Αποκλειστική Συνέντευξη & φωτογράφιση στην Κάτια Σωτηρίου για το mytheatro.gr
- Ευχαριστούμε την Ελπίδα Μουμουλίδου για τη φωτογράφιση
Ο Πέτρος Αποστολόπουλος είναι ένας ηθοποιός που κινείται εδώ και χρόνια στα θεατρικά πράγματα με συνέπεια, σοβαρότητα και διακριτικότητα. Ευγενής, με λόγο μεστό και εμπεριστατωμένο, αφοσιωμένος στο έργο του, έχει στο ενεργητικό του ερμηνείες συγκλονιστικές, ριζικές μεταμορφώσεις, και μια διάθεση εμβάθυνσης στο ρόλο του που σπανίζει. Φέτος, παρουσιάζει για δεύτερη χρονιά το έργο του Δημήτρη Λέντζου «Στη Σιωπή», στο θέατρο Επι Κολωνώ. Δε θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι πρόκειται για έναν από τους πιο καθηλωτικούς μονολόγους των τελευταίων ετών, που ακροβατεί μεταξύ ρεαλισμού, ποίησης και αλληγορίας.
Ακολουθεί η συνέντευξη μας:
Κ.Σ Γεννημένος στο Μόναχο, μεγάλωσες στην Ελλάδα. Τι μνήμες έχεις από την παιδική σου ηλικία;
Π.Α Από τη Γερμανία δεν υπάρχει καμία ανάμνηση. Οι αναμνήσεις ξεκινούν από τη στιγμή που επιστρέψαμε στην Ελλάδα, και πήγαμε στα μέρη από όπου κατάγεται ο πατέρας μου, στο νότιο κομμάτι της Ηλείας, σε ένα μοναχικό σπίτι, απέναντι από το χωριό Λέπρεο. Ένα μόνο του σπίτι μέσα στο δάσος. Εκεί έχουν τα κτήματα τους, και ουσιαστικά αυτό είναι το μέρος της καταγωγής μου. Δεν κατάγομαι δηλαδή από κάποιο μέρος με πολύ κόσμο, αλλά από ένα μέρος με μεγάλη μοναχικότητα. Και αυτό, έχω την εντύπωση, ότι είναι και κάτι που κουβαλάω κιόλας. Για κάποιο λόγο απέβαλλα όλες τις μνήμες της Γερμανίας. Πιστεύω ότι ίσως υπάρχει κάποιο τραύμα. Ψάχνοντας τον εαυτό μου κατάλαβα ότι ήμουν δεμένος με τη Γερμανία ως παιδάκι, και το γεγονός ότι πήραν το παιδάκι και έφυγαν κάτι προκάλεσε. Πιθανόν να έφυγα χωρίς να χαιρετήσω τους φίλους μου. Αλλά και να τους χαιρέτησα, μου έφτασε αυτό; Πόσο δυστυχισμένος μπορεί να ήμουν που αποχαιρετούσα αυτό που ζούσα; Κάπου εκεί ύψωσα, λοιπόν, ένα τείχος ασφαλείας, και ξέχασα όλα αυτά, για να είμαι καλά μέσα μου και να ισορροπήσω. Αυτό το τείχος ασφαλείας το δουλεύω ακόμα, γιατί είναι ένας μηχανισμός άμυνας στα δύσκολα. Από εκεί ξεκινούν πολλά πράγματα.
