον τύραννον της χώρας -από το σημείο αυτό αρχίζει το απόσπασμα που ανθολογήσαμε- προκειμένου να του ανακοινώσει μήνυμα του Κρέοντα. Ο Θησέας τον διορθώνει λέγοντας ότι δεν υπάρχει τύραννος σ᾽ αυτή την πόλη που είναι ελεύθερη. Η αντιπαράθεση παίρνει τη μορφή αγώνα λόγων (αντιπαράθεση δύο προσώπων που πρεσβεύουν διαφορετικές ή αντίθετες απόψεις με ρητορικώς συντεταγμένες ρήσεις). Κατά κανόνα η διάσταση βαθαίνει και η σύγκρουση γίνεται σφοδρότερη μετά τον αγώνα. Έτσι και εδώ οι Αθηναίοι αναγκάζονται να δώσουν μάχη με τους Θηβαίους και, αφού τους νικούν, θάβουν τους πολλούς νεκρούς στον Κιθαιρώνα, ενώ τα σώματα των αρχηγών τα παραδίδουν στον Άδραστο, ο οποίος, έπειτα από υπόδειξη της Αθηνάς, που εμφανίζεται από μηχανής,δεσμεύεται με όρκο ότι η πόλη του, το Άργος, ποτέ δεν θα βαδίσει εναντίον της Αθήνας.
Στο κείμενο του ο Ευριπίδης θέτει ουσιαστικά ζητήματα κοινωνικής δικαιοσύνης και δημοκρατίας. Ο οίκτος είναι η κατεξοχήν αθηναϊκή αρετή, υπαγορεύει το κατεξοχήν αθηναϊκό καθήκον της συνδρομής των αδυνάμων. Ο ευμετάβλητος χαρακτήρας της τύχης κινητοποιεί κάθε αληθινό άνθρωπο, πολύ περισσότερο κάθε αληθινό Αθηναίο, ενώ ενδεχόμενη απόρριψη θα έχει αρνητικό αντίκτυπο στην ιστορική φήμη της πόλης. Η ουσιαστικότερη δραματουργική επιλογή του Ευριπίδη είναι η σταθερή συσχέτιση των πιο τραγικών πλευρών της ζωής ενός ανθρώπου (η ικεσία, ο άγραφος νόμος της ταφής, η τύχη και η ανθρώπινη άγνοια) με ζητήματα πολιτικής πρακτικής και σκέψης. Η ουδετερότητα του μη εμπλεκόμενου, η αντικειμενικότητα του παρατηρητή που υιοθετεί ο Θησέας για την πόλη του, και που αποτελεί αντικείμενο κριτικής για το δημοκρατικό άνδρα από τον Ευριπίδη, κλονίζεται αμέσως από τα δάκρυα της μητέρας του. Το αίσθημα εμπλοκής της Αίθρας στον πόνο των μητέρων δομείται πάνω στο μοτίβο της ταύτισης (είναι χαρακτηριστική η έκκληση του χορού των μητέρων στη μητρότητα της Αίθρας ἔτεκες καὶ σύ).
Η παράσταση
Η σκηνοθεσία του Στάθη Λιβαθινού πάτησε πάνω στο ρυθμό, και κατάφερε να δώσει σχεδόν στο σύνολο των ηθοποιών το μέτρο της έκφρασης τους. Αν και κινήθηκε στο σύνολο της συντηρητικά, με χρήση αναμενόμενων στοιχείων όπως τα σακάκια και οι αρβύλες των Αργείων στρατηγών, κατόρθωσε να αποδώσει τη θεία τραγικότητα που απαιτεί ο λόγος του Ευριπίδη.
