Το Θέατρο του Νέου Κόσμου παρουσιάζει το έργο ” ο Γιος” του Φλοριάν Ζελλέρ σε σκηνοθεσία Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου, με τους Λάζαρο Γεωργακόπουλο, Δέσποινα Κούρτη, Άννα Καλαϊτζίδου, Δημήτρη Κίτσο, Γιώργο Μακρή.
*Κριτική Κάτια Σωτηρίου
Ο Νικολά είναι μόλις 17 χρονών κι η ζωή μοιάζει να τον βαραίνει. Δεν είναι πια το λαμπερό παιδί που χαμογελούσε όλη την ώρα. Τι έχει πάθει; Και γιατί δεν πάει πια στο σχολείο; Η μητέρα του έχει σηκώσει τα χέρια ψηλά, και ο Νικολά ζητάει να πάει να μείνει με τον πατέρα του. Αυτός θα κάνει τα πάντα για να τον σώσει και να του ξαναδώσει την όρεξη για ζωή. Μπορούμε όμως στ’ αλήθεια να σώσουμε κάποιον άλλον πέρα απ’ τον ίδιο μας τον εαυτό;
Ο Νικολά, «ο γιος», ανησυχεί τους γονείς του, τον Πιερ και την Άννα, που είναι χωρισμένοι. Ενώ σε λίγους μήνες πρόκειται να δώσει απολυτήριες εξετάσεις, εκείνος έχει στην ουσία παρατήσει το σχολείο. Κάποια στιγμή αποφασίζει να φύγει από το σπίτι της μητέρας του και να πάει να μείνει στον πατέρα του, που είναι ξαναπαντρεμένος και η γυναίκα του έχει γεννήσει πρόσφατα ένα αγοράκι. Πιστεύει πως θα νιώθει καλύτερα σ’ αυτό το περιβάλλον, και τον γράφουν σ’ ένα καινούριο σχολείο.
Ο Γιος ολοκληρώνει την τριλογία, που ξεκίνησε με τον Πατέρα, με θέμα την άνοια, και τη Μητέρα, με θέμα την ψύχωση, αλλά κάνει μια πιο άμεση επίκληση στο συναίσθημα σε σχέση με τα άλλα δυο έργα. Για πρώτη φορά, ο Florian Zeller συνέθεσε μια πραγματική τραγωδία. Ακόμα κι αν ασχολείται πάντα με σοβαρά θέματα, είχε μέχρι στιγμής αντιμετωπίσει με αισιοδοξία ακόμα και τα πιο σκληρά θέματα. Στον Γιό φέρνει τους θεατές αντιμέτωπους με μια σκληρή και απελπιστική πραγματικότητα. Σε αυτή την εξαντλητική εξέταση της επίδρασης που έχει η ψυχολογική ασθένεια του γιου στους διαζευγμένους γονείς του, ο συγγραφέας βρίσκει και πάλι στόχο τους χειρότερους φόβους των θεατών του.
Το έργο απεικονίζει με έξοχο τρόπο την αλληλεπίδραση της οικογένειας: την αδυναμία κατανόησης και επικοινωνίας μεταξύ εφήβου και γονέα, που εντείνεται όταν μπαίνει στο κάδρο η ψυχική νόσος, που αποτελεί θέμα ταμπού – ειδικά θα λέγαμε στην ελληνική κοινωνία. Κανείς δεν αμφιβάλλει για την αγάπη που νιώθουν οι ήρωες μεταξύ τους. Ούτε για τις προθέσεις τους, ή για την επιθυμία τους να βοηθήσουν ο ένας τον άλλο. Μπορούμε να δούμε ξεκάθαρα την απογοήτευση του Πιέρ και της πρώτης συζύγου του, και την απελπισία του Νικολά, αλλά παρά τις προσπάθειές τους, η εντύπωση είναι ότι ο πατέρας και ο γιος δεν ακούν ο ένας τον άλλον ουσιωδώς.