Κ.Σ H πρώτη σου καλλιτεχνική τάση ήταν η συγγραφή. Υπήρχε ένα ερέθισμα από την παιδική σου ηλικία που σε οδήγησε στο να γίνεις συγγραφέας ή ήταν η φυσική σου τάση προς αυτήν;
Π.Α Έφτιαχνα ιστορίες. Τι τάση ήταν αυτή να φτιάχνω ιστορίες για να φεύγω από την πραγματικότητα, δεν το έχω καταλάβει ακόμα. Βλέπω όμως πώς είμαι και σήμερα, γιατί η δύσκολη πραγματικότητα με απωθεί και δεν μπορώ να την αντιμετωπίσω. Δεν μου είναι εύκολο να βλέπω αυτήν την ανισότητα γύρω μου, ανθρώπους να μην έχουν λεφτά, να ζητιανεύουν. Είναι κάτι που με τρομάζει. Άρα, κάτι με ενοχλούσε και τότε ως παιδί και έφτιαχνα γραπτές ιστορίες. Ξεκίνησα να γράφω περίπου 9 ετών. Υπάρχει η ημερομηνία πότε ξεκίνησα να γράφω ένα κείμενο στο τετράδιο μου, και πότε το τελείωσα. Από τα 9 ως 18 μου, οπότε και έφυγα από την επαρχία, έγραψα 80 περίπου έργα. Έχω και πάρα πολλά χαρτιά τετραδίου με ιστορίες. Πολλές ιστορίες, που ήθελα κάποια στιγμή να τις γράψω. Πάντα όταν μου ερχόταν κάτι το κατέγραφα.
Κ.Σ Πότε ανακάλυψες ότι θέλεις να ασχοληθείς με την υποκριτική;
Π.Α. Κάπου εκεί προέκυψε και η υποκριτική γιατί από τη στιγμή που τα έγραφα τα έργα, ερμήνευα τους ρόλους. Και κάπως έτσι με έπιασε με την υποκριτική. Σιγά σιγά, γεννήθηκε η επιθυμία μου να μπω σε μια δραματική σχολή και να ασχοληθώ με αυτό το επάγγελμα.
Κ.Σ Υπήρξαν άνθρωποι που σε ώθησαν προς την υποκριτική ή ήταν δική σου απόφαση;
Π.Α. Μόνο δική μου. Υπήρχαν άνθρωποι που με απώθησαν αντίθετα, γιατί εκεί δεν το έβλεπαν θετικά. Ήταν ένας άλλος κόσμος εκεί που ζούσα, διαφορετικός, άλλης αντίληψης. Πιστεύω ότι επειδή μου άλλαξαν τη ζωή που ζούσα, ήταν σαν να τους απέρριπτα. Το λέει η μάνα μου μερικές φορές ακόμα… ότι για παράδειγμα δεν ήθελα να με πάρουν αγκαλιά. Ήταν σαν να απέρριπτα τους δικούς μου, και στη συνέχεια βρήκα ένα επάγγελμα με το οποίο απέρριπτα τη ζωή τους. Θυμάμαι ότι άκουγα Χατζιδάκι. Μπορεί να ακούγεται σε εσένα πολύ φυσικό, αλλά στην επαρχία, ένα παιδί που αγόραζε τους δίσκους του Χατζιδάκι, ήταν πρόβλημα. Τι μουσικές ήταν αυτές; Είναι σαν να απέρριπτα και την κοινωνία ταυτόχρονα. Δεν είναι ίσως και τυχαίο ότι πήγαμε σε ένα πιο ερημικό σπίτι και ζήσαμε τα πρώτα χρόνια, και μετά πήγαμε στο Λέπρεο. Κουβαλάω έναν ερημίτη, έναν άνθρωπο απομονωμένο.
Κ.Σ Και τώρα βέβαια κάνεις ένα επάγγελμα που έχει μεγάλη έκθεση…
Π.Α. Ναι, αλλά και πάλι το κάνω με τους δικούς μου κανόνες. Με τρόμαζε η τηλεόραση. Έκανα 2-3 επεισόδια. Δεν το ήθελα όμως, και αποτραβήχτηκα. Ηθοποιός του θεάτρου είμαι. Γιατί θα πρέπει να συμβιβαστώ σε κάποιο πρέπει; Ότι πρέπει να περάσω από την τηλεόραση για να γίνω κάπως γνωστός; Όχι, εγώ θέλω να κάνω αυτό που θέλω.