Σημαντικό στοιχείο της παράστασης, και ίσως το δυνατότερο της ατού ήταν η έμμετρη εκφορά του έξοχα μεταφρασμένου από τον Γιώργο Κοροπούλη κειμένου από τους ηθοποιούς, που ήταν πετυχημένη παρόλη τη δυσκολία του εγχειρήματος. Η σωστή χρήση παύσεων και τονισμών στο λόγο, εξουδετέρωσε οποιονδήποτε κίνδυνο αποστασιοποίησης του θεατή από το κείμενο. Ακολουθώντας την Ροντήρεια παράδοση στο Εθνικό, ο Λιβαθινός, εύστοχα εμπιστεύεται τη μουσική επένδυση στον ταλαντούχο Άγγελο Τριανταφύλλου που χρησιμοποιεί το κείμενο σαν παρτιτούρα, πάνω στην οποία βασίζεται για να συνθέσει το ρυθμό, τον τόνο και τη μουσική της παράστασης. Αντιμετωπίζει την τραγωδία ως μία ολοκληρωμένη μουσική σύνθεση και ως ένα μέσο έκφρασης αισθημάτων και συγκινήσεων. Το τελικό αποτέλεσμα δομικά και υφολογικά ακουμπάει τόσο στο παρελθόν όσο και στο παρόν, ενώ φέρει και τη δυναμική του μέλλοντος, αφού συνδυάζει και τη σύγχρονη μουσική τεχνολογία με τη σύνθεση παραδοσιακότροπου μουσικού ύφους που ταιριάζει σε πρακτική σε χορικά με θρηνητικό ή ποιμενικό περιεχόμενο
Ο χορός, αποτελούμενος από εξαιρετικές ηθοποιούς μας, υπήρξε υποδειγματικός και συγκινητικός. Η Αννα Γιαγκώζη, η Άνδρη Θεοδότου, η Κόρα Καρβούνη, η Τζίνη Παπαδοπούλου, η Αγλαΐα Παππά, η Μαρία Σαββίδου, η Κωνσταντίνα Τάκαλου, η Τάνια Τρύπη, η Νιόβη Χαραλάμπους, έγιναν οι μάνες, ο πόνος του χαμού, η ικεσία. Ανταποκρίθηκαν ως σύνολο με πληρότητα στον τονικό και κινησιακό χρωματισμό του λόγου και διατήρησαν την εσωτερική, ψυχοσωματική οδύνη των πενθούντων στα χορικά τους. ένας υπέροχος χορός.
Η Κάτια Δανδουλάκη, με παράστημα ταιριαστό στην Επίδαυρο ανταποκρίθηκε στη σκηνοθετική καθοδήγηση, με καλό παλμό στην απαγγελία της και το συναισθηματισμό που απαιτούσε ο μονόλογος της Αίθρας, για να βγάλει τον Θησέα από την ουδετερότητα του. ίσως προδόθηκε από την ένταση της φωνής της που δεν έφτανε επαρκής στο κοίλον, αλλά η παρουσία της αποτιμάται θετικά στο σύνολο της – με μια ίσως απορία γιατί δεν είχε βρει το δρόμο νωρίτερα προς την αρχαία τραγωδία.
Ο Άκης Σακελλαρίου, μετά από μια μάλλον αμήχανη τονικά είσοδο, βρήκε τα πατήματα του και το απαραίτητο σφρίγος, αλλά και την ελαφρά ειρωνεία που απαιτούσε ο ρόλος του Θησέα. Έξοχος στη σκηνή όπου καλείται να κερδίσει τον ιδεολογικό πόλεμο της δημοκρατίας ενάντια στον Θηβαίο εκπρόσωπο της τυραννίας, καταφέρνοντας να συνδυάσει την ενήλικη σωφροσύνη καί τη νεανική γενναιότητα.
Ο Χρήστος Σουγάρης έστησε έναν ολοζώντανο Άδραστο, συγκινητικό στα σημεία της ανθρώπινης ανάγκης και ικεσίας, μια προσωπικότητα αυτοσυγκρατούμενη μέσα στη δύσκολη στιγμή του.
