*κείμενο Κάτια Σωτηρίου
στο Σταυρό του Νότου – Φωτογραφικό Αφιέρωμα
*Αποκλειστικές φωτός για το Mytheatro Ελπίδα Μουμουλίδου / Δείτε όλο το φωτογραφικό άλμπουμ στη σελίδα μας στο Facebook
Όταν πριν από λίγες εβδομάδες ανακοινώθηκαν οι εμφανίσεις της Τάνιας Τσανακλίδου στο Σταυρό του Νότου, επικράτησε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μια μεγάλη χαρά, για την πολυαναμενόμενη επιστροφή της στα γνώριμα λημέρια, τη σκηνή του τραγουδιού. Έτσι σε κανέναν δεν έκανε εντύπωση η κοσμοσυρροή στο Club του Σταυρού τη Δευτέρα 29/1, στην πρεμιέρα. Κόσμος διαφορετικών ηλικιών, νέα παιδιά, άνθρωποι μεγαλύτερης ηλικίας, με κοινό παρονομαστή την αγάπη για την Τάνια και το ρεπερτόριο της, και μια μεγάλη δίψα για την επιστροφή της.
Η συγκίνηση ήταν έκδηλη και στην ίδια την Τάνια στο ξεκίνημα της παράστασης, τίποτα όμως δεν θα μπορούσε να μειώσει την μαγεία της επιστροφής της στη σκηνή μετά από μια τριετή απουσία. Με φωνή όχι μόνο αναλλοίωτη αλλά μεστότερη, με σκηνική παρουσία που αποπνέει αγάπη για το τραγούδι, με τη γνωστή και αγαπημένη επικοινωνία, πάντα καταλυτική και άμεση. Με διάθεση εξομολογητική, για τη ζωή, τους έρωτες: αναζητώντας το Λύκο από το 2005 και τη συνεργασία της με τον Μιχάλη Δέλτα, επιστρέφοντας σε πιο παραγκωνισμένα – από τις Live εμφανίσεις της – τραγούδια από τους παλιότερους δίσκους της Ναδίρ και Μαμά γερνάω, περπατώντας πάλι στους αγαπημένους « Δρόμους του Βερολίνου», το πρώτο μέρος της παράστασης της είχε όλη την εσωτερικότητα, την αισθαντικότητα, και το βάθος της ερμηνεύτριας που μας είχε λείψει.
H Τάνια μοιράστηκε μαζί μας τη χαρά της που τα smartphones δεν λειτούργησαν τόσο έκδηλα, και που η επικοινωνία με το κοινό δεν διεκόπτετο από τις φωτεινές οθόνες – δεν κράτησε βέβαια αυτό για πολύ, αλλά έστω και για λίγο ήταν υπέροχα.
Έπειτα άφησε για λίγο τη σκηνή στους συνεργάτες της επί σκηνής, με τον Blaine Reininger να δεσπόζει, με τη γνωστή του δεξιοτεχνία και τεχνική αρτιότητα στο βιολί και την κιθάρα, και τη χαρακτηριστικά ώριμη και γεμάτη φωνή του.
Το δεύτερο μέρος της παράστασης επιφύλασσε όλα εκείνα τα τραγούδια που λατρέψαμε στη δισκογραφία της Τάνιας… όλα εκείνα που κάθε φορά ανυπομονούμε να την ακούσουμε να ερμηνεύει. Για τις ουλές της ψυχής, τα τραύματα του έρωτα, για τις στιγμές αυτές τις σκοτεινές που έχεις νιώσει. Το «Πάτωμα» , η Ζελατίνα, οι Μοίρες, ο Ανθρωπάκος, μια Αγάπη Μικρή, Η Μαριάνθη των Ανέμων» ι «Η Σουλτάνα η Φωφώ, η «Αλλοιώτικη Μέρα»… Η Τάνια αφέθηκε ελεύθερη και παρέσυρε το κοινό στους ρυθμούς και τις διαθέσεις της.
Κι ενώ τα τραγούδια της Τσανακλίδου είναι το καθένα αυτόνομο και ανεξάρτητο από το επόμενο, κι έχει τη δική του ιστορία και μερίδιο επί σκηνής υπάρχει πάντα μια στιγμή στις εμφανίσεις της Τάνιας Τσανακλίδου, που σιωπηλά περιμένουν όλοι. Το Μαμά Γερνάω, εκείνη η στιγμή που μυσταγωγικά σχεδόν ένα ολόκληρο club σωπαίνει.
Η Τάνια Τσανακλίδου ήταν πάντα μια ερμηνεύτρια όμορφη και πληθωρική χωρίς να θέλει να καλουπωθεί ως κάτι συνηθισμένο ή τυπικό. Το vibrato της είναι έντονο, η εξωλεκτική της συμπεριφορά δυναμικά εύθραυστη, η επικοινωνία της πάντα ουσιώδης. Μια γυναίκα θεατρική, μια ερμηνεύτρια που δε φοβάται να τσαλακωθεί, να δακρύσει, να ανεβάσει εντάσεις, να εξωτερικεύσει την εσωστρέφεια της. Το κοινό την ακολουθεί πιστά έχοντας στην καρδιά του τα τραγούδια που έχει εκείνη ερμηνεύσει, άρρηκτα συνδεδεμένα με τη δική της φωνητική ταυτότητα.
Ήταν εκείνη τη στιγμή που μας ενημέρωσε ότι το πρόγραμμα φτάνει προς το τέλος του, για να προλάβουμε το μετρό, που το αυθόρμητο “ΌΧΙ” του κοινού δήλωσε αυτό που νιώθαμε όλοι: τη στιγμή που ανοίγει η ψυχή σου και ζεσταίνεται από τη φωνή της Τάνιας, το πρόγραμμα δεν μπορεί, δε θέλεις να φτάνει στο τέλος του.
Στα τελειώματα του προγράμματος, μας εκμυστηρεύθηκε τη λύπη της για το φευγιό της Αρλέτας, κάλεσε στη σκηνή τη Μαρία Παπαγεωργίου και τραγούδησαν μαζί το «τραγούδι της ερήμου» σε μια πολύ ζεστή και συγκινητική στιγμή.
Ίσως το μόνο μειονέκτημα του προγράμματος ήταν ότι είχε λιγότερη Τάνια από όσο θα θέλαμε. 2 ώρες και κάτι δεν το λές λίγο, αλλά η τρίχρονη απουσία μας έκανε να αποζητούμε ακόμα περισσότερο το καταλυτικό πάθος της, την αφήγηση με τον χαρακτηριστικό προσωπικό της τρόπο, αυτήν την ιδιαίτερη φωνή που μοιάζει να κουβαλάει κάτι από την υγρασία, τις σκιές και τους μύθους, και το υγρό χώμα της γης μας.
Μαζί της τέσσερις ξεχωριστοί μουσικοί με ιδιαίτερους ρόλους στη μουσική αυτή παράσταση:
Blaine L. Reininger – Βιολί
Βαγγέλης Κοντόπουλος – Μπάσο
Δημήτρης Μπαρμπαγάλας – Κιθάρες
Αναστάσιος Μισυρλής – Τσέλο
Μηχανικός Ήχου: Παναγιώτης Πετρονικολός
Σχεδιασμός φωτισμών: Περικλής Μαθιέλλης