Κ.Σ Φέτος «Στη Σιωπή» παίζεις και σκηνοθετείς. Πόσο δύσκολο ήταν να σκηνοθετήσεις τον εαυτό σου;
Π.Α. Ουσιαστικά δεν τον σκηνοθέτησα με την κλασική έννοια. Μάθαινα τα λόγια, και στη συνέχεια αυτοσχεδίαζα, και άφηνα το κείμενο να με πάει. Το εμπιστεύτηκα το κείμενο του Λέντζου, το αγάπησα πολύ, και το άφησα να οδηγήσει τη φαντασία μου. Η φαντασία μου έχει τις δυνατότητες της, και μαζί με το κείμενο, ήθελα να δω τι μπορούσαν να φτιάξουν. Σε πολλά σημεία ένιωθα το κείμενο να βοηθά τη φαντασία μου να ελευθερωθεί, να πάει πιο μακριά, εκεί που δεν ήξερε ότι θα μπορούσε να πάει. Αλλά και από την άλλη πλευρά, ένιωσα και τη φαντασία μου να φτιάχνει το κείμενο και να του δίνει μια υπόσταση που δεν είχα φανταστεί αρχικά, με την πρώτη ανάγνωση. Έτσι σκηνοθέτησα τον εαυτό μου. Δεν είμαι σίγουρος ότι μπορώ να το εκφράσω όπως θα έπρεπε. Είναι μια δουλειά ουσιαστικής υποκριτικής, που δεν επεμβαίνει κάποιος με τετράγωνο τρόπο να σε καθοδηγήσει, να σου πει, αλλά που έρχεται το κείμενο να φτιάξει με τη φαντασία κάτι. Κάτι που μπορεί να είναι λάθος ή σωστό, αλλά πάντως είναι ένα αληθινό μου κομμάτι. Για αυτό και δε θέλω να τελειώσει αυτή η «Σιωπή». Θα ήθελα να την παίζω 10 χρόνια! Γιατί είναι επαφή με την ουσία μου. Μου λένε κάποιες φορές ότι ίσως χρειαζόταν ένας σκηνοθέτης, αλλά αν το λέει κάποιος αυτό σημαίνει ότι δεν κατάλαβε τι κάνω. Δεν πειράζει όμως, γιατί και αυτός έχει τα πρέπει του, τις αρχές του, έχει μάθει ότι υπάρχει πάντα ένας σκηνοθέτης να καθοδηγεί έναν ηθοποιό. Εδώ, όμως, έχει την ευκαιρία να δει κάτι άλλο. Δε σημαίνει βέβαια ότι το έχει ανάγκη απαραίτητα.
Κ.Σ Ο μονόλογος είναι δύσκολο είδος. Ειδικά ένας ανδρικός μονόλογος, με έναν άνδρα να αρθρώνει πολυσύνθετο λόγο επί σκηνής δεν είναι κάτι συνηθισμένο. Για αυτό και είναι και εξαιρετικός ο τρόπος στησίματος της παράστασης.
Π.Α Αυτά που λέω δεν τα λέω για κάποιο λόγο εντυπωσιασμού. Πραγματικά συνέβησαν έτσι, να μαθαίνω τα λόγια και να αφήνομαι σε έναν αυτοσχεδιασμό. Είχα παρακολουθήσει και 4 χρόνια τα μαθήματα της ομάδας ΝΑΜΑ με την Ελένη Σκότη, που ουσιαστικά είναι μαθήματα αυτοσχεδιασμού, και είχα και κάποιους δασκάλους στο Peter Brooke που μας είχαν διδάξει αυτούς τους τρόπους. Έχω μέσα μου αυτήν την εκπαίδευση, και ήθελα κάποια στιγμή να φτιάξω ένα κείμενο με αυτόν τον τρόπο. Και μου δόθηκε η ευκαιρία, και μάλιστα σε ένα κείμενο που δεν είναι βατό, που ξεκινά από ρεαλιστικό και φτάνει σε αλληγορία. Και όλα αυτά να τα κάνεις να είναι ένας ενιαίος χαρακτήρας.