Ο Χάρης Χαραλάμπους, ως Θηβαίος Κήρυκας, είχε μια υπερεκφραστικότητα που επιδεικνύεται με τους ρυθμούς, τις παύσεις, τους τονισμούς, τις υπογραμμίσεις λέξεων, ωστόσο η υπερβολή του συνδυάστηκε ενεργητικά με την εγκράτεια τόνου του Άκη Σακελλαρίου με αποτέλεσμα η σκηνή τους να δημιουργεί αγωνία στο θεατή, καθώς ο λόγος του Θηβαίου κήρυκα είναι κατ᾽ ουσίαν “ψόγος δημοκρατίας”, ενώ ο λόγος του Θησέα είναι “ψόγος τυραννίδος και έπαινος δημοκρατίας”.
Ο Θοδωρής Κατσαφάδος στην σύντομη παρουσία του ως Ίφις είχε εσωτερική συνοχή και πάλλουσα συγκίνηση. Αντίθετα η Κατερίνα Λούρα υπήρξε ίσως πιο μελοδραματική με στοιχεία υπερβολής. Ο κήρυκας του Ανδρέα Τσέλεπου με τη δραματική διάσταση που απαιτούσε ο ρόλος του. Η Αγλαΐα Παππά που ανέλαβε και το ρόλο της Αθηνάς, με τη στεντόρεια φωνή της και το επιβλητικό παρουσιαστικό της απέδωσε την σοφία και την παντοδυναμία της θεϊκής επενέργειας και παρέμβασης.
Τα σκηνικά του Γιώργου Σουγλίδη, κορμοί δέντρων, λιτά, λειτουργικά και επαρκή. Η σκηνοθεσία εκμεταλλεύτηκε εύστοχα τόσο το σκηνικό χώρο όσο και την έκταση του επιδαύριου χώρου πίσω από την ορχήστρα, ειδικά στην πολυαναμενόμενη άφιξη των νεκρών σωμάτων των Αργείων. Τα κουστούμια απόλυτα εναρμονισμένα στις ανάγκες της παράστασης Ατμοσφαιρικοί οι φωτισμοί του Αλέκου Αναστασίου. ξεχωριστή μνεία για την αρτιότητα της χορογραφίας του Φώτη Νικολάου και τη μουσική διδασκαλία της Μελίνας Παιονίδου.
Στο σύνολο της πρόκειται για μια εξαίσια παράσταση, πλήρη συναισθημάτων, που σέβεται και αναδεικνύει τον ευριπίδειο λόγο, με έξοχο χορό, ρυθμό και τονικότητα. Η παράσταση θα περιοδεύσει σε Αθήνα και Κύπρο. Δείτε τη.
Ταυτότητα παράστασης
Μετάφραση: Γιώργος Κοροπούλης
Σκηνοθεσία: Στάθης Λιβαθινός
Σκηνικά – Κοστούμια: Γιώργος Σουγλίδης
Φωτισμοί: Αλέκος Αναστασίου
Μουσική: Άγγελος Τριανταφύλλου
Χορογραφία: Φώτης Νικολάου
Μουσική διδασκαλία: Μελίνα Παιονίδου
Βοηθός σκηνοθέτης: Βασίλης Ανδρέου
Βοηθός σκηνοθέτη: Μαρίνα Μυρτάλη
Βοηθός σκηνογράφου – ενδυματολόγου: Μαρία Καλαμαρά
Δραματολόγος: Ειρήνη Μουντράκη
Διανομή
Μητέρες Αργείων στρατηγών
Άννα Γιαγκιώζη
Άνδρη Θεοδότου
Κόρα Καρβούνη
Τζίνη Παπαδοπούλου
Αγλαΐα Παππά
Μαρία Σαββίδου
Κωνσταντίνα Τάκαλου
Τάνια Τρύπη
Νιόβη Χαραλάμπους
Αίθρα: Κάτια Δανδουλάκη
Θησέας: Άκης Σακελλαρίου
Άδραστος: Χρήστος Σουγάρης
Κήρυκας: Χάρης Χαραλάμπους
Άγγελος: Ανδρέας Τσέλεπος
Ευάδνη: Κατερίνα Λούρα
Ίφις: Θοδωρής Κατσαφάδος