Πού είναι η αλήθεια ενός ανθρώπου; Τι πιστεύει πραγματικά; Τι ψάχνει; Τι θέλει; Στον Florian Zeller δεν αρέσουν τα σκληρά φώτα, οι σαφείς γραμμές. Προτιμά το αχνό φως, τους αδρούς κόσμους. Στο Γιο η αγωνία, οι ελλείψεις, η συστολή του χρόνου, οι ανεπίλυτες χειρονομίες τροφοδοτούν μια γραφή γραμμικής συνέχειας. Είναι ένα έργο που αφορά τις επιλογές των γονέων. Μάλιστα το μεγαλύτερο μέρος της δραματικής έντασης προέρχεται από τη συνειδητοποίηση ότι οι ενήλικες παίρνουν τις λάθος αποφάσεις, καθοδηγούμενοι από τη δική τους εσφαλμένη κατανόηση για την αγάπη και την ευθύνη, αλλά και από την ανάγκη τους να απορρίψουν μια άβολη αλήθεια. Η ψυχική νόσος ενός παιδιού είναι ένα τρομακτικό θέμα για τους γονείς. Η ανάγκη νοσηλείας είναι εκτός της σφαίρας κατανόησης τους. Η προκατάληψη και ο στιγματισμός που συνοδεύουν έναν ασθενή δεν περιορίζονται στο άτομο αλλά διαχέονται με ένταση και στα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας που βιώνουν και οι ίδιοι συναισθήματα ντροπής και ενοχής με συνέπεια την αυτοαπομόνωση και την απόκρυψη της νόσου εξαιτίας της αδυναμίας τους να διαχειριστούν το στίγμα, αλλά και την ίδια την πραγματικότητα. Και είναι ακριβώς πάνω σε αυτήν την αδυναμία που λαμβάνονται οι πιο λάθος αποφάσεις.
Καθώς η ιστορία ξεδιπλώνεται, υπάρχει ένα τραγικό αναπόφευκτο γεγονός και όσο και αν μπορεί να επιθυμεί κανείς ένα διαφορετικό αποτέλεσμα – μια επιθυμία που ο Zeller χειρίζεται έξυπνα στο συναρπαστικό επίλογο – δεν υπάρχει τίποτα που μπορεί να κάνει τελικά. Και υπάρχει κάτι πραγματικά τρομαχτικό στην ιδέα ότι ακόμη και αν είναι ο γιος αυτός που χάνει τον εαυτό του, και οι γονείς του είναι εξίσου χαμένοι. Είναι οι άνθρωποι που σκοντάφτουν στο σκοτεινό δάσος της ζωής, πάντα πολύ απασχολημένοι για να επικεντρωθούν σε αυτό που πραγματικά έχει σημασία.
Η παράσταση
O συγγραφέας χειρίζεται ένα όχι απλώς δύσκολο, αλλά παρακινδυνευμένο, εκρηκτικό και πικρό θέμα, «μαεστρικά», με ισόρροπες «δόσεις» τη ρεαλιστική ανατόμηση ψυχών, χαρακτήρων, συναισθημάτων, αξιών και σχέσεων των προσώπων του έργου με την κοινωνικο-ηθογραφική καθημερινότητά τους και την εξελικτική πορεία του ακραίου δράματος με ποικίλματα υποδόριας ειρωνείας, ακόμα και με στιγμές κωμικότητας.
Με γνώμονα την ίδια ρεαλιστική αλήθεια, με κατανόηση και συμπόνια για τον άνθρωπο κινείται και η σκηνοθεσία του Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου. Με την απέριττα ρεαλιστική, λεπτομερειακά δουλεμένη ως προς τον ψυχισμό και τους χαρακτήρες των προσώπων, αποκλείουσα τον ακραίο μελοδραματισμό, σκηνοθεσία του, ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος κατάφερε να αναδείξει το ήθος, το ύφος, την κοινωνική διάσταση του έργου γενικότερα και του κάθε προσώπου ειδικότερα. Ίσως θα ήταν ακόμα πιο έντονο το συναίσθημα αν η παράσταση διαρκούσε λίγο λιγότερο, ώστε να συμπυκνωθεί η ένταση, ειδικά στη μέση του έργου.
Η διαυγής μετάφραση της Κοραλίας Σωτηριάδου διατηρεί μια ελαφριά, αστική γαλλική ακεραιότητα, που επιτρέπει όμως στο κείμενο να ακουστεί σωστά από το κοινό.