Κ.Σ Υπάρχει έντονα στο έργο το στοιχείο της αλήθειας και του ψέματος. Πώς αντιλαμβάνεσαι εσύ αυτές τις δυνάμεις μέσα στο έργο;
Π.Α Ο ήρωας μας έβαλε ένα φίλο του να γράψει τρία όμορφα γράμματα με ποιητική διάθεση, αφού η κοπέλα ήταν της ποίησης και της μόρφωσης, ενώ εκείνος δεν τα κατείχε αυτά. Έβαλε λοιπόν το φίλο του και την «ξεγέλασε». Πιστεύω ότι αυτό είναι απολύτως φυσικό. Όλοι οι άνθρωποι, μα όλοι, όταν θέλουμε να φλερτάρουμε ή που θα είμαστε λίγο κοκόρια, ή που θα ντυθούμε ωραία.. Θα πάω στο μπαράκι χωρίς να έχω φτιάξει τα μαλλιά μου; Θα πάω όπως είμαι όταν ξυπνάω το πρωί; Ένα ψέμα είμαι. Και θα πω λόγια όμορφα, και θα παρουσιάσω και μια πλευρά μου που να μπορεί να κατακτήσει τον άλλο… δεν θα πω «δεν έχω να πληρώσω το ενοίκιο μου»! (γελώντας). Πουλάμε ένα ψέμα. Και έρχονται οι αλήθειες μετά, και φεύγει το συναίσθημα, και μαραζώνουμε. Και τί έγινε; Αυτό που συμβαίνει στη «Σιωπή» που η γυναίκα μένει σιωπηλή για 25 χρόνια συμβαίνει σε όλους. Ανακαλύπτουμε πώς είναι ο άλλος ξαφνικά και νιώθουμε εξαπατημένοι, δεν το πιστεύουμε. Σήμερα έχουν αλλάξει οι εποχές, τα διαζύγια είναι το πρώτο πράγμα που σκέφτεται κανείς. Παλιότερα ζούσαν με αυτό, το πάλευαν κάπως. Γράφω ένα μυθιστόρημα και έχω ασχοληθεί πολύ με τα προξενιά. Ποια προξενήτρα έλεγε την αλήθεια; Πάντα υπάρχει ένα ψέμα στην κατάκτηση. Αυτό θίγει η παράσταση μας. Αλλά και στη ζωή μας υπάρχει όμως το ψέμα, και μπορεί να το λέμε και στον ίδιο μας τον εαυτό. Και τα λέμε αυτά τα ψέματα για να μην είμαστε μόνοι μας. Γιατί αν πω την αλήθεια που με ενοχλεί στους φίλους μου, μόνος μου θα μείνω. Θα φύγουν όλοι. Αν πω την αλήθεια στους συνεργάτες μου, θα μείνω πάλι μόνος μου.
Κ.Σ Κι ένα άλλο κομμάτι του έργου, απτόμενο της αλήθειας και του ψέματος αυτού είναι η μοναξιά. Μια ιδιότυπη μοναξιά, ενός ανθρώπου που ζει με τον άνθρωπο του, αλλά που δεν επικοινωνούν. Μια σχέση που βασίζεται στην έλλειψη της επικοινωνίας, όχι στην έλλειψη του ανθρώπου.
Π.Α. Ναι, και ταυτόχρονα είναι και μια παρέα. Βλέπεις ότι η μοναξιά, η παρέα, και η συντροφικότητα μπορεί να συνυπάρχουν. Η ανθρώπινη επικοινωνία είναι σημαντικό πράγμα βέβαια, αλλά δεν είναι επικοινωνία ότι μπορεί να μη μου μιλά κάποιος; Επικοινωνούμε και όταν έχουμε τσακωθεί και δε μιλάμε μεταξύ μας. Δεν είναι ευχάριστη επικοινωνία, αλλά είναι μια μορφή και αυτή. Αν έχω παρεξηγηθεί με έναν φίλο μου και δε μιλάμε, παλεύουμε με τους εγωισμούς μας. Ποιος θα πάρει τηλέφωνο τον άλλο. Τεράστιο θέμα και αυτό. Η σύζυγος δεν του μιλά, στο έργο μας. Ο ήρωας μας παλεύει με αυτό, και εξελίσσεται σιγά σιγά. Σχεδόν γίνεται ο ποιητής που θα ήθελε εκείνη να έχει γίνει. Στο τρίτο μέρος του έργου έχει γίνει πια ποιητής. Τα καταφέρνει. Αλλά και στο δεύτερο μέρος που έχει μια αφελή στιγμή, φτιάχνει ένα ποίημα που είναι αποτυχημένο. Αλλά γράφει κάτι.
