- Κριτική Κάτια Σωτηρίου για το mytheatro.gr
Θέατρο Σταθμός
Το θέατρο Σταθμός παρουσιάζει το έργο Πατρίδα Τώρα, σε σκηνοθεσία Μάνου Καρατζογιάννη. Βασισμένο στο μυθιστόρημα της Φωτεινής Τσαλίκογλου, 8 Ώρες και 35 Λεπτά, παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο Φεστιβάλ Αναλόγιο του Θεάτρου Τέχνης και επέστρεψε στο θέατρο Σταθμός για τη χειμερινή θεατρική σεζόν.
Η υπόθεση
Το έργο εξιστορεί την τραυματική ιστορία μιας οικογένειας Ελλήνων μεταναστών της Αμερικής, όπως την εξιστορεί ένας επίγονός της κατά τη διάρκεια ενός αεροπορικού ταξιδιού, που διαρκεί 8 ώρες και 35 λεπτά, από τη Νέα Υόρκη στην Αθήνα. Ο Τζόναθαν ανασυνθέτει την ιστορία του έρωτα του για τη χαμένη του αδελφή, του ίδιου και της οικογένειάς του αλλά και της πατρίδας του. Μέσα στο αεροπλάνο επιστρέφει ο χαμένος χρόνος της ζωής του, όπως τον συγκροτεί το παραποιημένο παρελθόν αλλά και το άγριο παρόν.
Το έργο
Είναι ένα έργο μνήμης, απώλειας, ξεριζωμού και επιστροφής στο άγνωστο. Ο γιος της οικογένειας, φορτωμένος αφηγήσεις, καημούς, προσωπικές απώλειες και πολλά κενά, ταξιδεύει στην Ελλάδα για να γνωρίσει από κοντά τον τόπο όπου έζησε η οικογένεια του, αλλά και για να συνδέσει αφηγήσεις, ιστορίες και προσωπικά κενά.
Η ταυτότητα και το αίσθημα του ανήκειν σε μια οικογένεια ή σε μια ομάδα συνδέονται άρρηκτα με το πέρασμα του χρόνου, με το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον» διατείνονται οι μελετητές Labbé και Günther. Είναι η αθεράπευτη ρήξη ανάμεσα στον άνθρωπο και τη γενέθλια γη, ανάμεσα στον εαυτό και το πραγματικό του οίκημα. Είναι μια θλίψη που δεν ξεπερνιέται ποτέ. Ακόμα και όταν ο άνθρωπος θριαμβεύει μακριά από την πατρίδα του, οι θρίαμβοι επισκιάζονται πάντα από την απώλεια, από τον τόπο που άφησε κανείς πίσω. Η εμπειρία της ξενιτιάς και του ξεριζωμού διατρέχει το έργο με την προσπάθεια των ηρώων να «αιχμαλωτίσουν» όσο το δυνατό πιο πολλές και πιο πιστές εικόνες του παρελθόντος και της ζωής τους μέσα από τις αφηγήσεις τους.
Το πέρασμα του χρόνου επιβάλλει την ανάγκη να διακρίνει κανείς ανάμεσα στη μνήμη των μεταναστών και στη μετα-μνήμη των απογόνων τους, στην μνήμη των ατόμων και αυτή των συλλογικοτήτων τόσο των παλιότερων γενιών, αλλά και των όσων παραμένουν. Έτσι, ο αυτοβιογραφικός λόγος που υπάρχει σε όλο το έργο, μέσα από τις διαφορετικές αφηγήσεις των ηρώων, ως αφηγηματική ανασυγκρότηση και οργάνωση τον παρελθόντος σε μια νέα ενότητα, περιεκτική και συνεκτική, δομεί τη βιωμένη εμπειρία έτσι ώστε να της προσδώσει ένα νόημα. Κάθε βιογραφική πράξη είναι εκ των πραγμάτων επιλεκτική, ερμηνευτική και κατά συνέπεια αποτελεί μια νοητική αναπαράσταση της ταυτότητας, αλλοιωμένης όμως μέσα από το φίλτρο του παρόντος της αφήγησης, αλλοιωμένης ακόμα και μέσα από το φίλτρο της ίδιας της ανάμνησης μέσα στην οποία συμπυκνώνονται η προσωπική μνήμη, η οικογενειακή μνήμη, η κοινή πολιτισμική μνήμη, αλλά και η ανάγκη για λήθη.