Η παράσταση ευτυχεί και υποκριτικά. Συγκλονιστικός στο ρόλο του πατέρα ο Λάζαρος Γεωργακόπουλος πλαστούργησε μια πολυσύνθετη, γεμάτη χαρακτηρολογικές και συναισθηματικές αντιφάσεις, ανθρώπινη ύπαρξη. Ο Πιέρ του Λάζαρου Γεωργακόπουλου είναι ένας άνθρωπος που περνά από τα κωλύματα της μη κατανόησης, της αδυναμίας, της αποθάρρυνσης, του θυμού, της ελπίδας, της απελπισίας. Οι δεσμοί με τον μεγαλύτερο γιο του είναι ισχυροί, ευγενικοί. Η αμφισημία έχει το δικό της ρόλο, φυσικά. Είναι ένας άνθρωπος που νιώθει ενοχές, θέλει το καλύτερο για τον Νικολά, αλλά χάνει την ψυχραιμία του με το ψέμα του γιου του.
Ο Δημήτρης Κίτσος με εσωτερικότητα και πνευματικότητα αποκάλυψε τον τραυματικό, καταθλιπτικό ψυχισμό, αλλά και τον ευάλωτο αλλά επιθετικό, γεμάτο αναξιοποίητη χειραγώγηση χαρακτήρα του Νικολά. Στην περίπτωση του ήρωα του μοιάζει η έµφυτη ανθρώπινη περιέργεια για το άγνωστο και το καινούργιο που απλώνεται µπροστά του να έχει παγώσει, καθιστώντας τον αποστασιοποιηµένο, άβουλο και αµέτοχο στα γεγονότα που συµβαίνουν στη ζωή του. Ο Νικολά απαξιώνει τον εαυτό του, ενώ νιώθει µόνος, εγκαταλελειμμένος και αβοήθητος.
Η Δέσποινα Κούρτη, ισορροπεί επιδέξια ανάμεσα στον ρεαλισμό που κυριαρχεί στο κείμενο και σε έναν υπαινικτικό λυρισμό, αποφεύγοντας τις όποιες μελοδραματικές παγίδες, έστω και αν σε κάποια σημεία αγγίζει λίγο τα όρια της υποτονικότητας, ενώ η Άννα Καλαιτζίδου αποδίδει με συνέπεια το χαρακτήρα της νέας συντρόφου που θεωρεί το γιο ένα επιθετικό εμπόδιο για τη δική της οικογενειακή γαλήνη και ισορροπία.
Ο Γιώργος Μακρής στιβαρός ως γιατρός, με την απαιτούμενη από το ρόλο επαγγελματική σοβαρότητα και μετρημένη εκφραστικότητα.
Λειτουργικό το σκηνικό της Ευαγγελίας Θεριανού, που συντάσσεται με τη γραμμικότητα της αφήγησης, αλλά και τον τετραγωνισμό της σκέψης όταν πρόκειται για την ψυχιατρική κλινική. Σωστά για την εποχή και τις συνθήκες τα κουστούμια της Βασιλικής Σύρμα. Εύστοχη η συνεισφορά του Σάκη Μπιρμπίλη στους φωτισμούς, του Σταύρου Γασπαράτου στη μουσική και της Σεσίλ Μικρούτσικου στην κινησιολογία.
Στο σύνολο της η παράσταση, με τη διαρκή παρουσία του απροσδόκητου, αποσκοπεί να ξυπνήσει το κοινό και να το αναγκάσει να σκεφτεί κριτικά για τα θέματα ψυχικής ασθένειας και για τον τρόπο με τον οποίο είναι πάντα παρόντα στην καθημερινή μας ζωή. Έχοντας στο κέντρο της μια ευαίσθητη απεικόνιση ενός αγοριού που υποφέρει, για λόγους που κανένας – ούτε καν – αυτός καταλαβαίνει, η παράσταση στο θέατρο του Νέου Κόσμου γίνεται μια έκκληση για την πνευματική εξερεύνηση των σχέσεων και των προσωπικών μαχών τόσο αυτών που πάσχουν, όσο και των οικείων τους. Δείτε τη.
Συντελεστές
Μετάφραση: Κοραλία Σωτηριάδου
Σκηνοθεσία: Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος
Σκηνικό: Ευαγγελία Θεριανού
Κοστούμια: Βασιλική Σύρμα
Μουσική: Σταύρος Γασπαράτος
Επιμέλεια κίνησης: Σεσίλ Μικρούτσικου
Σχεδιασμός φωτισμών: Σάκης Μπιρμπίλης
Βοηθός σκηνοθέτη: Κατερίνα Γεωργουδάκη
Παίζουν οι ηθοποιοί
Λάζαρος Γεωργακόπουλος, Δέσποινα Κούρτη, Άννα Καλαϊτζίδου, Δημήτρης Κίτσος, Γιώργος Μακρής