Κ.Σ Τι είναι αυτό που κάνει το Γιώργη να μένει με τη γυναίκα του τελικά;
Π.Α. Η αγάπη. Αυτοί οι δυο άνθρωποι αγαπιούνται πάρα πολύ, και επίσης, μαζοχίζονται και τους αρέσει. Σε όλους τους ανθρώπους υπάρχει ένα τέτοιο κομμάτι, που μαζοχιζόμαστε. Μπορεί να μην το συνειδητοποιούμε, λέγοντας ψέματα στον εαυτό μας, ότι αυτό το μαζοχισμό δεν το βιώνουμε, ενώ τον βιώνουμε και τον τροφοδοτούμε πολλές φορές. Μπορεί να καθόμαστε σε μια σχέση, όχι απαραίτητα ερωτική, αλλά και με φίλους, ή συγγενείς, που δε μας αρέσει τίποτα αλλά καθόμαστε εκεί. Μπορώ να πω για τον εαυτό μου ότι επειδή έχω βιώσει κάποιες απορρίψεις, στους φίλους που έβρισκα για χρόνια, κοιτούσα το αν θα αντικαθιστούσαν τους ανθρώπους που με απέρριψαν. Ήθελα να με απορρίπτουν οι φίλοι μου, και αν δεν το έκαναν το ζητούσα εγώ. Και φτιάχναμε μια μαζοχιστική, κολλητή σχέση. Εξαιρετική! (γελώντας). Ταλαιπωρούμασταν, αλλά λύναμε θέματα. Έτσι και ο ήρωας μας, έχει δουλέψει με τον εαυτό του, και φτάνει να γίνει ποιητής, αλλά στο τέλος ξανακάνει το ίδιο λάθος. Ξαναγράφει ένα γράμμα, δανειζόμενος πάλι στίχους άλλων. Αλλά και η γυναίκα δεν τον συγχωρεί. Βγάζει μια κραυγή, αλλά δεν τον συγχωρεί. Βλέπεις ότι και αυτός ο νους, ο τόσο δουλεμένος, κάνει πάλι και εκείνη το ίδιο λάθος. Δοκιμάζεται, νομίζει ότι αλλάζει, αλλά το αρχετυπικό είναι εκεί. Μας σημαδεύει.
Κ.Σ. Πώς έγινε η επιλογή του έργου αυτού;
Π.Α Ο Δημήτρης Λέντζος με είχε δει στο Γιαννούλη Χαλεπά και στο Φρόιντ, και είχε ζητήσει να διαβάσω κάποια κείμενα του στον Ιανό. Εκεί γνωριστήκαμε πρώτη φορά, και μετά από κάποιο χρονικό διάστημα με πήρε τηλέφωνο. Εγώ βρισκόμουν στο χωριό μου, και συμπτωματικά κατάγεται και εκείνος από τον ίδιο νομό, και μου είπε ότι θα μου φέρει ένα κείμενο να το διαβάσω, και ό,τι προκύψει. Μου είπε ότι θα χαιρόταν ιδιαίτερα να το κάνω εγώ, αλλά αν δεν με ενέπνεε, να το αφήσω. Το διάβασα, δεν με ενέπνευσε. Τρόμαξα. Μου άρεσε το ρεαλιστικό στην αρχή, αλλά παρακάτω; Σκεφτόμουν ότι δε θα μπορούσα να το αποδώσω. Το ξαναδιάβασα μετά από λίγες μέρες. Και πάλι μετά. Άρχισα να το ερωτεύομαι το κείμενο. Ήταν αυτές οι δυσκολίες που με ιντριγκάρουν. Ίσως είναι και αυτό είναι ένα είδος ωραίου μαζοχισμού. Εκεί που δεν καταλάβαινα, εκεί ξαναγυρνούσα, να δω τι είναι αυτό που με εμπόδιζε να το συμπαθήσω αυτό το κείμενο. Και τελικά αυτά τα εμπόδια είναι που με έκαναν να το θαυμάσω, και να δεθώ τόσο πολύ. Εκείνη την περίοδο δούλευα σε ένα μυθιστόρημα, και ενώ δεν έπαιρνα ρεπό για χρόνια από αυτό, το εγκατέλειψα. Για ένα μεγάλο διάστημα την εποχή των προβών το άφησα εντελώς. Δόθηκα εντελώς στη «Σιωπή». Μανιωδώς.