Έτσι μέσα στο κείμενο της Τσαλίκογλου, το σύντομο αφηγηματικό παρόν παρουσιάζεται ένα μεγαλύτερο χρονικό διάστημα μέσα από μία ιδιότυπη αντίληψη του παρόντος, του παρελθόντος και του μέλλοντος, η οποία υπονοεί την ανάμειξη των χρονικών επιπέδων. Ενώ η ημερολογιακή καταγραφή του παρόντος εντάσσεται στη λογική της αναζήτησης τάξης, ως προσπάθεια αποκωδικοποίησης των αντιφατικών σημάτων που εκπέμπονται στη ζωή, η ερμηνεία των σημάτων του παρόντος επιβάλει την αντιμετώπιση των φαντασμάτων του παρελθόντος και μάλιστα ενός παρελθόντος που ζητάει δικαίωση και γι’ αυτό δεν μπορεί να σωπάσει. Οι ιστορίες που αφηγούνται οι ήρωες είναι μια διαμεσολαβητική γέφυρα στην αφηγούμενη μνήμη. Κάθε ήρωας αφηγείται με επίκεντρο τη σωματική εμπειρία και είτε διαλέγει να επουλώσει το τραύμα γλυκά, είτε να το σκαλίσει κι άλλο – και οι δύο επιλογές έχουν σκοπό να εξευμενίσουν τον παρελθόντα χρόνο.
Ο Τζόναθαν περιγράφει την ιστορία με την αγωνία ενός ανθρώπου που μόλις ανοίγεται στη ζωή και, την ίδια στιγμή, η μάνα, η γιαγιά, αλλά και η αδερφή ως κάποιο βαθμό, αφηγούνται τις ιστορίες με το βλέμμα των γυναικών που έχουν χωνέψει τη βιωμένη πραγματικότητα και την επισκέπτονται ως κήπο αναμνήσεων. Η πρόκληση για τον Τζοναθαν είναι ο εντοπισμός των διαδικασιών διαχείρισης και διαμόρφωσης, οι οποίες βασίζονται εξίσου στη μνήμη, όσο και στη λήθη και στην αποσιώπηση Παράλληλα, η μυθοπλασία, ως κατασκευή ενός φανταστικού πολιτισμικού χώρου, συμβάλλει στην αναζήτηση ταυτότητας, αναδεικνύοντας με κριτικό τρόπο τη σχέση του βασικού με την ιστορία και τις αρχέγονες ρίζες, που από τη φύση τους διαφεύγουν από το πλαίσιο της προσωπικής του μνήμης. Στο ταξίδι ο χώρος και ο χρόνος διαστέλλονται, καθώς το ανοίκειο και το πρωτόγνωρο κερδίζουν την προσοχή μας κι έτσι τροφοδοτούν με περισσότερη ένταση και ενάργεια τη μνήμη. Τα ταξίδια είναι οι οάσεις του παρελθόντος μας, οι εκλεκτοί τόποι των μνημονικών μας περιπλανήσεων στη συντελεσμένη ζωή, αλλά και το μέσον να συνδέσουμε το συντελεσμένο με το μέλλον
Η παράσταση
Μέσα σε αυτά τα πλαίσια ο Μάνος Καρατζογιάννης έστησε μια παράσταση που παρασύρει το θεατή σε ένα ταξίδι μνήμης και αποκαλύψεων, με εύθραυστες ισορροπίες, διατηρώντας όμως το μέτρο στις εύστοχες συναισθηματικές εξάρσεις. Χωρίς ανούσιο συναίσθημα μας δίνει ανάγλυφους τους χαρακτήρες των ηρώων , και τις κρυφές ιστορίες τους. Η αφήγηση του έργου είναι γενναιόδωρη χωρίς να καινοτομεί, ξεχύνεται απλόχερα στον αναγνώστη χωρίς να του ορθώνει εμπόδια, τον κερδίζει με την απλότητα, τη γλαφυρότητα, την ακώλυτη ευθεία της, και συγκινεί βαθιά, γιατί απευθύνεται σε εκείνα τα κύτταρα συλλογικής, αλλά και προσωπικής μνήμης.