Κ.Σ. Οι χαρακτήρες που έχεις υποδυθεί τα τελευταία χρόνια, από το Χαλεπά ως το Φρόυντ, μπορεί να είναι διαφορετικοί, είναι όμως εξίσου πολύπλοκοι. Σε βρίσκουν αυτά τα έργα ή τα επιλέγεις τελικά;
Π.Α. Αρχικά με βρίσκουν. Στη συνέχεια, έρχεται και γίνεται αυτή η ωραία ένωση. Είναι σαν ένα άτομο που μας βρίσκει, και γοητευόμαστε. Γιατί υπάρχει κάτι μέσα μας. Μπορεί αυτό το πολύπλοκο να με τραβάει. Και έρχεται αυτό το κείμενο, αυτός ο ρόλος και μου το βγάζει αυτό, και καταλαβαίνω τον εαυτό μου. Πόσο με έχει βοηθήσει ο Χαλεπάς, πόσο με βοήθησε και ο Φρόιντ. Και η Σιωπή. Γιατί μου ξεκλειδώνουν πράγματα για τον εαυτό μου, αλλά και για τους υπόλοιπους ανθρώπους. Και για ομάδες ανθρώπων.
Κ.Σ Έχεις δει δηλαδή τον εαυτό σου να αλλάζει μέσα από τους χαρακτήρες αυτούς;
Π.Α. Ναι. Αλλά όμως, μπορεί να είχα κατανόηση για τους ανθρώπους, για παράδειγμα, σε κάποιο πιο υποσυνείδητο επίπεδο, και να έρχεται η δουλειά με τους ρόλους αυτούς να μου την ξεκλειδώσει. Οι ρόλοι είναι εκεί, έχουν υλικό, είναι διαθέσιμοι, αν εσύ κάνεις μια δουλειά επιφανειακή, μέχρι εκεί θα πας. Οι ρόλοι είναι σα δώρα, και ξέρεις εσύ μέχρι που θα το πας μέσα σου το δώρο αυτό. Το αν θα ασχοληθείς και πόσο εξαρτάται και από τη δική σου θέληση και αντοχή.
Κ.Σ Η Συγγραφή σε έκανε καλύτερο ηθοποιό; ή το αντίθετο;
Π.Α. Με έχει κάνει να σέβομαι τα κείμενα λίγο περισσότερο, και να εισχωρώ. Όχι μόνο όταν παίζω, αλλά και όταν βλέπω παραστάσεις, γιατί ξέρω πώς είναι όταν φτιάχνεις ένα κείμενο. Για παράδειγμα, στους «Τελευταίους» μου, που είναι ένα κείμενο που ξεκίνησα να το γράφω παλιότερα, έχω γράψει οκτώ ρόλους. Όταν τελείωσα το κείμενο και το ξαναδιάβασα, είδα ότι είναι οκτώ κομμάτια μου. Ο συγγραφέας είναι το έργο. Είναι σαν να αναλύεται ο ίδιος μέσα από τις ιστορίες και τον κόσμο του. Η συγγραφή με έχει κάνει να θέλω να ανακαλύπτω τα κείμενα, να βρίσκω την αλήθεια μέσα σε αυτά.
Κ.Σ Σκέφτεσαι να σκηνοθετήσεις και στο μέλλον;
Π.Α. Όχι. Αυτό το μοναχικό το έζησα, μου άρεσε και το απόλαυσα, αλλά θα επιστρέψω σε αυτό που ήξερα. Είναι ωραίο να συνεργάζεσαι, να σε καθοδηγεί κάποιος. Είχα κάποιους ανθρώπους σκηνοθέτες στην πορεία μου που μου έδωσαν πάρα πολλά πράγματα, και είναι όμορφο και ο σκηνοθέτης να βοηθά έναν ηθοποιό, και οι ηθοποιοί να βοηθούν έναν σκηνοθέτη. Μου αρέσει αυτή η συνεργασία. Δεν ξέρω αν θα ήθελα να ξανασυμβεί. Μου πρότειναν κάποιες δουλειές για αυτό το χειμώνα, να σκηνοθετώ και να παίζω. Όμως είπα όχι, και πολύ δε περισσότερο γιατί την ώρα που παίζεις πρέπει να κρίνεις το συμπαίκτη σου. Δεν μπορώ να το κάνω αυτό.
Κ.Σ. Τι τροφοδοτεί τη δημιουργικότητα σου;
Π.Α. Τα πάντα. Αν είσαι δημιουργικός, είσαι. Δεν είναι μόνο τα πολύ σημαντικά γεγονότα, γιατί ναι μεν μπορεί να με τροφοδοτούν, αλλά είναι και λίγο χρονοβόρα. Ένα σημαντικό γεγονός μπορεί να χρειαστεί καιρός για να δεις τι σου έχει κάνει. Πέρασαν ας πούμε 45 χρόνια για να καταλάβω τι συνέβη φεύγοντας από τη Γερμανία. Μου αρέσουν όμως οι άνθρωποι γύρω μου. Δεν είμαι από τους ανθρώπους που βάζουν παρωπίδες. Ακόμα και με τους απόλυτους, τους φανατισμένους, τους ακραίους, έχω συζητήσει. Δεν ντρέπομαι να το πω. Δεν έχω φτάσει να κάνω φιλία μαζί τους, γιατί κάποια πράγματα με απωθούν, όταν κάποιος έχει ιδέες ρατσιστικές, γιατί νιώθω ότι απορρίπτει και μένα. Και εγώ μετανάστης ήμουν, ήρθα σε ένα ξένο περιβάλλον. Αλλά θα καθίσω από περιέργεια να δω τι υπάρχει εκεί, ναι. Κακώς οι άνθρωποι είμαστε τόσο απόλυτοι. Αν δεις εκεί τι βιώματα υπάρχουν, τι καταπίεση…πρέπει να έχουμε κατανόηση οι άνθρωποι. Είναι μια δουλειά η κατανόηση. Δε χρειάζεται να διαγράφουμε έτσι εύκολα. Ας δούμε τι γίνεται εκεί, τι υπάρχει. Κρίνουμε συνέχεια εμείς οι άνθρωποι, και διαγράφουμε. Αυτό που κάνουμε βοηθά τον άλλο να γίνει χειρότερα, αν μπορώ να χρησιμοποιήσω αυτήν την πρόχειρη λέξη. Γιατί αυτός ο άνθρωπος έχει βιώσει τόση απόρριψη, που κάνεις το ίδιο. Αν λες ότι είσαι ανώτερος, εκπαιδευμένος, πάλεψε το λίγο. Μου έχουν τύχει τέτοιοι άνθρωποι, και δεν τους εγκατέλειψα.
Κ.Σ. Τι επιθυμείς για το μέλλον;
Π.Α. Να ανεβάσω τα κείμενα μου. Είναι ένα κομμάτι που θα με τρώει πάντα. Συγγραφέας ξεκίνησα εξάλλου. Θέλω να δω τους «Τελευταίους» μου στη σκηνή. Θέλω να τους δω. Μετά τη Σιωπή θα κάνω ένα δικό μου κείμενο με δυο πρόσωπα, γιατί αυτή τη στιγμή είναι πιο βατό, από ότι τα οκτώ πρόσωπα. Είναι σαν σκαλοπάτι για να κάνω τους «Τελευταίους» μου, και το «Μυστικό της Στάθαινας». Αυτά τα δυο θέλω να τα κάνω. Βρίσκομαι σε έντονες συζητήσεις για αυτό το έργο, μετά τη Σιωπή. Όλα πάνε καλά.
Κ.Σ Σε ευχαριστώ πολύ!
Π.Α. Κι εγώ ευχαριστώ.