Ο Μάνος Καρατζογιάννης στο ρόλο του Τζόναθαν, επιστρατεύει όλο το οπλοστάσιο ταλέντου, παιδείας, ωριμότητας, σκηνικής τόλμης, και ιδεολογικής συνέπειας , που συνοψίζεται σε μια σπουδαία και ακαριαία εναλλαγή φωνής, ηχοχρωμάτων, διαθέσεων, χιούμορ, αλαφράδας και τραγικότητας, και που αποτυπώνει την προσπάθεια του ήρωα του να ενηλικιωθεί μέσα από την αναζήτηση της αλήθειας που τον τρομάζει.
Η Μάρω Παπαδοπούλου με λιτά και με σωστά μετρημένα εκφραστικά μέσα ξετυλίγει το υποκριτικό της ταλέντο και μεταφέρει το αβάσταχτο βάρος της κούρασης και μοναξιάς της μάνας. Εξαιρετική ερμηνεία.
Η Αναστασία Ραφαέλα Κονίδη, με την απλότητα και σπιρτάδα της ενσαρκώνει τη χαμένη αδερφή, και λειτουργεί ως συναισθηματικό και λογικό αντίβαρο στους μονολόγους και τις αναζητήσεις του Τζόναθαν.
Η κα Κατερίνα Χέλμη, με την ωριμότητα της πλάθει έναν χαρακτήρα αρχετυπικό, τη γιαγιά που έχουμε όλοι φανταστεί να αφηγείται ιστορίες συγκλονιστικές, που όμως είναι τρωτή, με αδυναμίες και πάθη, γήινη. Αν και αρχικά η τοποθέτηση της σε μια πολυθρόνα, να διαβάζει μπορεί να ξενίσει, τελικά η επιλογή αποδεικνύεται εύστοχη, αφού η εκφραστικότητα και η ένταση της στην περιγραφή των οικογενειακών διαδρομών και μυστικών δημιουργούν βαθιά συγκίνηση και ένα αίσθημα οικειότητας προς την εικόνα της γηραιάς και σοφής πια γυναίκας που διηγείται και ανασυστήνει το παρελθόν.
Το ευρηματικό σκηνικό του Γιάννη Αρβανίτη είναι λειτουργικό και δίνει την ψευδαίσθηση της χωρικής αλλαγής, στήνοντας μια μικρή μεμονωμένη σκηνή για κάθε ρόλο, που αποτελεί όμως μέρος ενός σύνθετου σκηνικού. Εξίσου υπέροχη και νοσταλγική η μουσική του Γιώργη Χριστοδούλου, όσο και οι φωτισμοί του Αλέξανδρου Αλεξάνδρου.
Στο σύνολο της πρόκειται για μια ιδιαίτερα συγκινητική και άρτια παράσταση, με ανθρωποκεντρικό και υπαρξιακό στόχο, που μας μεταφέρει την σύγχυση, τη λύτρωση και τη μετάνοια των χαρακτήρων, συναισθήματα έντονης φόρτισης, χωρίς υπερβολή και μελοδραματισμό. Είναι μια από τις παραστάσεις που θα κουβαλάμε μέσα μας τα επόμενα χρόνια σαν κάτι πολύτιμο.
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Bασισμένο στο βιβλίο της Φωτεινής Τσαλίκογλου «8 ώρες & 35 λεπτά»
Διασκευή / Σκηνοθεσία: Μάνος Καρατζογιάννης
Σκηνικά: Γιάννης Αρβανίτης
Κουστούμια: Βασιλική Σύρμα
Video Art: Πέννυ Παναγιωτοπούλου
Μουσική Επιμέλεια: Γιώργης Χριστοδούλου
Φωτισμοί: Αλέξανδρος Αλεξάνδρου
Βοηθός σκηνοθέτη: Σπύρος Μαντζαβίνος
Παραγωγή: Αrt Station
Eρμηνεύουν: Κατερίνα Χέλμη, Μάρω Παπαδοπούλου, Αναστασία – Ραφαέλα Κονίδη, Μάνος Καρατζογιάννης